Ghislain Maxwell: Πίσω από τη γυναίκα – βιαστή και πρώτο βιολί του σκανδάλου Epstein

Πολυτελής σκλάβα του φημισμένου και νεκρού πια διαφθορέα εκατοντάδων ανήλικων κοριτσιών ή μια μπερδεμένη γυναίκα που κατρακύλησε με ευχαρίστηση σε εγκληματικές διαδρομές; Από τη Χριστίνα Γαλανοπούλου

Στην Α’ θέση της πτήσης απο Μαϊάμι προς Νέα Υόρκη, μια γυναίκα, τακτοποιεί τα πράγματά της, χωρίς να βγάζει τα μαύρα της γυαλιά. Προσπαθεί να περάσει απαρατήρητη, όμως μια παλιά φίλη την αναγνωρίζει και τη φωνάζει με τ’ όνομά της: “Ghislain!”

Είναι η Ghislain Maxwell, άλλοτε ψυχή του παγκόσμιου πάρτι, άλλοτε κοσμοπολίτισσα, ζάμπλουτη, καλλιεργημένη, πρώην «στρατηγός» των επιχειρήσεων του έκπτωτου μεγιστάνα Jeffrey Epstein, πρώην ερωμένη του, πρώτο βιολί στο σκάνδαλο αποπλάνησης και εκπόρνευσης εκατοντάδων κοριτσιών.

Οι περισσότερες ιδιότητές της καταγράφονται πλέον ως «πρώην» και ως «άλλοτε», ακόμη και η περσόνα, το «οχυρό» της εμφάνισης πίσω από το οποίο κρυβόταν δεν υπάρχει πια.

Η φίλη που κατάφερε να την αναγνωρίσει σε αυτή την πτήση το 2018, και ενώ η Maxwell είχε ήδη εκτίσει 13 μήνες στις φυλακές του Palm Beach για μαστροπεία ανηλίκων, αντίκρισε μια μεσόκοπη γυναίκα, άβαφη, απεριποίητη, με casual ντύσιμο και ήδη γκριζαρισμένα, τα συνήθως άψογα κοντοκουρεμμένα, μαύρα μαλλιά της.

Τίποτα από τα χαρακτηριστικά της λάμψης, τίποτα από τον παλιό πλούτο της fashionista δεν υπήρχε εδώ. Μόνο μια φοβισμένη μεσήλικη που απαντούσε αινιγματικά για το πού μένει, πού εργάζεται, τι κάνει.

H Maxwell, μετά τον μυστηριώδη θάνατο του Jeffrey Epstein στις φυλακές της Νέας Υόρκης, είχε ήδη βάλει μπρος το σχέδιο εξαφάνισης κάθε ίχνους της, αγνοώντας βέβαια πως κάποια με το δικό της βεβαρημένο παρελθόν και τη δική της αναγνωρισιμότητα στο τέλος θα βρισκόταν ξανά στο δόκανο των αμερικανικών αρχών.

Πώς, όμως, μια πλούσια Βρετανίδα καταλήγει πρωτοσέλιδο στα tabloids και στις ειδήσεις του παγκόσμιου Τύπου, ως γυναίκα – βιαστής; Ως προαγωγός πολυτελείας που για δεκαετίες στρατολογούσε ανήλικα, όπως εύγλωττα και υπεραναλυτικά περιγράφει το ντοκιμαντέρ του Netflix για τα τέρατα που υπήρξαν η ίδια, ο σύντροφός της και οι διάσημοι και υψηλόβαθμοι φίλοι τους;΄

Θα μπορούσε να είναι ηρωίδα κάποιας σύγχρονης τραγωδίας η Maxwell, αν η διεφθαρμένη προσωπικότητά της δεν υπερκάλυπτε τα χτυπήματα που δέχθηκε από το ’90 και μετά. Όμως, το οικογενειακό υπόβαθρο και ο διάσημος πατέρας της, Robert Maxwell, μεγαλοεκδότης και τελικά, όπως αποδείχθηκε, μεγαλοαπατεώνας, δεν άφησαν περιθώριο στον άνθρωπο και εν συνεχεία στη γυναίκα μέσα της, να ωριμάσει και να αποφασίσει τα καλά στοιχεία του χαρακτήρα της, που θα ήθελε να κυριαρχήσουν.

Το οικογενειακό background

Από τη γέννησή της, ο πλούτος, η κάθε επιθυμία – διαταγή έγινε μονομανία. Ήταν το «κορίτσι του μπαμπά», από τη μέρα που ήρθε στη ζωή, τα Χριστούγεννα του 1961. Ή για την ακρίβεια δύο μέρες μετά, όταν ο μεγαλύτερος αδελφός της σκοτώνεται σε τροχαίο. Η οικογένεια, παρά το γεγονός ότι έχει πολλά παιδιά –τρεις κόρες και τρεις γιους- πέφτει πάνω στη μικρή Ghislain (σ.σ.: στα γαλλικά το όνομά της σημαίνει ηλιαχτίδα) και ικανοποιεί κάθε νάζι και καπρίτσιο της, σε μία έπαυλη 51 δωματίων στην Οξφόρδη.

Τον πατέρα της, όπως και όλα τα μέλη της οικογένειάς του, τον αντιμετωπίζει με άρρωστο θαυμασμό, κάτι σαν τον Σαμσών, σαν έναν τιτάνα του χρήματος, της τύχης και των ανέφικτων που σε κάθε του διαταγή γίνονται εφικτά. Όμως, αυτός ο θαυμασμός έχει βάση: το πραγματικό όνομα του Maxwell είναι Jan Ludvik Hock και προέρχεται από μία πάμφτωχη οικογένεια χασιδιστών της Τσεχοσλοβακίας.

Αυτός και τα έξι αδέλφια του φορούν δανεικά παπούτσια και τρέφονται με αποφάγια. Όταν θα μεγαλώσει θα εξελιχθεί σε ήρωα του Ολοκαυτώματος και θα πάρει μέρος στην Τσεχική Αντίσταση. Όταν οι Ναζί θα καταλάβουν τη χώρα, θα περάσει κρυφά στη Γαλλία και από εκεί θα καταταγεί στον Βρετανικό Στρατό, δείχνοντας τεράστια γενναιότητα στην πρώτη γραμμή του μετώπου. Επιστρέφοντας από τον πόλεμο θα παντρευτεί την κόρη ενός εύπορου εμπόρου μεταξιού, θα βαπτιστεί χριστιανός και θα εξαγοράσει την “Pergamon Press”, έναν εκδοτικό οίκο που επιμελείται ως επί το πλείστον επιστημονικές εκδόσεις.  Θα γίνει ταυτόχρονα βουλευτής του Εργατικού Κόμματος και άρχοντας μιας εκδοτικής αυτοκρατορίας που μέχρι το μυστηριώδες τέλος του θα αποτελείται από εκατοντάδες επιχειρήσεις, μεταξύ των οποίων και η εφημερίδα Mirror στο Λονδίνο, η Daily News στη Νέα Υόρκη και αμέτρητες άλλες.

Πριν ο Murdoch γίνει αυτό που είναι σήμερα, ο Maxwell ήταν ένας δεσποτικός εκδότης, γοητευτικός ωστόσο και επιτήδειος που συνέτρωγε με προέδρους κρατών, πρωθυπουργούς και βασιλιάδες και φρόντιζε να μεγαλώνει τα παιδιά του με ανάλογες χλιδές και φιλοδοξίες για το μέλλον τους.

Αυτό ήταν το πλαίσιο στο οποίο μεγάλωσε η Ghislain. Απαιτητική, αυταρχική, εξουσιαστική με τους κατώτερους, γοητευτική, συναρπαστική και ενδιαφέρουσα για τους ομότιμους της, απολάμβανε σπουδές στα καλύτερα κολλέγια του κόσμου, μιλούσε άπταιστα 4 γλώσσες, φορούσε μόνο πανάκριβες δημιουργίες οίκων μόδας και προοριζόταν να αναλάβει τα ηνία των επιχειρήσεων του πατέρα της.

Μέχρι που εκείνος πεθαίνει ξαφνικά, άγρια και υπό απολύτως μυστηριώδεις συνθήκες το 1991. Όταν εξαφανίζεται από τη θαλαμηγό του, ενώ έκανε κρουαζιέρα στα Κανάρια Νησιά, και βρίσκεται νεκρός λίγες μέρες μετά, πολλοί ψιθυρίζουν πολλά. Για διασυνδέσεις που «στράβωσαν» με μυστικές υπηρεσίες, για οικονομικά σκάνδαλα που δεν άργησαν να δουν το φως της δημοσιότητας και τελικά τον ενέπλεκαν στη μεγαλύτερη υπόθεση υφαρπαγής συντάξιμων που είχε γνωρίσει ποτέ η Βρετανία.

Πριγκίπισσα Ghislain, η έκπτωτη

Σε κάθε περίπτωση, η 30χρονη τότε, Gishlain, δεν μπόρεσε να αντιμετωπίσει το σοκ. Έκλαιγε σε κάθε της βήμα πριν την ατιμωτική επιστροφή της στη Νέα Υόρκη, ενώ υπάρχει καταγεγραμμένο το ξέσπασμα της ότι ο πατέρας της δολοφονήθηκε. Στο Λονδίνο πάντως δεν μπορεί να συνεχίσει να ζει. Οι δημοσιογράφοι των tabloids «κυνηγούν» τη μητέρα της Elizabeth και τα αδέλφια της, και εκείνη για να τους αποφύγει ξεγλιστράει με ξανθιά περούκα κάτω από τη μύτη τους. Πλέον δεν είναι απλώς πάμφτωχοι οικογενειακώς, αλλά και ατιμασμένοι, με την εφορία, τον Τύπο και τους χιλιάδες εργαζομένους των επιχειρήσεων του πατέρα της να τους καταδιώκουν σε καθημερινή βάση.

Η 30χρονη socialite παίρνει την απόφαση να «αποδράσει» στη Νέα Υόρκη και από ένα ταπεινό –για τα δεδομένα της- διαμέρισμα να αρχίζει να εργάζεται για τα προς το ζην στον κόσμο των επιχειρήσεων.

Κανείς δεν ξέρει πότε ακριβώς ερωτεύθηκε τον Epstein. Όλοι εικάζουν ότι το σύντομο ειδύλλιο –γιατί σύντομο ήταν- προέκυψε σε μια πτήση το 1992. Ήταν τα tabloids που έβγαλαν την είδηση, γράφοντας στους τίτλους για τον «γκριζομάλλη στον οποίο βρήκε καταφύγιο μετά την ατίμωση η καημένη Ghislain».

Πολύ γρήγορα, η Maxwell μετακομίζει στην πολυτελή έπαυλή του στην East Street 71 της Νέας Υόρκης. Στους άλλοτε στενούς φίλους της από την Αγγλία δεν αποκαλύπτει πολλά γι’ αυτόν τον δεσμό, έτσι κι αλλιώς ποτέ δεν φλυαρούσε για τις προσωπικές της υποθέσεις. Πέντε χρόνια μετά, το 1997, δίνει την πρώτη της συνέντευξη –στο “Hello!”- ως επιτυχημένη σύμβουλος επιχειρήσων πια, και δηλώνει πολύ ικανοποιημένη από μια ζωή που έχτισε μόνη της, χωρίς καμία βοήθεια… «Μια μέρα θέλω να παντρευτώ και να αποκτήσω οικογένεια. Αλλά αυτό δεν είναι η προτεραιότητά μου τώρα. Τώρα ζω για τη δουλειά μου», δηλώνει, κατά το αγαπημένο κλισέ κάθε καριερίστα της εποχής, μόνο που στην περίπτωση της, είναι μια δήλωση που δεν θα γίνει ποτέ πραγματικότητα.

Η «δουλειά» της

Ποια ήταν, όμως, η δουλειά της; Κατ’ αρχάς, όπως σημειώνουν με απογοήτευση, φίλοι, δημοσιογράφοι και ερευνητές, να κρατά χαρούμενο τον Epstein. Κατά δεύτερον, να διευρύνει τον κύκλο των γνωριμιών της, με κάθε πιθανό τρόπο: η Ghislain για δύο δεκαετίες γνώριζε κυριολεκτικά τους πάντες, μπορούσε να τους αποκαλεί με το μικρό τους όνομα, όποιοι κι αν ήταν και ήταν η τέλεια «γέφυρα» για όποιον ήθελε να κάνει επαφές και μπίζνες στο Μανχάταν, στη Νέα Υόρκη, στο Λος Άντζελες, παντού. Κατά τρίτον, η Maxwell, όπως σωστά παρατηρούν όσοι έχουν ασχοληθεί με αυτό το δίδυμο εξουσίας και τρόμου, ήξερε πώς να αυγατίζει τα λεφτά του Epstein.

«Εκείνος τα έβγαζε», λένε, «εκείνη ήξερε τι να τα κάνει. Εκείνη του έχτισε τη φήμη του ισχυρού». Από το Νέο Μεξικό έως τις αμαρτωλές απ’ ό,τι αποδείχθηκε Παρθένες Νήσους, εκείνη ήταν η διαχειρίστρια της ακίνητης περιουσίας και των πολυτελών κτηριακών συγκροτημάτων στα οποία έβρισκε καταφύγιο ο Epstein. Εκείνη ήταν ο κλειδοκράτορας κάθε κρυφού συρταριού του μεγιστάνα. Εκείνη στρατολογούσε με μαεστρία κορίτσια και έφηβες, συνήθως διαλυμένων οικογενειών, προσφορά στις ορέξεις του «αφεντικού» της.

Όσο διαλυόταν η (όποια) ερωτική τους σχέση, τόσο η Maxwell γινόταν η «υπαρχηγός» του, η υψηλή υπηρεσία του, ο πλούσιος υποτακτικός του, η αρχι-θεραπαινίδα στους «ναούς» του ανά τον πλανήτη.

«Δεν θα επέστρεφε με τίποτα στην προηγούμενη ζωή της, στη φτώχεια και την ατίμωση», λένε φίλου του διεστραμμένου ζευγαριού.

Όπως έχει αποκαλύψει ένα από τα θύματα του Epstein, η Maxwell τριγύριζε στις επαύλεις του, φορώντας ένα τεράστιο διαμάντι στο δάχτυλο της, το οποίο το αποκαλούσε δαχτυλίδι αρραβώνων. «Μας έλεγε ότι είναι η μόνη γυναίκα με την οποία θέλει να κοιμάται τα βράδια. Ότι στο τέλος της ημέρας ο άνθρωπος του ήταν αυτή. Και το πίστευε. Και ίσως έτσι ήταν. Σίγουρα θα έκανε τα πάντα για εκείνον. Τα πάντα, όμως. Θα μπορούσε και να σκοτώσει για χάρη του», έχει αποκαλύψει ένα από τα θύματα του.

Τρελαμένη από έρωτα και απόρριψη ή απλά σκλάβα του χρήματος;

Όσοι επιχειρούν αυτές τις μέρες να εξηγήσουν γιατί αυτή η γυναίκα φέρεται ακόμη και να βίασε κορίτσια παρουσία του Epstein, δεν αρκούνται στην αιτιολογία του “partners in crime”. Επιμένουν να προσεγγίζουν τη Maxwell, ως μία τρελαμένη από έρωτα (και από απόρριψη) γυναίκα που προκειμένου να μη φύγει δίπλα από το αντικείμενο της λατρείας της, προτίμησε να βυθιστεί στη διαφθορά, μόνο και μόνο για να ικανοποιήσει τη διαστροφή του.

Άλλοι πάλι καθόλου δεν ασπάζονται αυτή την εκδοχή. Υπάρχουν μαρτυρίες ότι ο Epstein ήταν ο μόνος άνθρωπος που μπορούσε να κάνει τη Ghislain να υποφέρει, να κλαίει με αναφιλητά όλη μέρα, να της ουρλιάζει στο τηλέφωνο από την άλλη άκρη του κόσμου για ασήμαντες λεπτομέρειες (ή και για σημαντικές) που αφορούσαν την κάλυψη του από τα media και τις αρχές.

Άλλωστε, πάνω απ’ όλα, αυτή η γυναίκα ήταν η κερκόπορτα του Epstein για τον πολιτισμένο κόσμο, μια ολόσωμη ζωντανή μάσκα που πίσω από την καλλιέργεια και την άψογη παρουσία της μπορούσε να κρύβει τις δεκαετίες του στον κόσμο της διαστροφής και της αποπλάνησης ανηλίκων.

Ήταν ο έρωτας της για το χρήμα, επισημαίνουν οι ίδιοι, που την έσπρωξε σε όλο αυτό.

Το τέλος

Μετά τον θάνατο του Epstein πέρσι το καλοκαίρι, η Maxwell εξαφανίστηκε για να συλληφθεί ξανά, με κινηματογραφικό τρόπο, στις αρχές Ιουλίου. Δεν διέφευγε της σύλληψης, επειδή φοβόταν, επισημαίνουν οι συνήγοροι της, αφήνοντας να εννοηθεί ότι πλέον γνωρίζει τόσα, ώστε να δέχεται τρομακτικές απειλές για τη ζωή της, λόγω των υψηλά εμπλεκόμενων στο σκάνδαλο του άλλοτε «συντρόφου» και «εργοδότη» της.

Με την αποκάλυψη του ονόματος του πρίγκιπα Άντριου και με ανθρώπους όπως ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Donald Trump, ο πρώην Πρόεδρος, Bill Clinton, o φυλακισμένος πλέον Harvey Winstein και ων ουκ έστι ακόμη αριθμός αναγνωρίσιμων προσωπικοτήτων να εμφανίζονται στην ατζέντα των «πάρτι» του Epstein, ο κλοιός για τη Maxwell έχει στενέψει εδώ και καιρό. Και δεν έχει να κάνει πια τόσο με τις κατηγορίες που αντιμετωπίζει περί μαστροπείας, όσο με το να παραμείνει το στόμα της κλειστό.

Όπως μεταδίδουν τα ξένα Μέσα Ενημέρωσης, είναι σαφές και απολύτως κατανοητό ότι «γι’ αυτή τη γυναίκα δεν υπάρχει πια μέλλον». Εκείνο που δεν είναι ξεκάθαρο είναι αν μ’ αυτό εννοούν ένα τέλος που θα θυμίζει λίγο την κατάρα του πατέρα της ή απλώς μια ζωή σε κάποιο σωφρονιστικό ίδρυμα για καιρό…