Νίκος Γκέλιας: Πώς τον άλλαξε σαν άνθρωπο ο ρόλος του στο Μαύρο Ρόδο;

Ο πρωταγωνιστής της σειράς "Μαύρο Ρόδο" στο Mega μας μιλάει για τη σειρά, το βίωμά του ως παιδί μεταναστών και τη σημαντική πρώτη ψήφο της ζωής του

 

Στο «Μαύρο Ρόδο» ψάχνει τον πατέρα του και έρχεται αντιμέτωπος με τις πιο σκοτεινές πτυχές της ανθρώπινης ύπαρξης. Στην έξω ζωή, αποφοίτησε (και) από την «κουτρακική» σχολή έχοντας ως καλλιτεχνικό πατέρα τον σκηνοθέτη Πάνο Κούτρα, κι έτσι, γνωρίζοντας από πολιτικές πράξεις, η πρώτη ψήφος του μετά την απόκτηση της ελληνικής ταυτότητάς του μετράει ακόμα περισσότερο σε αυτές τις εκλογές.

Νίκο, εκτός από «παιδί» του Κούτρα και πρωταγωνιστής στο «Μαύρο Ρόδο», ποιος είσαι;

Δεν συγχωρώ την αχαριστία και θεωρώ ανυπόφορη την γκρίνια. Δεν γουστάρω την κίνηση, ενώ αυτό που μπορεί να με αφοπλίσει (ευχάριστα) είναι το ταλέντο. Ο μεγαλύτερος φόβος μου είναι μήπως πάθει κάτι το παιδί μου. Κάνω unfollow σε οτιδήποτε αφορά στην παιδική κακοποίηση ή προσβάλλει την ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Τον καφέ μου τον πίνω μέτριο με μαύρη. Όταν μεγαλώσω θέλω να γίνω καλός άνθρωπος.

Ναι, αλλά τι μουσική ακούς;

Εξαρτάται από τη διάθεσή μου και το πώς θα ξυπνήσω. Μου αρέσει πολύ η pop και η rock, αλλά ακούω και χορεύω τα πάντα. Ακόμη και παραδοσιακά.

 

 

Στη δική μου αγαπημένη low bap σκηνή τούς ανεπιθύμητους τους αναφέρουν και ως παρίες. Αναρωτιέμαι πόσο παρίας έχεις νιώσει και αν μπήκες ποτέ ηθελημένα σε μια τέτοια διαδικασία προκειμένου να ανακαλύψεις πράγματα για τον εαυτό σου.

Ένιωσα παρίας στα παιδικά μου χρόνια, όπως και κάθε παιδί που είναι μετανάστης σε οποιαδήποτε χώρα. Αυτές οι καταστάσεις μπορούν να σε κάνουν να νιώσεις έτσι, αλλά όλα τα συναισθήματα είναι παροδικά. Όταν το ένιωθα ήταν μόνο για εκείνη την ώρα και αφορούσε σε μια ματιά ή ένα περίεργο βλέμμα/σχόλιο. Το να μπω σε μια διαδικασία να νιώσω ηθελημένα παρίας απαιτεί μια συγκεκριμένη ψυχοσύνθεση που εγώ δεν την έχω.

Με γονείς οικονομικούς μετανάστες ήρθες στην Ελλάδα 6 ετών, αλλάζοντας συχνά –όπως έχεις αναφέρει– σπίτια. Η σταθερά στην ενήλικη ζωή σου παίζει κομβικό ρόλο; Το να ανήκουμε κάπου είναι επιτακτική ανάγκη;

Σε ένα βαθμό τη σταθερότητα την επιλέγουμε. Για το κράτος, είμαστε όλοι απλώς αριθμοί. Σε επίπεδο προσωπικής οντότητας, η σημασία έγκειται στον άνθρωπο και στους συνανθρώπους μας. Στην επικοινωνία μας. Aυτά είναι τα στοιχεία που δίνουν σταθερότητα και αίσθηση ασφάλειας.

Μετά από είκοσι έξι χρόνια, απέκτησες –επιτέλους– ελληνική ταυτότητα. Εκτός από το πρακτικό σκέλος υπάρχει και ηθική ικανοποίηση. Τι θα έλεγες σε κάποιον που βιώνει κάτι αντίστοιχο και βρίσκεται σε ένα διαρκές «περίμενε»;

Να κάνει υπομονή και πως τελικά θα γίνει. Ας ακολουθήσει τη γραφειοκρατία και θα βρεθεί λύση τελικά. Σίγουρα, πέρα από το πρακτικό κομμάτι, υπάρχει και το «ναι, ρε γαμώτο, επιτέλους!». Ωστόσο, ουσιαστικά δεν αλλάζει κάτι αναφορικά με το ποιος είσαι. Απλώς νιώθεις ότι τα κατάφερες. Φυσικά, για κάποιους εξακολουθείς στην Ελλάδα να είσαι Αλβανός και στην Αλβανία Έλληνας.

Η πρώτη ψήφος σου μετράει ακόμα περισσότερο και αποτελεί «ηχηρή» δήλωση. Πώς αισθάνεσαι;

Αυτό θα το ζήσω πρώτη φορά και είναι κάτι για το οποίο ανυπομονούσα. Πάντα ήθελα να μπορώ να ασκώ τα εκλογικά μου δικαιώματα. Εδώ είναι η ζωή μου, εδώ εργάζομαι, εδώ φορολογούμαι. Κάθομαι και διαβάζω τις θέσεις όλων των κομμάτων και μελετάω προσεκτικά προκειμένου να αποφασίσω ποιο κόμμα θα εμπιστευτώ.

Τι σε εκνευρίζει περισσότερο στην Ελλάδα του 2023; Πιστεύεις πως η πολιτική θα πάρει το «σωστό δρόμο» σύντομα;

Η διαφθορά και η ατιμωρησία με εκνευρίζουν. Όχι, δεν πιστεύω ότι η κατάσταση στο ελληνικό γίγνεσθαι θα αλλάξει άμεσα. Πιστεύω πολύ, όμως, στη νέα γενιά και έχω μέσα μου την ελπίδα. Είμαι φύσει και θέσει αισιόδοξος.

Εσύ τι δουλειές έχεις κάνει ως νέο παιδί προκειμένου να υποστηρίξεις το όνειρό σου στην υποκριτική;

Έχω «φάει» τα μπαρ και τις καφετέριες με το κουτάλι. Έχω δουλέψει μέχρι και μασέρ. Ο αγώνας αυτός έχει από πίσω ματωμένα χέρια, γι’ αυτό και όταν έρχεται μια δουλειά την εκτιμώ εις διπλούν.

Ποια είναι η μεγαλύτερη βλακεία που έχεις κάνει ποτέ σε αυτή τη δουλειά;

Όταν επέστρεψα στην Ελλάδα μετά από τις Κάννες όπου βρέθηκα με την ταινία «Xenia», με πήραν από το BBC. Για την ακρίβεια, με βρήκαν μέσω του σκηνοθέτη μου. Με ήθελαν για ένα ρόλο σε μια σειρά. Με είδε ένας σκηνοθέτης από τις Κάννες και με σκέφτηκε για το ρόλο αυτό. Τα γυρίσματα θα ξεκινούσαν Μάρτιο κι εγώ είχα κλείσει θέατρο στην Ελλάδα μέχρι τον Απρίλιο και δεν πήγα. Ήμουν σε πολύ μικρή ηλικία και είχα αλλιώς στο μυαλό μου το πώς σκέφτονται οι άνθρωποι.

Γιατί επέλεξες να γίνεις ηθοποιός; Σου αρέσει να βασανίζεις τον εαυτό σου;

Όταν γύριζα την πρώτη μου ταινία, υπήρχε μια σκηνή στην οποία έπρεπε να κατεβαίνουμε τρέχοντας μια πλαγιά. Χρειάστηκε να το κάνουμε περίπου εφτά φορές και πραγματικά ήταν κουραστικό. Εκεί ήταν και ο ηχολήπτης που απλώς στεκόταν ακίνητος και μετέδιδε κάποια πράγματα και μου είπε πως κι εκείνος κουράστηκε. Τον ρώτησα, λοιπόν, τι έπρεπε να πω κι εγώ που έτρεχα τόση ώρα, ενώ εκείνος στεκόταν ακίνητος. Και μου είπε: «Φίλε, εσύ είσαι ηθοποιός. Εσύ θέλεις να βασανίζεσαι. Εγώ είμαι ηχολήπτης.» Πράγματι, αυτό το επάγγελμα έχει μια ταλαιπωρία αλλά είναι δημιουργική ταλαιπωρία αυτό το βάσανο. Οπότε, ναι, με αυτή την έννοια μού αρέσει να βασανίζομαι.

 

 

Με ποιο τρόπο σε άλλαξε ο ρόλος σου στο «Μαύρο Ρόδο»;

Είναι κάτι το οποίο δεν είχα σκεφτεί ποτέ. Μέσα σε όλο αυτό που έχουμε περάσει με το κίνημα #ΜeΤoo, με όλα αυτά τα ευαίσθητα θέματα που ταλανίζουν την κοινωνία μας αυτή την περίοδο, δεν είχα σκεφτεί πώς σε επηρεάζει κάτι αν δεν είσαι μέτοχος σε αυτό. Πώς αντιδρούν στην κάθε κατάσταση αυτοί που είναι έμμεσα συνδεδεμένοι με τα γεγονότα. Πώς επιδρά στα συναισθήματά τους. Μέχρι τώρα, είχε τύχει να σκεφτώ μόνο τους άμεσα εμπλεκόμενους αλλά όχι τις παράπλευρες απώλειες, τους συγγενείς, τους φίλους τους.

Σε ποια χαρακτηριστικά είσαι εκ διαμέτρου αντίθετος με τον Σαράντο Διακοσάββα;

Νομίζω στην εμμονή. Εγώ θα σκεφτόμουν περισσότερο τον εαυτό μου παρά ένα συμβάν που με ενόχλησε. Γενικά νομίζω ότι δεν έχω εμμονές. Είμαι εμμονικός μόνο με τη δουλειά μου, αλλά όχι με την κακή έννοια. Για παράδειγμα, δεν μπορώ να πάω για γύρισμα αν δεν είμαι διαβασμένος. Δεν μπορώ να κοιμηθώ.

Ποιο είναι το ηθικό δίδαγμα του «Μαύρου Ρόδου»;

Πως η πίστη είναι προσωπική υπόθεση και πως η αλήθεια κάποια στιγμή θα φανεί.

Έχεις δηλώσει ότι είσαι άθρησκος αλλά όχι άπιστος. Πώς ακριβώς μεταφράζεται αυτή η δήλωση;

Ότι δεν με αφορά το δογματικό κομμάτι. Η πίστη για εμένα είναι κάτι καθαρά προσωπικό που δεν θα έπρεπε να ενέχει ούτε χρήματα ούτε συγκεκριμένες διαδικασίες. Εκεί φεύγουμε από την πίστη και πάμε στη θρησκεία.

Πρωταγωνίστησες στο «Xenia» και το «Dodo» του Πάνου Κούτρα. Πώς συνέβαλαν αυτές οι δύο ταινίες ώστε να γίνει τούτος ο κόσμος λίγο καλύτερος;

Νομίζω πως αυτός ο άνθρωπος θα έπρεπε να διδάσκεται και για τη ζωή και για τη μυθοπλασία του. Από το ξεκίνημα με το «Strella» που έπιασε το queer κομμάτι της κοινωνίας, της τρανς κοινωνίας, της αποδοχής και της ταυτότητας –θέμα το οποίο εκείνη την εποχή δεν το ακουμπούσες– μέχρι το «Xenia» –που έπιασε όλο το κομμάτι των μεταναστών– κάθε κίνησή του είναι βαθιά πολιτική πράξη.

Έχεις αποκαλέσει τον Πάνο Κούτρα καλλιτεχνικό σου πατέρα. Πόσο σε έχει καθορίσει;

Πολύ! Έχει αλλάξει η ζωή μου από τότε που τον γνώρισα όσον αφορά στην αποδοχή της διαφορετικότητας, της αντίληψης και της κατανόησης του σινεμά. Είναι σαν ένα masterclass και είμαι πολύ τυχερός που τον γνώρισα ως άνθρωπο. Η καριέρα μου ξεκίνησε από αυτόν. Του οφείλω ακόμα και τα πολλά ταξίδια που έχω κάνει. Τον νιώθω και φίλο μου. Με έχει βοηθήσει πολύ και σε πάρα πολλούς τομείς.

Ποια ερώτηση θα ήθελες να του απευθύνεις μέσα από το DownTown;

Πάνο, τι αφορά η καινούργια σου ταινία;

Θεωρείς την Ελλάδα βαθιά ρατσιστική κοινωνία; Ρατσιστική κοινωνία δεν ξέρω, αλλά συντηρητική είναι σίγουρα. Και φοβική ίσως. Είναι ένα νόμισμα με δύο πλευρές, διότι οι Έλληνες είναι και φιλόξενος λαός αλλά και φοβικός.

Τι πρέπει να κάνουμε ομαδικά και ατομικά ως προς την εξάλειψη της ομοφοβίας; Πώς μπορούμε να σταθούμε ουσιαστικά δίπλα στην LGBTQIA2S+ κοινότητα;

Χωρίς να είμαι κοινωνιολόγος, πιστεύω πως η μεγαλύτερη έμφαση πρέπει να δοθεί στην εκπαίδευση και την ενημέρωση. Πρέπει σίγουρα να μορφώνουμε τα παιδιά πάνω στη διαφορετικότητα, να μάθουν να αποδέχονται και να αγκαλιάζουν το συνάνθρωπό τους. Τα σχολεία και οι γονείς να εκπαιδεύουν ουσιαστικά τα παιδιά. Το ίδιο θα πρέπει να συμβαίνει και με κάποιους ενήλικες.

Ως straight άντρας πώς δια[1]χειρίζεσαι την ομοφοβία;

Ευτυχώς, ο περίγυρός μου, και λόγω δουλειάς, δεν είναι συνήθως ομοφοβικός. Αλλά γενικά επιλέγω να μιλάω. Συνήθως ρωτάω: «Είσαι καλά; Μιλάς άσχημα για κάποιον που δεν σου έχει κάνει κάτι. Εσύ μέσα σου είσαι καλά;» Κοιτάζω δηλαδή στον πυρήνα ενός ομοφοβικού ανθρώπου.

Ποια είναι η αγαπημένη σου βρισιά;

Μπετόβλακας.

Πιστεύεις ότι ο ρατσισμός και η κακία είναι συνώνυμα της βλακείας;

Η βλακεία ενέχει και μια αθωότητα μέσα. Ο ρατσισμός και η κακία, όμως, είναι πολύ αρνητικά χαρακτηριστικά. Ο ρατσισμός εμπεριέχει κομμάτια ανατροφής και επιλογής. Τη βλακεία μπορείς να τη συγχωρέσεις λίγο στον άνθρωπο.

Υπάρχει ρατσισμός στο θέατρο;

Δεν ξέρω γενικά. Αυτό που μπορώ να πω εγώ είναι ότι προσωπικά δεν έχω βιώσει κάποιου είδους ρατσιστική συμπεριφορά.

Πιστεύεις ότι το #MeΤoo πήρε τη διάσταση που έπρεπε; Ποια είναι η επόμενη μέρα στο χώρο; Μειώθηκαν οι προσβλητικές συμπεριφορές;

Οπωσδήποτε μειώθηκαν και σίγουρα υπάρχει φόβος. Το θέμα όμως είναι ένας κακοποιητής να αντιληφθεί τις πράξεις του και να έρθει αντιμέτωπος με τους δικούς του δαίμονες. Να σταματήσει να κακοποιεί όχι απλώς επειδή φοβάται.

Ποιους άλλους ανθρώπους του «σιναφιού» σου δεν αντέχεις;

Τους αγενείς και τους αλαζόνες.

Ποιος είναι ο αγαπημένος σου σκηνοθέτης και τι δεν του «συγχωρείς»;

Ο Christopher Nolan και δεν του συγχωρώ ότι δεν με διάλεξε στο «Oppenheimer». (γέλια)

Ποια είναι η μεγαλύτερη αξία που έχεις πάρει από το σπίτι σου, στην οποία δεν τίθεται σενάριο έκπτωσης;

Όταν δίνεις το λόγο σου, πρέπει να τον κρατάς. Επίσης: Όταν δουλεύουμε, δουλεύουμε.

Αν ρωτούσα τη σύζυγό σου ποια είναι τα πιο βασικά ελαττώματα που έχεις, τι θα μου απαντούσε;

«Ο Νίκος είναι αναβλητικός, ήρεμος σε σημείο εκνευρισμού, ακατάστατος και άνθρωπος που σκέφτεται πολύ τη δουλειά.»

Τελικά σε τι κόσμο έφερες την 3 ετών κόρη σου; Τι φοβάσαι για εκείνη;

Εκεί που δεν φοβόμουν τίποτα, τώρα φοβάμαι τα πάντα – ακόμη και το να περπατήσει στο δρόμο μόνη της. Από τα πιο μικρά μέχρι τα πιο μεγάλα.

Ποια είναι τα πιο ισχυρά όπλα με τα οποία την έχεις οχυρώσει;

Αγάπη και αγκαλιά. Και κυρίως έναν πατέρα δίπλα της, βέβαια.

Πες μας μια σημαντική για σένα λέξη στην αλβανική γλώσσα.

Shkojmë (Πάμε). OΚ, Νίκο, φύγαμε..

Η συνέντευξη πραγματοποιήθηκε από την Ανθή Ζήνα και δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Downtown, στο τεύχος του Μαίου. Τη φωτογράφιση επιμελήθηκε ο Γιώργος Καπλανίδης