Έχουµε µιλήσει όλες κι όλες δύο φορές, µε απόσταση έξι χρόνων, πάντα µέσω Skype, εκείνη στη Νέα Υόρκη κι εγώ στην Αθήνα. Καθώς όµως βλέπω το πρόσωπό της στην οθόνη του υπολογιστή µου (πριν, οφείλω να ομολογήσω, τον τραγικό θάνατο του George Floyd και τα γεγονότα που κλονίζουν την Αμερική), νιώθω ένα κύµα εγκαρδιότητας να µε κατακλύζει από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού, σαν να τα ξαναλέµε µε µια παλιά καλή φίλη. Πίσω της, το Loi Estiatorio, το µαγαζί που άνοιξε στο κέντρο του Μανχάταν το 2015, είναι παραδοµένο σε µια αταξία που µαρτυρά ότι µπορεί να µην υποδέχεται προς το παρόν πελάτες στη σάλα του, λόγω των µέτρων που επέβαλε η πανδηµία του κορονοϊού, έχει όµως µια άλλη σηµαντική αποστολή: την προετοιµασία και διανοµή γευµάτων σε γιατρούς, νοσηλευτικό και διοικητικό προσωπικό των νοσοκοµείων της πόλης, που είναι το επίκεντρο της πανδηµίας στις ΗΠΑ. «Ίσως η ευτυχία να είναι αυτό, το να δίνεις», λέει η Μαρία Λόη µε µάτια που ακτινοβολούν πάνω από τη µάσκα που φοράει. «Είναι κάτι που κάνω χρόνια, αλλά τώρα το θέλω περισσότερο από οτιδήποτε άλλο. Τα προηγούµενα χρόνια, η προσφορά µου ήταν εστιασµένη πιο πολύ προς τα παιδιά και τους πολύ µεγάλους ανθρώπους. Συνεχίζω να δουλεύω και ως εστιάτορας, αλλά δεν είναι αυτό που µε νοιάζει. Εκείνο που µε ενδιαφέρει είναι από ποιο νοσοκοµείο µας πήραν και πόσες µερίδες φαγητού χρειάζονται. Και έχω επηρεάσει πολύ κόσµο. Άνθρωποι που νοµίζω ότι ήταν λίγο –να το πω έτσι– τσιγκούνηδες, τώρα µε ρωτάνε τι µπορούν να κάνουν. “Ανοίξτε τα πορτοφόλια σας”, τους λέω. “Αυτή θα είναι η πρώτη κίνηση για να ανοίξετε την καρδιά σας”. Nοµίζω ότι είναι η καλύτερη περίοδος της ζωής µου».
Η ίδια αποδίδει την ευαισθησία της στον τρόπο µε τον οποίο µεγάλωσε. «Οι γονείς µου µού έµαθαν πως όσα κι αν έχεις, είτε είναι πολλά είτε λίγα, πρέπει πάντα να τα µοιράζεσαι, γιατί αυτό θα πει φιλότιµο και φιλοξενία», εξηγεί. Πριν ακόµα ξεσπάσει η υγειονοµική κρίση της πανδηµίας, στο εστιατόριό της υπήρχε πάντα πρόνοια για τους άστεγους, κάτι που επίσης έχει ενταθεί λόγω των συνθηκών. «Ανέκαθεν προσφέραµε γεύµατα σε άστεγους που κινούνται στην περιοχή, αλλά όταν ξέσπασε η κρίση είδα τόσο περισσότερους ανθρώπους να έχουν ανάγκη, που αυξήσαµε τον αριθµό. Είχαµε ξεκινήσει µε περίπου 15 γεύµατα την ηµέρα και τώρα µόνο για τους άστεγους και για όσους δεν έχουν σε αυτήν τη φάση την οικονοµική δυνατότητα να αγοράσουν φαγητό ξεπερνάµε τα 150 γεύµατα την ηµέρα. Έχουµε µια επιγραφή έξω από το εστιατόριο και έναν γάντζο στον οποίο κρεµάµε ανά τακτά χρονικά διαστήµατα σακούλες µε γεύµατα, ώστε να µπορεί να πάρει οποιοσδήποτε, χωρίς να χρειαστεί να σταθεί σε ουρά. Καθένας µπορεί να χρειαστεί βοήθεια κάποια στιγµή, δεν είναι κακό, κι εµείς είµαστε εδώ για να βοηθάµε. Ο σκοπός της ζωής µου είναι να δίνω, είναι αυτό που αγαπάω, οπότε και το κάνω».
Η πορεία προς τη Νέα Υόρκη
Οι µεγάλες αλλαγές ήταν σταθερό µοτίβο στη ζωή της Μαρίας Λόη, που από τα χωράφια της παιδικής της ηλικίας βρέθηκε να διαπρέπει στον χώρο των επιχειρήσεων, προτού αποφασίσει να στραφεί στη µαγειρική. «Γεννήθηκα στο Θέρµο Αιτωλοακαρνανίας, ένα πανέµορφο χωριό έξω από τη Ναύπακτο, πάνω από τη λίµνη Τριχωνίδα», µου είχε πει στην πρώτη µας συνέντευξη. «Από µικρή δούλευα στα χωράφια – καπνά, καλαµπόκια, σιτάρια, ντοµάτες, πατάτες, τα πάντα! Μετά ήρθα στη Νέα Υόρκη για να σπουδάσω, αλλά ήµουν πολύ αναρχικό πλάσµα και δεν ήθελα µε τίποτα να µείνω. Άφησα το πανεπιστήµιο στη µέση, γύρισα στην Ελλάδα κι έκανα µια βιοτεχνία ρούχων που πήγε πάρα πολύ καλά. Στο µεταξύ, για καλή µου τύχη, είχα γνωρίσει στην Αµερική σηµαντικές προσωπικότητες, ανθρώπους που σου ανοίγουν πόρτες όπως λέµε, οι οποίοι µε παρότρυναν να κάνω άλλα πράγµατα». Κάπως έτσι, µπήκε στο κοµµάτι του lobbying και ολοκλήρωσε µε επιτυχία projects µεγάλων πολυεθνικών εταιρειών και κοινοπραξιών, όπως η Nokia, η Texaco και η ITT Sheraton. «Ώσπου µια µέρα διάβασα ένα ποίηµα του Καβάφη, το “Όσο µπορείς”. Έβγαλα τα χρυσαφικά µου –που ήµουν σαν χριστουγεννιάτικο δέντρο– και πήγα στη Ναύπακτο, όπου άρχισα να διαβάζω, να µαγειρεύω και να γράφω. Θυµήθηκα ιδέες και συνταγές που είχα συναντήσει στο πέρασµα των χρόνων, µελέτησα τι έκαναν οι αρχαίοι Έλληνες και συνειδητοποίησα ότι δεν µε ενδιέφερε να ασχοληθώ µε οτιδήποτε δεν είχε σχέση µε φαγητό».
Οι φίλοι που την επισκέπτονταν την παρότρυναν αντί να τους µαγειρεύει σπίτι να ανοίξει εστιατόριο, οπότε δηµιουργήθηκε το Κουζίνα Μαρία Λόη. Εκεί, µέλη της Οργανωτικής Επιτροπής των Ολυµπιακών Αγώνων Αθήνα 2004 γεύτηκαν συνταγές εµπνευσµένες από την αρχαία Ελλάδα και της πρότειναν την έκδοση του βιβλίου Αρχαίων Δείπνον, που είναι σήµερα συλλεκτικής αξίας. Η γνωριµία της µε τη Ρούλα Κοροµηλά στάθηκε αφορµή για τα πρώτα της τηλεοπτικά βήµατα, ενώ ακολούθησαν αλλεπάλληλες επιτυχηµένες σεζόν στις πρωινές εκποµπές της Ελένης Μενεγάκη και του Γρηγόρη Αρναούτογλου. Μέχρι που το 2011 αποφάσισε να φύγει από την Ελλάδα και να εγκατασταθεί στη Νέα Υόρκη, ξαφνιάζοντας ακόµη και τους πολύ κοντινούς της ανθρώπους. Εκεί, στο Upper West Side αρχικά, άνοιξε το Loi Restaurant, το οποίο διαδέχτηκε το πιο κεντρικό Loi Estiatorio.
Η µεγάλη δοκιµασία
Παρόλο που, όπως συνέβη σε πολλά µέρη λόγω του κορονοϊού, το Loi Estiatorio δουλεύει προς το παρόν µόνο µε delivery, η Μαρία δεν έχει καµία επιχειρηµατική ανησυχία. «Η δουλειά στο εστιατόριο δεν αλλάζει», µου εξηγεί. «Για τους πελάτες µας είναι η κουζίνα τους, τα φαγητά µας είναι µέσα στην καρδιά τους και κάνουν όλοι παραγγελίες. Οπότε, δεν έχω κανένα πρόβληµα µε το µαγαζί. Απεναντίας, γίνεται καλύτερο και σταθεροποιείται ακόµα περισσότερο». Πώς είναι από τη µια να µαγειρεύεις για προσωπικότητες όπως ο Tony Bennett, ο George Takei και η Kathleen Turner, και από την άλλη να ζεις την έξαρση µιας πανδηµίας, που έφτασε να έχει δραµατικές διαστάσεις στη Νέα Υόρκη; «Η πόλη σήµερα δεν είναι η Νέα Υόρκη που ξέραµε», λέει η Μαρία. «Και δεν θα είναι και στο µέλλον η Νέα Υόρκη που ξέραµε. Το καλό όµως µε τους Νεοϋορκέζους είναι ότι δεν παραλύουν από τον φόβο και ότι ακούνε τις συστάσεις. Θα το αντιµετωπίσουν πιο γρήγορα σε σχέση µε την υπόλοιπη χώρα. Βέβαια, η οικονοµία δεν θα είναι ίδια. Ο κυβερνήτης της πολιτείας, ο Andrew Cuomo, είναι πάρα πολύ καλός. Εγώ µε τα πολιτικά δεν τα πηγαίνω καλά, δεν θέλω ούτε να τα βλέπω στη ζωή µου. Αλλά δεν µπορώ να µην πω ότι δύο άνθρωποι µου έκαναν εντύπωση µε τους χειρισµούς τους µέσα στην πανδηµία. Ο Cuomo εδώ και ο Μητσοτάκης στην Ελλάδα. Τους έχω αγαπήσει µόνο και µόνο από αυτό. Συγχαρητήρια και στους δύο».
Οι πρώτοι που συντάχθηκαν µαζί της στο εγχείρηµα της προετοιµασίας γευµάτων για τους γιατρούς και το νοσηλευτικό προσωπικό των νοσοκοµείων της πόλης ήταν η Angela Clair και ο σύζυγός της, Justin. «Η Angela είναι φίλη µου και την αποκαλώ “άγγελο”, γιατί είναι πάρα πολύ καλή», εξηγεί η Μαρία. «Με τον άντρα της πρόσφεραν τα πρώτα 700 δολάρια για να καλυφθούν τα έξοδα και άλλα τόσα έβαλα εγώ. Έτσι ξεκινήσαµε και τώρα πια έρχονται και µας βοηθούν άνθρωποι που δεν θα το περίµενα ποτέ. Και προµηθευτές. Θέλω να κάνω ιδιαίτερη µνεία στον Γιώργο Φραγκιαδάκη, από την εισαγωγική εταιρεία Costas Provisions στη Βοστόνη, που µε παίρνει κάθε µέρα και µε ρωτάει τι χρειάζοµαι να στείλει. Εγώ, επίσης, προσφέρω από τα προϊόντα που εισάγουµε από την Ελλάδα και διαθέτουµε στα Whole Foods µε την επωνυµία Loi. Εκτός από τις µερίδες του φαγητού, φτιάχνουµε ειδικές σακούλες για τους γιατρούς και το υπόλοιπο νοσηλευτικό προσωπικό µε πράγµατα για τους ανθρώπους που τους περιµένουν στο σπίτι».
Μια αχτίδα ελπίδας
Ο αριθµός των µερίδων που ετοιµάζονται καθηµερινά εξαρτάται από τα αιτήµατα που υπάρχουν, «µπορεί τη µια µέρα να κάνουµε 150 και την άλλη 300», λέει η Μαρία. Ποικίλλει επίσης το µενού, υπάρχει όµως µια σταθερά: να είναι φαγητό υγιεινό και θρεπτικό, που θα στηρίξει τους επαγγελµατίες οι οποίοι εργάζονται σε απαιτητικές συνθήκες ατέλειωτες ώρες, χωρίς να επιβαρύνει τον οργανισµό τους. «Το φαγητό µας είναι ούτως ή άλλως συνώνυµο του υγιεινού και το ξέρουν πλέον όλοι», τονίζει. «Δεν τηγανίζουµε, δεν χρησιµοποιούµε βούτυρα, επιλέγουµε βιολογικά προϊόντα. Και θα ήθελα να το πω αυτό στον κόσµο: από τα χωράφια ξεκίνησα και ξέρω τι έχω περάσει εγώ και οι δικοί µου άνθρωποι µε όλα αυτά τα παραθεία, τα λιπάσµατα, τα χάλια. Τότε, στα έδιναν αναγκαστικά για να τα βάλεις στα χωράφια σου. Σήµερα, έχουµε τη δυνατότητα επιλογής. Τα βιολογικά προϊόντα δεν είναι πολυτέλεια, είναι ανάγκη για να είµαστε πιο υγιείς. Λέω συνέχεια στους νέους ανθρώπους, αλλά και σε µεγάλες εταιρείες, ειδικά στην Ελλάδα, να επενδύουν στην παραγωγή βιολογικών προϊόντων. Είναι ένας τοµέας µε πολλές προοπτικές». Πιάτα όπως η σπανακόπιτα και η φασολάδα κάνουν θραύση, ενώ στο πρόγραµµα υπάρχουν σπεσιαλιτέ όπως παστίτσιο µε λαχανικά ή ψαρόσουπα από φρέσκο ψάρι – που, όταν το επιτρέπουν οι αεροµεταφορές, φτάνει στη Νέα Υόρκη απευθείας από την Ελλάδα.
Η Μαρία συµµετέχει στις διανοµές και η άµεση επαφή µε τους γιατρούς και το νοσηλευτικό και διοικητικό προσωπικό στην είσοδο κατά την παράδοση των πακέτων λέει πολλά. «Τώρα πια βλέπεις στα πρόσωπά τους την κούραση», διαπιστώνει. «Στην αρχή δεν ήταν έτσι. Τώρα όµως βλέπεις και ένα σφίξιµο, και τον πόνο στα µάτια τους. Βλέπεις πράγµατα που δεν µπορείς να περιγράψεις, αλλά τα νιώθεις. Και ένα µεγάλο “ευχαριστώ” βλέπουµε στο βλέµµα τους. Σαν µια αχτίδα ελπίδας ότι κάτι καλό γίνεται».
* Την πρωτοβουλία της Μαρίας Λόη στηρίζουν οι προµηθευτές Yiamas Dairy Farms, Nounos Creamery, Epiros USA, Sparta Gourmet, Illy Coffee, καθώς και το φαρµακείο Windsor Pharmacy.