Είναι ανήσυχο πνεύμα – το αποδεικνύουν όχι μόνο τα πολλά βιβλία του, αλλά και η ενασχόλησή του τα τελευταία χρόνια με την πολιτική και η διαδρομή που έκανε από την Αριστερά στη Δεξιά και από τον ΣΥΡΙΖΑ στη Νέα Δημοκρατία, με ενδιάμεσο σταθμό το Ποτάμι. Η πρόσφατη περιπέτεια της υγείας του συγκλόνισε. Όχι μόνο επειδή κατέρρευσε μπροστά στον τηλεοπτικό φακό, σε ζωντανή εκπομπή, αλλά και γιατί είναι ένα πρόσωπο που δεν περνά απαρατήρητο. Συγκλόνισε βέβαια και τον ίδιο, καθώς, όπως εξηγεί, η επιβίωσή του ήταν πράγματι θέμα τύχης και λίγων λεπτών. Βέβαια, δεν τον συμπαθούν όλοι. Πολλές φορές οι απόψεις του έχουν προκαλέσει και αντιπάθειες, κυρίως λόγω της μαχητικότητας με την οποία τις υπερασπίζεται. Το σπίτι του Πέτρου Τατσόπουλου, εκεί όπου τον συναντήσαμε, είναι ένα τυπικό αθηναϊκό διαμέρισμα, μαρτυρά όμως αναμφίβολα την ιδιότητά του, καθώς σε κάθε γωνιά βρίσκεται μια βιβλιοθήκη με στοιβαγμένα βιβλία.
Τι έχει αλλάξει στη ζωή σας μετά την περιπέτεια που περάσατε;
Όλη η στάση μου νομίζω έχει αλλάξει. Τυχαίνει να έκλεισα τα 60 τον Δεκέμβρη και ποτέ δεν είχα κάποιο πρόβλημα που να με βάλει σε σκέψεις και σε εγρήγορση γύρω από την υγεία μου. Το πιο σοβαρό που είχα πάθει ήταν μια εγχείρηση στις αμυγδαλές, λίγο επικίνδυνη επειδή την έκανα μεγάλος. Δεν είχα ιστορικό. Δεν είχα κάτι που να με ενοχλεί, κάποιο προμήνυμα ή συμπτώματα για οτιδήποτε, κι έτσι δεν ασχολήθηκα ποτέ με την υγεία μου. Δεν ήξερα τι σημαίνει πίεση ή χοληστερίνη. Ένας ζαμανφουτισμός με την παράλογη λογική του «μην τα ψάχνεις, διότι όσο ψάχνεις βρίσκεις». Συνδυασμένο αυτό με έναν φαταλισμό «que sera, sera», ό,τι είναι να συμβεί, θα συμβεί. Οπότε, το ανεύρυσμα ήταν πραγματικά αστροπελέκι. Η επίσημη ονομασία είναι «οξύς διαχωρισμός ανιούσας αορτής». Πολλοί γιατροί βάζουν και τον όρο «διαξιφιστικός», διότι πραγματικά αισθάνεσαι τον πόνο σαν ξίφος, σαν μια μαχαιριά στην καρδιά. Αυτό όλο με έβαλε σε μια διαδικασία που δεν είχα ξεκινήσει έως τότε. Αναλώνουμε τον περισσότερο χρόνο μας με τα μικροπράγματα, ένα «σου’πα, μου ’πες», έχουμε εξαρτημένα αντανακλαστικά σαν σκυλάκια του Παβλόφ: μας ρίχνουν το μπαλάκι, το παίρνουμε και λέμε…
Βρεθήκατε πράγματι τόσο κοντά στο τέλος;
Απ’ ό,τι λένε οι ίδιοι οι γιατροί -γιατί εγώ δεν μπορούσα να έχω επίγνωση-, με χώριζαν ουσιαστικά λίγα λεπτά από τον θάνατο. Και αν πήγαιναν by the book κι έκαναν όλες τις εξετάσεις που θα έπρεπε να κάνουν -αγγειογραφίες, αξονικές κ.λπ.- δεν υπήρχε περίπτωση να επιζήσω. Το ανεύρυσμα, η ρήξη αορτής γενικώς, ενώ δεν θεωρείται εξαιρετικά πολύπλοκη εγχείρηση, είναι μεγάλη και βαριά επέμβαση. Διήρκεσε πέντε ώρες, αλλά υπάρχουν περιπτώσεις που κρατάει μέχρι και 15. Το δύσκολο είναι να προλάβεις να φτάσεις στο χειρουργείο και γι’ αυτό υπάρχει μεγάλη θνησιμότητα. Για μένα ήταν θέμα λεπτών και τύχης. Πολλά πράγματα που φαίνονταν ως ατυχείς συμπτώσεις αποδείχτηκε ότι ήταν ευτυχείς. Ήμουν, δηλαδή, σε έναν τηλεοπτικό σταθμό και όχι μόνος μου. Ήταν ένα ευτύχημα. Το ότι ήταν, όμως, στους Θρακομακεδόνες ήταν ατυχία, διότι έπρεπε να διασχίσω την Κηφισίας για να φτάσω στο Ιπποκράτειο, που ήταν το εφημερεύον νοσοκομείο. Αν το ασθενοφόρο του ΕΚΑΒ έπαιρνε την Κηφισίας, δεν υπήρχε περίπτωση να φτάσω ζωντανός. Έλα, όμως, που ο σταθμός είναι δίπλα στην Εθνική Οδό και σε μέρα και ώρα που δεν ήταν μποτιλιαρισμένη. Ήταν Τρίτη, 11:30 το πρωί, κι έτσι αυτομάτως μετατρεπόταν σε μια οδό ταχείας κυκλοφορίας και ήμουν στο Ιπποκράτειο σε 20 λεπτά. Κυρίως, όμως, η τύχη μου έχει ονοματεπώνυμο: Λέγεται Δημήτρης Λυμπεριάδης, ο γιατρός που έτυχε να εφημερεύει και να είναι επικεφαλής της χειρουργικής ομάδας. Αν αυτός δεν έθετε βέτο ώστε να μην πάμε για εξετάσεις by the book, τότε πάλι θα πέθαινα και κανείς δεν θα ζητούσε την ευθύνη κανενός, διότι δεν θα είχε γίνει κάτι παράτυπα. Μερικές φορές, κάποιοι άνθρωποι -και η περίπτωση του Δημήτρη είναι ακριβώς αυτή- αναλαμβάνουν προσωπικά την ευθύνη, μολονότι ξέρουν ότι κανείς δεν θα τους κατηγορούσε αν δεν την αναλάμβαναν, και δίνουν μια μάχη την οποία κανένας επίσης δεν θα τους κατηγορούσε εάν την έχαναν.
Πώς ζήσατε αυτή τη δύσκολη εμπειρία;
Με όλα αυτά που βλέπουμε στο σινεμά, τα κλισέ ότι τα μάτια σου γυρίζουν, ότι παίρνεις τη στάση του νεκρού… Όπως μου είπε εκ των υστέρων ο Δημήτρης, την είχα πάρει. Ήμουν έτοιμος προς αναχώρηση, είχα κόψει εισιτήριο. Και μετά τη νάρκωση που παίρνεις, επειδή είναι πολύ βαριά, με οπιούχα φάρμακα, αντιμετωπίζεις άλλους κινδύνους. Μπορεί να ξυπνήσεις με εγκεφαλική, νεφρική ή κινητική ανεπάρκεια. Ένας ακόμη κίνδυνος, που μου τον είπαν εκ των υστέρων, είναι ότι ξυπνάς με διάφορες ψυχώσεις, πως γίνονται διάφορες συνωμοσίες και θέλουν να σε σκοτώσουν. Το έχω γράψει στα Νέα. Πίστευα ότι ένας κοντός με μια σακούλα ήθελε να με στραγγαλίσει, έλεγα διάφορα τρελά και φανταζόμουν πράγματα κι ανθρώπους που δεν υπήρχαν. Ο κίνδυνος είναι ότι μπορεί να αποκτήσεις ψύχωση μόνιμη. Όλα αυτά λοιπόν με έκαναν να αναδιατάξω τις προτεραιότητές μου και να λέω «εντάξει, μη χαλάς τη ζαχαρένια σου γι’ αυτή τη λεπτομέρεια». Συνειδητοποίησα πως η ζωή είναι ένα πολύτιμο δώρο, εύθραυστο, και ότι όσο σου μένει και σου δίνεται πρέπει να το προσέχεις.
Φοβάστε πια τον θάνατο;
Τον θάνατο ως τον μεγάλο, άγνωστο Χ, τον φοβάσαι ακριβώς επειδή δεν τον ξέρεις και οι περισσότεροι άνθρωποι φοβούνται ότι θα πάψουν να υπάρχουν. Ειδικά άνθρωποι σαν και μένα, που δεν πιστεύουν και δεν έχουν κάποιο τεκμήριο στα χέρια τους ότι θα ζήσουν με κάποια άλλη μορφή -διότι δεν πιστεύω στη μετά θάνατον ζωή, αλλά ότι αυτή είναι εδώ η ευκαιρία μας- πιθανόν να έχουν μια μεγαλύτερη αγωνία από τους υπόλοιπους, που μπορεί να πιστέψουν ότι ίσως μετά τον θάνατο θα ζουν και καλύτερα. Άνθρωποι σαν και μένα φοβούνται περισσότερο την ταλαιπωρία έως το τέλος, παρά το ίδιο το τέλος. Εγώ είμαι λίγο της επικούρειας αντίληψης, διότι ο Επίκουρος είχε πει πως «όταν ο θάνατος είναι εδώ, εσύ απουσιάζεις, και όταν είσαι εσύ εδώ, ο θάνατος απουσιάζει», άρα δεν έρχεστε ποτέ σε επικοινωνία. Αυτό είναι το ιδανικό. Ιδανικό είναι να πέσεις για ύπνο και να μην ξυπνήσεις ποτέ. Το τέλειο. Δεν γίνεται έτσι στη συντριπτική πλειονότητα των περιπτώσεων, όμως. Αλλά δεν είχα πεισιθάνατες σκέψεις, να σκέφτομαι τον θάνατο και να τον αποζητώ. Ο θάνατος ήταν πάντα στην άκρη.
Κάποιοι λένε, όμως, ότι ο τηλεοπτικός συνομιλητής σας εκείνη τη στιγμή προτίμησε να τελειώσει τη φράση του, παρά να σας βοηθήσει.
Ο Δημήτρης Βίτσας, που τον ήξερα από παλιά, από τον ΣΥΡΙΖΑ, όταν ήμουν βουλευτής, δεν είναι γιατρός και φυσικά η αντίδρασή του ήταν αντίδραση αμηχανίας, αντίστοιχη με τη δική μου. Εγώ ο ίδιος ήξερα τι μου συμβαίνει. Ένιωθα έναν πόνο και δεν ήξερα τι είναι. Δεν ούρλιαζα κιόλας ότι πεθαίνω. Έκπληκτος ήμουν, αμήχανος. Πώς να μην είναι και ο άλλος το ίδιο; Πού να φανταστεί ότι πεθαίνω; Εγώ δεν το φανταζόμουν. Πολλά πράγματα δεν έδειξε η τηλεόραση. Όπως ότι ο Δημήτρης κάθισε μετά μαζί με τον Γιάννη Λύρα και μου έκαναν συντροφιά όσο περιμέναμε το ασθενοφόρο και προσπαθούσε να μου απαλύνει τον πόνο. Δεν ήταν οι δυο τους σαν μοιρολογίστρες. Ο Δημήτρης πήρε τη γυναίκα μου τηλέφωνο να την καθησυχάσει, ήταν συνέχεια σε επαφή μαζί της. Με ενόχλησε λοιπόν αυτό που είπαν, και καλά κάνεις και το θίγεις. Πόσο πια στην πλειοψηφία μας έχουμε δηλητηριαστεί λίγο-λίγο με μιθριδατισμό και φτάνουμε να θεωρούμε λογικές συμπεριφορές που, αν καθίσουμε και τις αναλύσουμε, θα δούμε ότι είναι παράλογες. Έχουμε φτάσει σε ένα σημείο που θεωρούμε ότι ο άλλος θα συμπεριφερθεί με έναν ανάλγητο και παράλογο τρόπο επειδή δεν συμφωνούμε πολιτικά. Να δεις τι μου λένε οι ακροδεξιοί. Ότι είμαι σκατόψυχος. Άσε που μου κοπανάνε ότι είμαι υιοθετημένος και έχω τους Έλληνες στο μάτι επειδή είμαι μπάσταρδος.
Συνέβη πράγματι αυτό μέσα στα τελευταία χρόνια;
Δεν είμαι από τους ανθρώπους που εξιδανικεύουν το παρελθόν και δεν λέω ότι ήμασταν ποτέ ένας ιδανικός λαός, τέλειος και μεγαλόψυχος, που με το πέρασμα του χρόνου έχει γίνει τώρα σκατόψυχος. Αλλά είναι αλήθεια ότι τα τελευταία χρόνια υπήρξε μια βαθιά δηλητηρίαση κι ένας βαθύς διχασμός που βλέπω καθημερινά και στις αναρτήσεις στα κοινωνικά δίκτυα, τα οποία έπαιξαν έναν τεράστιο ρόλο στην απενοχοποίηση των ανθρώπων. Είναι αυτό που ο Ουμπέρτο Έκο ονόμασε κάποια στιγμή ως «Εισβολή των Ηλιθίων». Υπήρχε δηλαδή μέχρι και λίγα χρόνια πριν ένας βαθμός ενοχικής συμπεριφοράς από κάποιους που δεν κατείχαν ένα θέμα απέναντι στους επαΐοντες. Υπήρχε ένα ανάχωμα. Έλεγες να μην πεις κάτι σ’ αυτόν που ξέρει, αλλά να το πεις στο καφενείο και στους φίλους σου, που είναι ξερόλες σαν και σένα. Με τα κοινωνικά δίκτυα, αυτός ο κόσμος απενοχοποιήθηκε, διότι κατάλαβε τη δύναμη και το πλήθος του. Ότι δεν είμαστε μόνο εμείς στο καφενείο, τέσσερις άνθρωποι, αλλά εκατομμύρια, και ότι εγώ μπορώ ν’ απευθύνομαι ευθέως στα εκατομμύρια μέσα από τα κοινωνικά δίκτυα. Να λέω τη μαλακία που έλεγα στο καφενείο και να παίρνω 10.000 likes. Κατάλαβες; Στην Ελλάδα υπήρξε ένα κλείσιμο του ματιού προς τον λαϊκισμό -αν και πρέπει να πούμε ότι δεν υπήρχε κόμμα που να πάρει την εξουσία και να μη φλερτάρει με τον λαϊκισμό-, αλλά τώρα καταλύθηκαν κάποια όρια λογικής. Ακροδεξιά κόμματα, όπως οι ΑΝΕΛ, μετονομάστηκαν σε κεντροδεξιά. Δηλαδή, το κρέας ονομάστηκε ψάρι, απλώς για να κυβερνήσουν. Έτσι άνοιξε το κουτί της Πανδώρας και βγήκαν από μέσα όλα τα φαντάσματα. Με τη συμφωνία των Πρεσπών ανανεώθηκε αυτό και βλέπω μια χώρα καθηλωμένη. Μια χώρα κολλημένη στο παρελθόν, και από την Αριστερά και από τη Δεξιά. Μια χώρα με αυτοκαταστροφικές τάσεις. Δεν υπάρχει αμφιβολία πως αν η Ελλάδα δεν είχε αυτό το απίστευτο φυσικό κάλλος, που την κάνει να είναι ένα πολύ δελεαστικό πιάτο για όλο τον πλανήτη, τότε θα είχε καταστραφεί. Αν ήταν μια χώρα της μέσης Ευρώπης, σαν την Ουγγαρία, δεν θα είχε επιζήσει.
Ο Μητσοτάκης είναι καλός πρωθυπουργός;
Αυτό που ξέρω είναι ότι μπορεί να γίνει. Ξέρω ότι πολλά πράγματα που κάνει είναι προς τη σωστή κατεύθυνση. Αλλά ξέρω και ότι προσπαθεί να συμβιβάσει πολλά που είναι εν δυνάμει ασυμβίβαστα και αυτή τη στιγμή είναι υποχρεωμένος να πατάει σε δύο βάρκες. Αργά ή γρήγορα, θα τελειώσει ο μήνας του μέλιτος και θα πρέπει να αποφασίσει με ποιους θα πάει και ποιους θ’ αφήσει. Τότε, οι αποφάσεις θα είναι δύσκολες, διότι αυτό συνεπάγεται μεγάλη κομματική αιμορραγία και μπορεί να τον απειλήσει ότι θα χάσει την εξουσία. Αυτή τη στιγμή, κανένας δεν του κάνει αντιπολίτευση στην πραγματικότητα, κανένας δεν αισθάνεται ισχυρός. Αλλά οι ακραία συντηρητικοί και οι φιλελεύθεροι δεν μπορούν να συγκατοικούν σε ένα κόμμα εσαεί. Το κάνουν από λόγους ανάγκης, ενώ είναι αντίρροπες οι απόψεις τους. Το ότι κατάφερε ο Μητσοτάκης να κρατήσει το κόμμα ενωμένο και να μη διασπαστεί, ούτε με τη συμφωνία των Πρεσπών, λόγω της στάσης της Ν.Δ., ούτε με όλα τα κόλπα του «διαίρει και βασίλευε» που εφάρμοσε η προηγούμενη κυβέρνηση, είναι ένα επίτευγμα που πιστώνεται σ’ αυτόν. Δεν ξέρω πόσο θα τα καταφέρει στο μέλλον. Το εύχομαι, διότι δεν έχουμε και μεγάλα περιθώρια.
Και ο Τσίπρας;
Ο Τσίπρας είναι ένας πολύ καλός τακτικιστής. Πάντοτε ήταν. Από τότε που τον είχα γνωρίσει και ήμουν βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ το πίστευα. Δεν ξέρει από στρατηγική ή δεν τον ενδιαφέρει η στρατηγική. Πάει μέρα με τη μέρα, εκδηλώνεται αμφίθυμα. Από τη μία θέλει να διευρύνει το ακροατήριό του με την Κεντροαριστερά, την οποία είχε καθυβρίσει κι έλεγε ότι είναι ο «666», αλλά ξαφνικά την αγκάλιασε και είδε το φως το αληθινό. Από την άλλη, τα πολιτικά του γονίδια είναι το εκλογικό του ακροατήριο. Ο Τσίπρας είναι άνθρωπος του 3%. Είναι το πιο επιτυχημένο προϊόν του 3%, με μεγάλη διαφορά από τα υπόλοιπα, διότι έβγαλε την Αριστερά από τα μονοψήφια ποσοστά, κάνοντας διευρύνσεις σε ανθρώπους που δεν ήταν ΣΥΡΙΖΑίοι αλλά φίλα προσκείμενοι, όπως εγώ. Όμως, έχει μείνει ονομαστός και για λάθος επιλογές του – κι αφήνω στην άκρη τις γκάφες και την αμορφωσιά του. Μιλάω για τις λάθος επιλογές, άμα μπαίνεις στο ΚΚΕ όταν φεύγουν όλοι (σ.σ.: στα νιάτα του Τσίπρα, την εποχή των καταλήψεων στα σχολεία). Αλλά ήταν, λέει, μικρός τότε. Πόσα χρόνια θα είναι μικρός; Σήμερα είναι 45 ετών. Λοιπόν, μία από τις «οβιδιακές» του μεταμορφώσεις ήταν η συμμετοχή του στην πορεία του Πολυτεχνείου. Ήθελε να ξεγελάσει πάλι ένα αριστερό κοινό.
Η σχέση σας με την πολιτική τώρα ποια είναι;
Πάντοτε ήταν μια σχέση κατά περίπτωση, όχι επαγγελματική. Δεν ήμουν ποτέ παιδί του κομματικού σωλήνα. Ενώ στα βιβλία μου υπάρχουν πολλές αναφορές στην πολιτική, η σχέση μου με την ενεργό πολιτική ξεκίνησε στα 52 μου. Είναι μια σχέση της τελευταίας οκταετίας, αλλά επειδή είναι πολυκύμαντη δίνει την εντύπωση ότι είναι περισσότερα τα χρόνια. Και ήταν μια σχέση περιστασιακή, μια σχέση συνεργασίας και με τη Ν.Δ. και με τον ΣΥΡΙΖΑ. και με το Ποτάμι. Συνεργαζόμουν χωρίς ποτέ να μπω στους κομματικούς μηχανισμούς, δεν συμβιβάστηκα ποτέ με αυτό το πολιτικό αλισβερίσι της καθημερινότητας. Το small talk της πολιτικής μού ήταν αδιάφορο και του ήμουν αδιάφορος, κάτι που φαινόταν από τα εκλογικά αποτελέσματα. Στις τελευταίες εκλογές, η προσπάθεια και ο από κοινού στόχος με τον Μητσοτάκη, που μου έκανε την τιμή να με βάλει στο ψηφοδέλτιο, ήταν να απευθυνθώ σε έναν χώρο εκτός Ν.Δ. Ήταν δεδομένο ότι οι νεοδημοκράτες δεν θα με ψήφιζαν. Ποιοι θα με ψήφιζαν; Ένα ποσοστό των πρώην ΣΥΡΙΖΑίων που δεν θα ψήφιζαν πια με τίποτα ΣΥΡΙΖΑ. Υπήρχε βέβαια και το ψυχολογικό τους ανάχωμα και δεν θα ψήφιζαν τη Ν.Δ., οπότε επέλεξε υποψήφιους που προέρχονταν από την Αριστερά και δεν ήταν νεοδημοκράτες, όπως εμένα ή τον Ψαριανό και τον Τσιόδρα. Σε μια εκλογική περιφέρεια όπως ο βορράς της Β’ Αθήνας, που είναι κατ’ εξοχήν συντηρητική, πήρα 10.000 ψήφους, έστω κι αν δεν βγήκα. Τώρα, δεν μπορώ να προεξοφλήσω αν στο μέλλον θα μου ζητηθεί κάτι, διότι σε καμία περίπτωση δεν πήγα αυτοβούλως στη Ν.Δ. Δεν μπορώ να πω ότι δεν μου άρεσε η πρόταση. Αντιθέτως, τη βρήκα εξαιρετικά τιμητική, αλλά δεν ήταν ότι είχα πάει εγώ να χτυπήσω το κουδούνι τους και να ζητήσω να με βάλουν στα ψηφοδέλτια. Δεν λειτουργούν έτσι τα πράγματα και όποιος το πιστεύει είναι εξαιρετικά αφελής. Δεν σκοπεύω να αλλάξω τις ιδέες μου και να γίνω συντηρητικότερος, γιατί θα βάλω τα γέλια. Μπορώ να μείνω και σπίτι μου. Δεν λέω ότι θα μείνω σπίτι μου σίγουρα, γιατί είναι καλύτερα να μη μένεις σπίτι σου να το παρακολουθείς όλο αυτό από την τηλεόραση, αλλά να συμμετέχεις.
Μιλήστε μας για το νέο σας βιβλίο.
Είναι μια συλλογή από κείμενα που έχω γράψει τα τελευταία 2-3 χρόνια και έχει τίτλο Είσαι και Φαίνεσαι. Είναι ένα βιβλίο αυτογνωσίας για το ποια είναι η πραγματική μας εικόνα και ποια είναι τα σημεία που προδίδουν αυτό που είμαστε – και όχι αυτό που θέλουμε να νομίζουμε ότι είμαστε. Απόψεις ενοχλητικές κατά βάση και για τα στερεότυπα της Δεξιάς και για τα στερεότυπα της Αριστεράς, μια καταγραφή γεγονότων από προσωπικές αναμνήσεις και από το τι έχουμε κληρονομήσει και πώς έχουμε διαμορφωθεί. Από εκεί και πέρα, έχω ήδη αρχίσει την προεργασία για το επόμενο βιβλίο μου. Αλλά με την περιπέτεια της υγείας μου είδα ότι δεν μπορείς να προγραμματίσεις τίποτα και κάθε μέρα που περνά είναι ένα δώρο. Όσο μένεις από την πάνω μεριά του χορταριού, μπορείς να κάνεις σχέδια, αλλά δεν πρέπει να εκπλαγείς κι αν βρεθείς από κάτω, αν δηλαδή πεθάνεις ξαφνικά μια μέρα.