Σωτήρης Καλυβάτσης: Έχει νιώσει ποτέ ότι τα αστεία του έχουν ξεπεράσει τα όρια;

Ένας από τους διάσημους κωμικούς της Ελλάδας ξεκινάει εκπομπή για το καλύτερο φαγητό της πόλης και ανάμεσα σε συζητήσεις για μακαρόνια με κιμά και γεμιστά με κινόα, μιλήσαμε μαζί του για την πολιτική ορθότητα, τους κοινωνικούς αγώνες της εποχής μας και το πώς είναι να κάνεις στριπτίζ πάνω στο σανίδι

 

Ο Σωτήρης Καλυβάτσης είναι ο άνθρωπος που έκανε τους millennials να γελάσουν ξανά και ξανά με τους θρυλικούς χαρακτήρες που υποδύθηκε στο ΑΜΑΝ, πολλοί από τους οποίους ακόμα και σήμερα είναι ξεκαρδιστικά επίκαιροι. Ο Μαέβιους Παχατουρίδης είναι ο δικός μου αγαπημένος και αποτελεί σταθερά το πιο εύστοχο σχόλιο που έχει γίνει στην TV για την υπερφίαλη υποκρισία πολλών εστέτ εκπροσώπων της τέχνης. Αλλά ο Σωτήρης είναι πολλά παραπάνω από τις αστείες καρικατούρες που υποδύθηκε στο ιστορικό για την ελληνική TV show των ’90s. Είναι ένας καλλιτέχνης ο οποίος εξελίχθηκε υποκριτικά χωρίς το άγχος της επιτυχίας που έφερε στις πλάτες του, είναι ο άνθρωπος που απέδειξε ότι η λογική, η ενσυναίσθηση και η καλή προαίρεση είναι εχθροί της τοξικής αρρενωπότητας και είναι επίσης αυτός που δεν θα πει «όχι» σε μία πρόκληση. Αυτό είναι και το νέο του τηλεοπτικό πόνημα, που ξεκινά τον Μάη αυτόν στο Action 24. Μια εκπομπή για φαγητό και ιστορίες ανθρώπων, όλα δοσμένα μέσα από το χαρακτηριστικό χιούμορ που τον έβαλε αβίαστα στις καρδιές των ανθρώπων. Τον πετύχαμε ανάμεσα στα γυρίσματα της εκπομπής του και τις παραστάσεις στο θέατρο για να τον ανακρίνουμε για όλα αυτά που θέλουμε να μάθουμε από τον άνθρωπο ο οποίος με τα αστεία του έχτισε τους κοιλιακούς μιας γενιάς που δεν πήγε ποτέ στο γυμναστήριο.

Σωτήρη, ξεκινάς καινούργια εκπομπή στο Action 24.

Ναι. Η εκπομπή λέγεται «Θα φας καλά». Έχει ως βάση της το φαγητό και ψάχνει τις ιστορίες των ανθρώπων που κρύβονται πίσω από τα αγαπημένα μας μέρη για φαγητό στην πόλη. Πώς κατέληξε ένας άνθρωπος να έχει ένα μαγειρείο στην Κυψέλη στα 50 του ενώ πριν έκανε μια άλλη δουλειά, πώς αποφάσισε κάποιος άλλος να ανοίξει ένα γκουρμέ σουβλατζίδικο. Μπαίνουμε στις κουζίνες των εστιατορίων που φτιάχνουν τα καλύτερα φαγητά της Αθήνας και συστήνουμε κρυφούς γαστρονομικούς θησαυρούς, πάντα με χιούμορ και αγάπη για το πραγματικά καλό φαγητό. Κυριολεκτικά περιπλανιέμαι στους δρόμους της Αθήνας και κάνω ένα γαστρονομικό ταξίδι με ό,τι καλύτερο μπορείς να απολαύσεις.

Εσύ τι σχέση έχεις με το φαγητό;

Έχω ιδιαίτερη αγάπη για το φαγητό. Μαγειρεύω. Μαγειρεύω για την παρέα, μαγειρεύω για την αγαπημένη μου, μαγειρεύω για μένα. Μου αρέσει πολύ. Χαλαρώνω πολύ όταν μαγειρεύω και μου αρέσει να πειραματίζομαι.

Και όταν πειραματίζεσαι τι είναι αυτό που κάνεις;

Μεγάλωσα με μαμά πολύ καλή μαγείρισσα, που έφτιαχνε πολλά φαγητά έτσι όπως τα ξέρουμε και με πολλή Ανατολή μέσα σε αυτά. Κι εγώ από μικρός, και λόγω της ενασχόλησής μου με τις κατασκηνώσεις, μαγείρευα κάποια στιγμή για τα παιδιά που είχα στην κατασκήνωση. Επίσης, δούλεψα μετά το στρατό σαν πρώτη-πρώτη δουλειά ως βοηθός μάγειρα στην Κρήτη, σε ένα μαγαζί με ελληνική κουζίνα. Γενικά έχω κάποια πολύ ιδιαίτερα πιάτα για πολύ ιδιαίτερες στιγμές, τα οποία είναι πολύ αγαπημένα.

Πες μας ένα.

Όταν είμαι σε φόρμα και θέλω να φτιάξω κάτι ιδιαίτερο για κάποιους ανθρώπους, συνήθως κάνω γεμιστά με κινόα.

Ποιο φαγητό ή ποια γεύση έχει χαρακτηρίσει την παιδική σου ηλικία;

Σίγουρα τα μακαρόνια με κιμά, ο τραχανάς και οι τηγανητές πατάτες με χοιρινή μπριζόλα.

Θέλω να μου πεις τι έχεις ανακαλύψει μέσα από την εκπομπή για την πόλη και το φαγητό της.

Ότι υπάρχουν πλέον στην πόλη πάρα πολλές επιλογές για πραγματικά καλό και αξιόλογο φαγητό. Έχουμε αναβαθμιστεί γαστρονομικά. Έχουν γίνει πολλά καινούργια μαγαζιά, αλλά και αρκετά από τα παλιά έχουν κάνει βήματα εξέλιξης και είναι ανταγωνιστικά και στην εποχή τους.

 

 

Φέτος πρωταγωνιστείς στην παράσταση «Άντρες με τα όλα τους». Πες μου πώς νιώθεις που γδύνεσαι κάθε βράδυ στη σκηνή.

Είναι το τρίτο ανέβασμα στη χώρα μας. Είναι μια διασκευή της Θέμιδας Μαρσέλλου. Είναι καινούργια διασκευή, δεν έχει σχέση δηλαδή με τα δύο προηγούμενα. Είναι στο σήμερα, είναι σύγχρονο και πολύ κατανοητό. Ταυτίζονται οι άνθρωποι στο θέατρο, γελάνε, ξεκαρδίζονται, δακρύζουν όταν πρέπει να δακρύσουν. Όλοι μας αναφέρουν ότι θίγουμε πράγματα που τους αφορούν. Και καταλήγουμε στο στριπτίζ, το οποίο είναι το κερασάκι στην τούρτα. Χορεύουμε σε ένα πολύ ωραίο τραγούδι για πέντε λεπτά και το γδύσιμο έρχεται με πολύ γλυκό και οργανικό τρόπο. Το έχουμε συνηθίσει. Ούτε καν το σκεφτόμαστε πλέον. Νιώθουμε όλοι πολύ ασφαλείς από την αρχή.

Η κοινωνία μας έχει ξεπεράσει συντηρητισμούς του παρελθόντος;

Σίγουρα έχουμε κάνει πολλά βήματα από τις παλαιότερες αγκυλώσεις. Βέβαια, τώρα βιώνουμε μια εποχή των σύγχρονων αγκυλώσεων και είμαστε σε μια μεταβατική περίοδο – και οι άνθρωποι και οι κοινωνίες μας, ειδικά ο δυτικός πολιτισμός, όπου τα πράγματα μεταλλάσσονται. Αποδεχόμαστε πράγματα που δεν αποδεχόμασταν, αλλά ταυτόχρονα η πολιτική ορθότητα που έχει επικρατήσει μας μπερδεύει λίγο. Πιστεύω, όμως, ότι στο μέλλον θα ξεκαθαρίσουν σιγά-σιγά οι νέες δυναμικές.

Έχει εξελιχθεί το δικό σου χιούμορ στο πέρασμα του χρόνου;

Όσο εξελίσσομαι εγώ και η ζωή μου, καθώς και το περιβάλλον στο οποίο ζω, με έναν τρόπο συντονίζομαι, προσαρμόζομαι, οπότε έχει αλλάξει. Όταν ήμασταν μικροί, λέγαμε άλλα πράγματα και γελούσαμε με άλλα πράγματα. Τότε ήταν ΟΚ να αστειευτείς με ένα χαρακτηριστικό ενός ανθρώπου. Τώρα δεν είναι πια και συμφωνώ με αυτό.

Περιορίζει το χιούμορ η πολιτική ορθότητα; Πώς το βιώνεις εσύ όταν γράφεις τα αστεία σου;

Δεν κάθομαι ποτέ να γράψω ένα αστείο. Μου έρχονται αυθόρμητα τα πράγματα. Πάντα είχα τακτ απέναντι στους συνανθρώπους μου. Δεν ήταν ποτέ στόχος μου να προσβάλω κάποιον άλλο. Κατανοώ απόλυτα ότι το σώμα ανήκει στον κάθε άνθρωπο που το φέρει και θα το κάνει ό,τι θέλει και δεν μπορείς να τον κρίνεις γι’ αυτό. Η σάτιρα, όμως, δείχνει το πρόβλημα της κοινωνίας –του ανθρώπου–, το μεγεθύνει. Το κάνει σε υπερβολικό βαθμό, έτσι ώστε να γελάσεις μεν αλλά να λάβεις το μήνυμα μέσα από το αστείο.

Πώς ανέπτυξες τη δική σου αίσθηση του χιούμορ;

Ήταν κάπως έμφυτο – υπήρχε χιούμορ στην οικογένειά μου. Πάντα τα μετέτρεπα τα πράγματα μέσα στον εγκέφαλό μου και κατευθείαν μου ερχόταν κάτι να πω μόλις έβλεπα οτιδήποτε συνέβαινε. Αυτό το κάτι ήταν από την ανάποδη και την αστεία πλευρά. Έτσι αντιμετωπίζω γενικότερα τα πράγματα στη ζωή μου, ακόμα και την ίδια τη ζωή μου και τον ίδιο μου τον εαυτό.

 

 

Νιώθεις ποτέ ότι τα αστεία σου έχουν ξεπεράσει κάποιο όριο;

Στο δημόσιο λόγο μου δεν νομίζω ότι έχω ξεπεράσει ποτέ κανένα όριο. Άλλωστε, τα όρια τα θέτουν οι ίδιοι οι σατιρικοί καλλιτέχνες, δεν υπάρχει κάποιο μέτρο σάτιρας. Θέλω να πιστεύω ότι δεν έχω προσβάλει ποτέ κανέναν. Μπορεί να έχω φέρει κάποιον σε δύσκολη θέση, αλλά αν το αναλύσει και το σκεφτεί λιγάκι και αυτός μετά είμαι σίγουρος ότι θα κάτσει μόνος του και θα γελάσει.

Σε κουράζει καμιά φορά που όλος ο κόσμος περιμένει να είσαι πάντα αστείος;

Όταν ήμουν νεότερος, είχα τέτοια άγχη γιατί νόμιζα ότι έχω την υποχρέωση όπου βρίσκομαι να δουλεύω σαν λατέρνα για να περνάνε οι άλλοι καλά. Σταδιακά το ξεπερνάω αυτό. Επίσης, αν τυχόν δεν έχω ιδιαίτερα κέφια, προτιμώ να κάτσω σπίτι μου γιατί με προσεγγίζουν οι άνθρωποι με ιδιαίτερη χαρά και δεν θέλω να τους ξενερώνω σε καμία περίπτωση. Δεν μου έχουν κάνει και τίποτα.

Είναι και λίγο στρεσογόνο να ξέρεις ότι αν φύγεις από το σπίτι σου θα πρέπει να συναναστραφείς με ανθρώπους;

Καμιά φορά μου ζητάνε να τους πω ένα αστείο λες και είμαι jukebox. Δεν στρεσάρομαι, ούτε όμως μπορώ να είμαι αυτό που περιμένει ο καθένας από εμένα.

 

 

Θεωρείς τον εαυτό σου φεμινιστή; Ρωτάω γιατί είχες υπερασπιστεί ανοιχτά μία συνάδελφό σου που δέχθηκε κακοποίηση και δικαιώθηκε τελικά στο δικαστήριο πρωτόδικα.

Θεωρώ τον εαυτό μου έναν άνθρωπο που πιστεύει στην ισότητα των ανθρώπων.

Άρα φεμινιστής.

Χαρακτήρισέ με όπως θέλεις. Εγώ έχω κατανοήσει πάρα πολύ καλά και από μικρός την ουσία της διαφορετικότητας, και αυτό είναι κάτι που το χρωστάω κυριολεκτικά στην κατασκήνωση της ΧΑΝ. Μέσα σε μια σκηνή, ας πούμε, δέκα ατόμων ανακαλύπτεις ότι ο καθένας είναι μοναδικός και έχει την κλίση του και ότι ο καθένας θέλει στήριξη για να αποκτήσει αυτοπεποίθηση και να ενταχθεί σε ένα σύνολο.

Με αφορμή τις γυναικοκτονίες και τα περιστατικά κακοποίησης που βιώνουν οι γυναίκες και ακούμε συνέχεια, θέλω να σε ρωτήσω αν μιλάτε για τα δικαιώματα των γυναικών με τη σύντροφό σου.

Είμαστε ευαισθητοποιημένοι και οι δύο και τα συζητάμε αυτά τα πράγματα έτσι κι αλλιώς. Δεν είμαστε της πατριαρχίας, ούτε εκείνη ούτε εγώ. Ο άνθρωπος είναι άνθρωπος και υποστηρίζω το δικαίωμα κάθε ανθρώπου στον αυτο[1]προσδιορισμό του προφανώς και σε έμφυλα θέματα.

Θέλω να πιάσουμε τον αγώνα που έδωσαν οι καλλιτέχνες επί μήνες. Νιώθεις περήφανος για τη μαχητικότητα που έδειξαν στη διεκδίκηση των δικαιωμάτων τους;

Το σπάνιο στη χώρα μας είναι να μπορέσουμε να ενωθούμε και να συνεννοηθούμε για το κοινό καλό, για το αυτονόητο. Αυτό συνέβη με τους ηθοποιούς πρόσφατα εξαιτίας του προεδρικού διατάγματος. Αλλά συνέβη. Οι συνεδριάσεις του ΣΕΗ εί[1]χαν πρώτη φορά τέτοια συμμετοχή. Δεν είχε κομματική χροιά όλο αυτό, αλλά ήταν κινηματικό, και αυτή ήταν η ομορφιά του. Για μένα σημαντικό είναι να συνεννοούμαστε ακόμα και αν διαφωνούμε, γιατί κάποια πράγματα είναι κοινά για όλους. Έγινε μια αρχή. Ελπίζω να συνεχίσει.

Η νέα γενιά έχει διαφορετική νοοτροπία και δυναμική στον τρόπο που διεκδικεί;

Υποχρέωση της νέας γενιάς είναι να διεκδικούν, να κάνουν επαναστάσεις και να πηγαίνουν τα πράγματα μπροστά. Τώρα εμείς τι θα μπορούσαμε να πούμε στους νέους; Πιστεύω ότι δεν έχουμε δικαίωμα να τους πούμε τίποτα. Αυτό που τους παραδίδουμε είναι μια σαπίλα. Ένα σάπιο σύστημα που η δικιά μου η γενιά δεν μπόρεσε να το αλλάξει, εντάχθηκε και συμβιβάστηκε. Θέλω οι νέοι να κάνουν αυτό που ορίζει η ψυχή τους και η καρδιά τους, μπας και εξελιχθούν λίγο τα πράγματα, γιατί σίγουρα είναι πιο ανοιχτόμυαλοι από όλους εμάς που προηγηθήκαμε.

Θέλω να μου πεις αν έχεις βαρεθεί να απαντάς στην ερώτηση για το πώς είναι η σχέση σου με τον Αντώνη Κανάκη.

Και βαρέθηκα να με ρωτάνε και δεν έχει νόημα να με ρωτάνε γιατί κάποια πράγματα τελειώνουν. Από τότε που έληξε η συνεργασία μας έχω κάνει πάρα πολλά πράγματα για τα οποία είμαι εξίσου περήφανος και χαρούμενος που τα έκανα, όπως είμαι και για το ΑΜΑΝ. Η επιτυχία και η συνεργασία ήταν κάτι μοναδικό, και έτσι θα παραμείνει στο μυαλό και στην ψυχή μου. Μπορεί να μην έκανα μια τόσο μεγάλη επιτυχία μετά από το ΑΜΑΝ, αλλά δεν με ενδιαφέρει κιόλας. Τότε κάναμε κάτι εντελώς νεανικό και καινούργιο, έκανε τον κύκλο του και μετά ο καθένας τράβηξε το δρόμο του. Δεν υπάρχει κάτι άλλο να ειπωθεί.

Παρακολουθείς την ελληνική σκηνή της κωμωδίας; Έχουμε αξιόλογους Έλληνες κωμικούς σήμερα;

Η κωμωδία υπάρχει στη χώρα μας από τα αρχαία χρόνια. Πιστεύω ότι έχουμε μέσα μας ως λαός και το δράμα, και την κωμωδία, και το χιούμορ. Το χιούμορ μας είναι πιο περιγραφικό, δεν είναι φλεγματικό όπως των Άγγλων. Το κοινό δεν ξέρω αν στηρίζει την κωμωδία σαν τρόπο live διασκέδασης. Έχουν την αίσθηση ότι το stand up σημαίνει ότι ο κωμικός προσβάλλει τον κόσμο. Η γενιά των καλλιτεχνών όπως ο Φισφής, ο Ρούμπος, ο Μα[1]καλιάς, ο Ατζαράκης, και όλοι οι άλλοι που δεν έχω αρκετό χρόνο να αναφέρω, αλλάζει σιγά-σιγά αυτή την αντίληψη και φέρνει κόσμο στα live shows της.

Νιώθεις ότι στην τηλεόραση λείπει το χιούμορ;

Ναι, 100%. Δεν υπάρχει, και ό,τι υπάρχει ψαλιδίζεται. Σίγουρα στις σατιρικές εκπομπές που είναι σοβαρό θέμα, αλλά και σε επίπεδο σίριαλ, μια κωμωδία που να ξεκαρδιστείς δεν υπάρχει. Αν και η επικαιρότητα, που είναι τόσο αδυσώπητη, θα έπρεπε να ωθεί τους καλλιτέχνες να γράφουν κωμωδίες, στην πραγματικότητα υπάρχει τέτοια κοινωνική αμηχανία που συμβαίνει το αντίστροφο.

Η συνέντευξη δόθηκε στον Γιάννη Τσιούλη και δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Downtown, στο τεύχος του Μαίου. Τη φωτογράφιση επιμελήθηκε ο Freddie F.