Κι όμως, ένα από τα πιο αναγνωρίσιμα μοντέλα στο εξωτερικό, που γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Ελλάδα, ασχολήθηκε με το modelling σχεδόν τυχαία. Αν και ήταν πάντα μέσα στο παγκόσμιο fashion culture και στην εφηβεία της έδινε το χαρτζιλίκι της για να αγοράσει περιοδικά μόδας και να χαζέψει τα editorials, μπήκε στο star system όταν άνοιξε ένα μήνυμα στο Messenger, τότε που το Facebook έκανε ακόμη hit. Μετά από λίγες μόλις μέρες έκανε την παγκόσμια καμπάνια του Louboutin και από τότε έχει συνεργαστεί με το διάσημο οίκο άλλες δύο φορές. Έτσι ξαφνικά είδε τον εαυτό της στις σελίδες που χάζευε από μικρή. Και τα κατάφερε γρήγορα, όχι μόνο λόγω της τέλειας «σορρεντινικής» ομορφιάς της, αλλά και επειδή δεν βλέπει τον εαυτό της μέσα σε αυτό. Βλέπει τη γενική εικόνα. Τη μόδα ως τέχνη, τη φωτογραφία ως δημιούργημα, το στυλ ως δίαυλο επικοινωνίας. Η Νάσια Μάτσα είναι η μόδα του σήμερα και της ζητήσαμε να μας μεταφέρει στον κόσμο της. Οι τελευταίες μέρες του Ιουνίου τη βρίσκουν στην Κρήτη, για να φωτογραφηθεί στον αρχαιολογικό χώρο της Κνωσσού για ένα μεγάλο περιοδικό. Είναι η πρώτη φορά που θα γίνει μια φωτογράφηση μόδας στο χώρο, γεγονός που την ενθουσιάζει. Γρήγορα όμως θα πρέπει να επιστρέψει στη βάση της.
Είσαι πολίτης του κόσμου τα τελευταία χρόνια;
Η βάση μου είναι το Λονδίνο, αλλά συχνά δουλεύω στη Νέα Υόρκη και στο Παρίσι. Την προηγούμενη εβδομάδα βρέθηκα μέσα σε λίγες μέρες στη Νέα Υόρκη, μετά Μιλάνο, μετά Ζυρίχη και ξαφνικά στην Κρήτη. Υπάρχει κούραση, όπως είναι λογικό, αλλά δεν μπορώ να πω ότι δεν μου αρέσει αυτή η ένταση! Το ευχαριστιέμαι γιατί αντιμετωπίζω συνέχεια καινούργια και διαφορετικά πράγματα, γνωρίζω άλλους ανθρώπους, άλλες ενέργειες, άλλες συνθήκες. Είμαι συνεχώς σε εγρήγορση.
Πώς έφτασες να κλείνεις τη μία σημαντική δουλειά μετά την άλλη;
Ξεκίνησε μάλλον κάπως ανάποδα. Έχω σπουδάσει δημοσιογραφία και έχω κάνει δύο μεταπτυχιακά στο Λονδίνο πάνω σε αυτόν τον τομέα. Ζούσα λοιπόν εκεί και μετά τις σπουδές μου ξεκίνησα να δουλεύω στο Wired, το περιοδικό της Condé Nast που έχει να κάνει με την τεχνολογία. Θυμάμαι ότι μια μέρα μού ήρθε στο γραφείο ένα μήνυμα στο Facebook – τότε ήταν πολύ cool να
επικοινωνείς μέσω FB. Ήταν ένας casting director που μου ζητούσε να βρεθούμε για να με φωτογραφίσει. Στην αρχή νόμιζα ότι ήταν spam. Τον έψαξα όμως και είδα ότι έχουμε κοινούς φίλους από τη σκηνή του Λονδίνου όπου ήμουν μέρος της πιο cool μουσικής και καλλιτεχνικής σκηνής της πόλης, όπως και του club culture, οπότε αποφάσισα να του απαντήσω και να το δοκιμάσω εφόσον αποδείχτηκε ότι δεν ήταν fake. Κάναμε την πρώτη μας φωτογράφηση σαν test και μετά από δύο ακόμη φωτογραφήσεις με κάλεσαν για την πρώτη, μεγάλη καμπάνια μου με τη Louboutin. Στην ουσία έτσι άρχισαν όλα, χωρίς καν να το καταλάβω. Έγινα freelancer για να προλαβαίνω και τα δύο ,περιοδικό και modelling και τα τελευταία δύο χρόνια είμαι full-time μοντέλο. Μέσα σε αυτό το διάστημα έχω κάνει Prada, Balenciaga, Burberry, τρεις καμπάνιες Louboutin και τον Δεκέμβριο του 2021 ήμουν υποψήφια για Model of the Year ανάμεσα σε Naomi Campbell και Bella Hadid.
Πολύ απλά μου τα περιγράφεις, αλλά φαντάζομαι ότι δεν είναι τόσο εύκολο να πετύχει κανείς όλα αυτά μέσα σε
τόσο σύντομο διάστημα.
Δεν είναι εύκολο, θέλει πολλή δουλειά και ο κόσμος ίσως δεν το καταλαβαίνει. Κι εγώ νόμιζα ότι απλώς φοράς ρούχα και ποζάρεις, αλλά δεν είναι έτσι. Χρειάζεται να έχεις αντίληψη, να είσαι ενημερωμένος πάνω στη μόδα, να μην κουράζεσαι εύκολα , μπορεί για μία πόζα να επιμένεις ώρες, να αντέχεις σε αντίξοες συνθήκες, να φοράς το χειμώνα καλοκαιρινά ρούχα και το καλοκαίρι χειμερινά, να ξέρεις το σώμα σου, τις σωστές γραμμές, να καταλαβαίνεις τα concepts, να ξέρεις τους πελάτες. Είναι σύνθετη δουλειά.
Καταλαβαίνω λοιπόν ότι δεν ήταν το παιδικό σου όνειρο να γίνεις μοντέλο, όπως ακούμε συχνά από άλλα κορίτσια. Πώς μεγάλωσες;
Μου άρεσε πάντα η μόδα, αλλά την παρακολουθούσα σαν μια μορφή τέχνης. Μεγάλωσα στο Μαρούσι, σε ένα σπίτι μεσαίας τάξης, με πολύ ωραία ερεθίσματα. Η μητέρα μου είναι από τα Εξάρχεια και ο πατέρας μου πρόσφυγας από τα Κατεχόμενα. Η μητέρα μου ως γραφίστρια ήταν πάντα μέσα στην τέχνη και τα περιοδικά. Αν σκεφτώ τον εαυτό μου μικρή, με θυμάμαι πάντα σε εκθέσεις, σε μουσεία, σε γκαλερί, να διαβάζω περιοδικά, να αναζητώ ξένο Τύπο στην εφηβεία. Έχω μεγαλώσει χαζεύοντας τις φωτογραφήσεις μόδας στα περιοδικά της εποχής. Τώρα συνειδητοποιώ ότι ήταν κάτι σαν προετοιμασία όλο αυτό, γιατί και μεγαλώνοντας, όταν έφτασα να κάνω αυτή τη δουλειά, δεν ένιωθα ότι μπήκα στο χώρο που ονειρευόμουν από παιδί. Το ένιωθα απλώς σαν μια φυσική εξέλιξη γιατί αυτά ήταν τα ερεθίσματά μου, προς τα εκεί κοιτούσα πάντα, οπότε προς τα εκεί πήγα.
Τώρα που αυτό που έβλεπες στα περιοδικά έγινε η πραγματικότητά σου το απομυθοποίησες ;
Ίσα ίσα! Γιατί δεν το βλέπω ότι απλώς είμαι μοντέλο και ποζάρω. Αντιλαμβάνομαι τη μόδα σαν τέχνη που είναι– και χαίρομαι να είμαι ανάμεσα στους ανθρώπους που παράγουν μόδα, αισθητική και διαφορετικά trends ανάλογα με την εποχή.
Γιατί πιστεύεις ότι όλοι αυτοί οι μεγάλοι οίκοι και οι φωτογράφοι σε επιλέγουν για τόσο σημαντικές δουλειές; Τι σου λένε συνήθως ότι ξεχωρίζουν σε σένα;
Νομίζω πως έχει να κάνει με την αντίληψή μου, γιατί δίνω περισσότερα απ’ αυτά που ζητούν, προσπαθώ να κατανοώ το κάθε concept και κάνω πάντα κάτι περισσότερο. Και όχι με την εγωκεντρική έννοια, δεν το κάνω για να φανώ εγώ. Δίνω άλλη βάση,
δεν μένω στο «εγώ», γιατί είναι τέχνη όπως είπα και πριν. Νομίζω πως επειδή είμαι δημοσιογράφος βλέπω το modelling από την πιο business πλευρά. Αυτό που λέω πάντα είναι ότι το modelling είναι σαν να έχεις μια μικρή επιχείρηση. Πρέπει να κλείνεις deals, να μιλάς με τα πρακτορεία, να δουλεύεις σε όλο τον κόσμο. Οφείλεις να γνωρίζεις την αγορά και τον ανταγωνισμό, όπως και ό,τι καινούργιο βγαίνει. Είναι σαν να διευθύνεις μια επιχείρηση.
Συνεχίζεις να εργάζεσαι και ως δημοσιογράφος. Πώς προέκυψε η συνεργασία σου με τη Vogue;
Το 2020 είχα μια συνεργασία με το Vogue Global Network, την εταιρεία που διευθύνει και τους 27 τίτλους της Vogue. Ήμουν στο creative κομμάτι των social media, όπου κάναμε brainstorming καινούργιες ιδέες για social, από δημιουργία φίλτρων μέχρι συνεργασίες με σχεδιαστές όπου μέσω stories δείχναμε το backstage των fashion shows τους. Εκεί είχα την ευκαιρία να γράψω και ένα άρθρο σχετικά με το πώς τα social επηρεάζουν το mental health. Το άρθρο μεταφράστηκε σε εφτά τίτλους της Vogue, σε Αγγλία, Ισπανία, Γερμανία, Ταϊλάνδη, Ρωσία, Ιταλία και Ελλάδα. Ύστερα συνέχισα τη συνεργασία μου με τη Βρετανική Vogue, αλλά με τη δεύτερη δουλειά για τον οίκο Balenciaga αφοσιώθηκα στο modelling. Πλέον δεν προλαβαίνω να ασχοληθώ και με τη δημοσιογραφία.
Μου μιλάς τόσο cool για τα μεγαλύτερα brands του πλανήτη! Τι ξεχωρίζεις απ’ όλες αυτές τις συνεργασίες;
Είναι μεγάλη μου τιμή, ειλικρινά. Και μόνο ότι έχω βρεθεί στους ίδιους χώρους με τον Demna από την Balenciaga και ομάδες που δουλεύουν για οίκους όπως Prada και Burberry μού φαίνεται ονειρικό, είμαι παρά πολύ ευγνώμων. Προσπαθώ να παρατηρώ τα πάντα σε αυτές τις δουλειές και να μαθαίνω ό,τι μπορώ απ’ όλους από τον art director μέχρι και τους βοηθούς. Ξεχωρίζω τη δεύτερη συνεργασία μου με τον οίκο Balenciaga όπου γινόντουσαν φωτογραφήσεις σε διάφορα στούντιο με διαφορετικά set ups. Ένα στούντιο ήταν που έμπαινες μόνος σου και γύρω σου υπήρχαν 1.000 κάμερες περιμετρικά σε 360 μοίρες. Ρώτησα κάποιον που δουλεύε για τον οίκο τι κάνουμε ακριβώς γιατί αυτό ξέφευγε από τα όρια της κανονικής φωτογράφησης/fashion show. Μου είπε «μην το συζητήσεις με κανέναν, αλλά το show της Balenciaga δεν θα είναι fashion show αλλά βιντεοπαιχνίδι και σας κάνουν μετρήσεις για να μετατρέψουν όλα τα μοντέλα σε avatars βιντεοπαιχνιδιού».
Κομμάτι της δουλειάς σου είναι σίγουρα και η απόρριψη. Συμφιλιώνεται κανείς εύκολα με αυτό;
Η απόρριψη στο χώρο μου είναι δεδομένη πια για εμένα, είναι μέρος της δουλειάς. Δεν κάνουν όλες οι δουλειές για όλους. Χτυπάς πόρτες και κάποια θα ανοίξει. Στην πορεία το συνηθίζεις. Όταν καταλάβεις ότι έτσι λειτουργεί ο
χώρος δεν το παίρνεις σοβαρά και το ξεπερνάς. Είναι απλώς δουλειά!
Τι ρόλο μπορεί να έχει η μόδα στη μεταφεμινιστική εποχή που διανύουμε; Γίνονται διακρίσεις λόγω φύλου στο χώρο σου;
Δεν νομίζω ότι υπάρχει κάποια γυναίκα που δεν έχει αντιμετωπίσει σεξισμό σε οποιονδήποτε χώρο, εκτός αν εθελοτυφλεί. Γι’ αυτό μιλάμε για φεμινισμό και πώς μπορούμε να αλλάξουμε ως κοινωνία. Είναι δουλειά που πρέπει να γίνει σε ατομικό επίπεδο αλλά και σε συνολικό. Έχοντας δουλέψει στη δημοσιογραφία και στη μόδα, θα έλεγα ότι προσωπικά έχω συναντήσει λιγότερο σεξισμό στη μόδα, καθώς είναι μια βιομηχανία όπου δουλεύουν κυρίως γυναίκες. Αν κάποιος πει κάτι σεξιστικό στη δουλειά, σίγουρα θα τον ρωτήσω πολύ μακιαβελικά: «Γιατί το λες αυτό; Τι εννοείς;» Συνήθως παγώνουν και το μαζεύουν. Κάποιες φορές η επίθεση οδηγεί τον άλλον να γίνει περισσότερο σεξιστής, γιατί καλώς ή κακώς δεν αρέσει σε κανέναν να έχει άδικο, οπότε με την επίθεση πηγαίνει στα άκρα για να εδραιώσει την αρχική του άποψη.
Πέρυσι σε είδαμε στην ελληνική version του «greece’s next top Model» ως guest. φέτος σου έγινε πρόταση για να συμμετάσχεις στον επόμενο κύκλο;
Μου είχε γίνει, αλλά δυστυχώς λόγω φόρτου εργασίας δεν μπορούσα να είμαι έξι μήνες στην Αθήνα. Η τηλεόραση είναι μια απαιτητική δουλειά, οπότε δεν θα μπορούσα να το κάνω όπως ήθελα με το πρόγραμμά μου, που είναι του στυλ «αύριο πετάς για Νέα Υόρκη». Ωστόσο, πέρασα καταπληκτικά στα γυρίσματα και ήταν μια υπέροχη εμπειρία. Μόνο καλά λόγια έχω να πω για την ομάδα της παραγωγής και τους συντελεστές. Νομίζω πως το συγκεκριμένο show δίνει ένα πολύ μεγάλο αβαντάζ στα παιδιά που συμμετέχουν, αλλά από εκεί και πέρα όλα εξαρτώνται από το πώς το κάθε μοντέλο θα χρησιμοποιήσει τις ευκαιρίες που θα του δοθούν.
Υπάρχει μόδα στην Ελλάδα;
Βεβαίως και υπάρχει, αλλά το θέμα είναι ότι είμαστε μια μικρή αγορά και αναγκαστικά δεν μπορούμε να δούμε τα budgets που επενδύουν άλλες χώρες στη μόδα τους. Το θέμα με την ελληνική αγορά μόδας είναι ότι δεν έχει δημιουργήσει την ταυτότητά της, όπως βλέπουμε ας πούμε κάποιο brand και λέμε αυτό είναι Λονδίνο, αυτό είναι Μιλάνο. Υπάρχουν όμως νέα brands που προτείνουν μια πολύ ωραία και σύγχρονη εικόνα και σίγουρα θα εξελιχθεί κι άλλο αυτό το κομμάτι στην Ελλάδα.
Σε παγκόσμιο επίπεδο, προς τα πού πάει η μόδα σήμερα;
Είναι μια πολύ ενδιαφέρουσα περίοδος για τη μόδα, γιατί βλέπουμε πολλά trends να επικρατούν, μιλάμε πια με concepts και μηνύματα που θέλουμε να περάσουμε από καθετί που παρουσιάζουμε, και το κομμάτι της τεχνικής είναι στο peak του. Νομίζω ότι πια η μόδα μιλάει για πιο εσωτερικά και ουσιαστικά πράγματα, αγγίζουμε περισσότερο τους ανθρώπους, μιλάμε για πολιτική, για φεμινισμό, για ισότητα. Υπάρχει μια ποικιλομορφία που δεν υπήρχε παλαιότερα. Έφυγε η λογική των
’90s που ήθελαν ένα πολύ ωραίο ρούχα πάνω σε ένα πολύ ωραίο κορίτσι. Πρέπει να υπάρχει ένα μήνυμα για να σταθείς στη διεθνή μόδα, δεν αρκεί απλώς ένα ωραίο ρούχο. Μεγάλο ρόλο επίσης παίζει και η προσωπικότητα του μοντέλου πια. Δεν χρειάζεται απλώς να φοράς ένα ρούχο, το θέμα είναι πώς το φοράς και τι ενέργεια βγάζεις. Το influencing επίσης είναι ένα νέο, ανερχόμενο είδος modeling.
Πώς σε φαντάζεσαι επαγγελματικά σε πέντε, δέκα χρόνια από τώρα;
Έχω παρά πολλές ιδέες και τρέχω παρά πολλά projects σχετικά με τέχνη, πολιτική, μόδα και print. Κάποια καταφέρνω και τα τελειοποιώ, άλλα όχι, όμως μου μαθαίνουν πολλά και με οδηγούν σε καινούργια projects. Κατά τη διάρκεια των lockdowns ήμουν παρά πολύ δημιουργική. Εκτος του modelling, αρθρογραφούσα πάρα πολύ, έκανα την παραγωγή για δύο φωτογραφήσεις για την Ιταλική Vogue και την Farfetch x Burberry, έκανα ραδιόφωνο στο NTS Radio του Λονδίνου, podcast σε συνεργασία με το TedxAthens και hosting στο Boiler Room, στην Αθήνα. Αυτό το εξάμηνο έκανα ένα μικρό διάλειμμα γιατί ήθελα να αφοσιωθώ στο modelling και να απολαύσω λίγο τα fashion events τώρα που είχαμε την ευκαιρία να βγούμε – από το fashion show του Balmain στο Παρίσι και το pre-Met Gala Party στη Νέα Υόρκη μέχρι και τα British Fashion Awards στο Λονδίνο, όπου ήταν και η πρώτη φορά που περπάτησα σε κόκκινο χαλί. Ήταν φοβερές εμπειρίες! Μετά το καλοκαίρι θα αφοσιωθώ σε projects που απαιτούν συγκέντρωση, έρευνα και εσωτερικότητα παίζοντας πάντα με το τρίπτυχοΜόδα – Πολιτική – Μουσική.
Έχεις στο πίσω μέρος του μυαλού σου να επιστρέψεις κάποια στιγμή στην Ελλάδα;
Σε αυτή τη φάση της ζωής μου δεν έχω μόνιμη βάση. Είμαι στο Λονδίνο που μου επιτρέπει να είμαι κοντά στην υπόλοιπη Ευρώπη και να δουλεύω κατά κόρον στο Παρίσι και την Αθήνα, αλλά και στη Νέα Υόρκη. Το Λονδίνο είναι στη μέση, οπότε βολεύει και για τις δύο «μεριές». Είμαστε σε μια περίοδο όπου τα πάντα αλλάζουν και δεν νομίζω ότι υπάρχει λόγος να πω ότι θα είμαι κάπου μόνιμα. Πάω όπου με πάει η δουλειά και είμαι τυχερή γιατί με πάει σε πολύ ωραία μέρη.