Η εποχή που ένας άνδρας και -ακόμα περισσότερο- μια γυναίκα εκτός γάμου μετά τα σαράντα, συνοδεύονταν από φράσεις όπως «θα μείνει στο ράφι» ή από βλέμματα συμπόνιας για το κακό της μοναξιάς που τους είχε βρει, φαίνεται πως λίγο αφορά τους σημερινούς σαραντάρηδες στην άλλη άκρη του Ατλαντικού. Ή τουλάχιστον αυτό ισχυρίζεται μια πρόσφατη έκθεση του Pew Research Center.
Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία Γραφείου Απογραφής των ΗΠΑ όπως καταγράφηκαν το 2021, διαπιστώθηκε πως το ένα τέταρτο των σαραντάχρονων στις Ηνωμένες Πολιτείες δεν είχαν παντρευτεί ποτέ. Τα ευρήματα μάλιστα σημείωσαν μια «σημαντική αύξηση» σε σχέση με το 20% των ανύπαντρων σαραντάχρονων του 2010.
Η έκθεση του Pew διαπίστωσε ότι ήταν «πιο πιθανό» να μην έχουν παντρευτεί οι σαραντάχρονοι άνδρες παρά οι γυναίκες, ενώ «πολύ πιο πιθανό» καταγράφηκε να μην έχουν παντρευτεί ποτέ όσοι ήταν Αφροαμερικανοί και σαράντα ετών, συγκριτικά με συνομηλίκους τους διαφορετικών φυλών.Η μελέτη έδειξε επίσης ότι άτομα αυτής της ηλικίας με πτυχίο πανεπιστημίου ήταν «λιγότερο πιθανό» να έχουν παντρευτεί από ότι οι σαραντάχρονοι που είχαν πιο χαμηλή μόρφωση. Ωστόσο, στα πιο αναλυτικά νούμερα, προέκυπτε πως το ένα τρίτο όσων είχαν απολυτήριο γυμνασίου δεν είχαν παντρευτεί ποτέ, σε σύγκριση με το 26% όσων είχαν κάποια κολεγιακή εκπαίδευση και το 18% εκείνων με πτυχίο ή ανώτατη εκπαίδευση.
Τα ευρήματα μάλιστα, τα οποία υποδηλώνουν μια αλλαγή στις απόψεις των Αμερικανών σχετικά με τη σημασία της «επίσημης δέσμευσης», διέφεραν πολύ από τα στατιστικά στοιχεία που προηγούμενων δεκαετιών. Για παράδειγμα, το 1980, όταν μόλις το 6% των σαραντάχρονων δεν είχαν παντρευτεί ποτέ. Το ερευνητικό κέντρο διεξήγαγε την ανάλυση για να εξετάσει πώς έχουν αλλάξει τα ποσοστά γάμου μεταξύ των ανθρώπων κοντά στην ηλικία των σαράντα, στις ΗΠΑ από το 1850 έως το 2021. Από τα στοιχεία είναι προφανές ότι αποκαλύφθηκε μια τάση καθυστέρησης του γάμου ή ακόμα και αποφυγής του, ειδικά για όσους γεννήθηκαν κατά τη διάρκεια ή μετά τη δεκαετία του 1960.
«Σε όλες τις προηγούμενες γενιές Αμερικανών ενηλίκων, λιγότεροι από 1 στους 5 ενήλικες δεν είχαν δοκιμάσει τον γάμο μέχρι την ηλικία των σαράντα», δήλωσε ο Ρίτσαρντ Φράι, ανώτερος ερευνητής του Pew σε επικοινωνία του με το δίκτυο CNN. Από τη μελέτη προέκυψε ακόμα πως περίπου 1 στους 4 από τους σαραντάχρονους που δεν είχαν παντρευτεί ακόμη το 2001 είχαν παντρευτεί μέχρι να κλείσουν τα 60. Σύμφωνα με αυτό το στοιχείο, το ερευνητικό κέντρο προέβλεψε ότι «παρόμοιο ποσοστό» σαραντάχρονων που δεν έχουν ακόμα κάποιον γάμο στο ενεργητικό τους, θα παντρευτούν επίσης τα επόμενα χρόνια.
Μια έκθεση του 2022 από το Εθνικό Πρόγραμμα Γάμου του Πανεπιστημίου της Βιρτζίνια διαπίστωσε ότι η μέση ηλικία ενός πρώτου γάμου έχει αυξηθεί τα τελευταία πενήντα χρόνια. Πιο συγκεκριμένα, από 23 ετών το 1970 σε περίπου 30 ετών το 2021 για τους άνδρες και από 21 ετών το 1970 σε 28 ετών το 2021 για τις γυναίκες. Ωστόσο, ένας μεταγενέστερος γάμος μπορεί να μην σημαίνει απαραίτητα πως θα είναι και καλύτερος. Αφού σύμφωνα με τη συγκεκριμένη και πάλι έρευνα, το 81% των συζύγων που παντρεύτηκαν νωρίτερα δήλωσαν ικανοποιημένοι με τους γάμους τους, σε σύγκριση με το 71% όσων παντρεύτηκαν αργότερα, ενώ παρόμοια ήταν τα αποτελέσματα και μεταξύ των γυναικών, αν και με μικρότερη διαφορά – το 73% που παντρεύτηκαν νωρίτερα ήταν ικανοποιημένες, σε σύγκριση με το 70% όσων παντρεύτηκαν αργότερα.