Monday, η ελληνική ταινία που βλέπουν οι Αμερικανοί

Πώς θα ήταν ένας κόσμος φτιαγμένος μόνο με Παρασκευές; Ο Αργύρης Παπαδημητρόπουλος, ο σκηνοθέτης που υπογράφει το «Monday», την ταινία - talk of the town του φετινού καλοκαιριού, εξηγεί γιατί η ευτυχία βρίσκεται τελικά στις Δευτέρες.

Το αγγλόφωνο «Monday» του Αργύρη Παπαδημητρόπουλου είναι μια κανονική ερωτική ιστορία, όχι μια κινηματογραφική. Δεν ωραιοποιεί τίποτα και μιλάει για την αλήθεια του έρωτα. Όλα ξεκινάνε με ενθουσιασμό την Παρασκευή, αλλά η Δευτέρα της ενηλικίωσης κάποια στιγμή φτάνει. Και τελικά, αυτή η ταινία ίσως είναι και η «Δευτέρα» του Αργύρη Παπαδημητρόπουλου, που έκανε ένα μεγάλο και επιτυχημένο opening σε μια διεθνή αγορά που διψάει για έρωτες made in Greece. Όταν μάλιστα ο έρωτας ξεκινάει από ένα μεθυσμένο party, συνεχίζει με βουτιές στην Αντίπαρο και καταλήγει σε ένα urban road movie τότε αξίζει την προσοχή μας.

ΑΠΟ ΤΟΝ ΤΑΣΟ ΜΠΙΜΠΙΣΙΔΗ

Το «Monday» έγινε talk of the town. Το απολαμβάνεις;

Ακούω πολύ θετικά σχόλια και χαίρομαι. Το πιο βασικό για μένα όμως είναι ότι μου λένε πως «βγαίνοντας από το σινεμά αρχίσαμε να συζητάμε με τους συντρόφους μας τη φάση της σχέσης μας». Ήταν ίσως και σκοπός μου αυτός. Να δώσω ένα κίνητρο να δούμε όσα δεν λέμε μέσα σε μια σχέση. Η σχέση των δύο ηρώων της ταινίας γ@μήθηκε επειδή δεν έλεγαν τι νιώθουν.

Παρʼ όλα αυτά ο κόσμος του «Monday» είναι ένα ατελείωτο party.

Η ταινία ξεκινάει με ένα μεγάλο party και η αρχή της ιστορίας είναι αληθινή, βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα. Είχα κάνει ένα party πριν χρόνια στο Μάτι και δύο γνωστοί μου βρέθηκαν εκεί, πήγαν στην παραλία, τους συνέλαβαν γυμνούς το πρωί και γνωρίστηκαν μέσα στο περιπολικό. Και το υπόλοιπο σενάριο έχει κομμάτια από ιστορίες που ξέρω, κομμάτια από ιστορίες δικές μου, όλα εμπνευσμένα από κανονικές, αληθινές σχέσεις.

Αυτή είναι η πρώτη αγγλόφωνη ταινία σου, που όμως είναι γυρισμένη στο κέντρο της Αθήνας. Κάπως αντιφατικό;

Επειδή πάντα ήθελα με τις ταινίες μου να μιλάω σε πολύ κόσμο, αποφάσισα να την κάνω στα αγγλικά. Δεν έκανα ταινίες με αποκλειστικό σκοπό να πηγαίνουν σε φεστιβάλ – κάνω ταινίες ανοιχτές στο ευρύτερο κοινό. Από την άλλη, το να κάνεις την πρώτη μεγάλη διεθνή παραγωγή σου στην άνεση της γειτονιάς, των φίλων, των συνεργατών σου κάνει τα πράγματα πιο εύκολα.

Πώς κατέληξες στον Sebastian Stan και την Denise Gough για το πρωταγωνιστικό ζευγάρι;

Τον Sebastian τον ήξερα από το «I, Tonya». Μετά κατάλαβα ότι είναι ένας πολύ διάσημος ηθοποιός. Είναι ένας άνθρωπος από το Marvel Universe! Γνωριστήκαμε μέσα από ατζέντηδες και casting directors, κάναμε ένα Skype και στο πρώτο δεκάλεπτο ξέραμε ότι θέλουμε να δουλέψουμε μαζί. Είχε δει το «Suntan», του άρεσε πολύ. Αργότερα γνώρισα την Denise. Είχε κάνει ένα κολακευτικό σχόλιο για εμένα: Είναι Ιρλανδή, προέρχεται από μια συντηρητική καθολική οικογένεια και είχε αποφασίσει ότι δεν θα κάνει ποτέ γυμνό ή ερωτικές σκηνές στην καριέρα της. Μου είπε λοιπόν ότι όταν είδε το «Suntan» σκέφτηκε πως αν είναι να κάνει γυμνό θα το κάνει μόνο με τους ανθρώπους που γύρισαν αυτή την ταινία. Η αλήθεια είναι ότι νιώθω ελευθερία με το γυμνό σώμα. Το βλέπω απλά. Και αυτό βγαίνει στις ταινίες μου και κάνει και τους ηθοποιούς να αισθάνονται άνετα.

Τώρα που συνεργάστηκες με δύο διεθνείς πρωταγωνιστές, δούλεψες με άλλον τρόπο;

Όχι, ο τρόπος με τον οποίο δουλέψαμε ήταν ακριβώς ο ίδιος. Όπως απολαμβάναμε τη δημιουργία μιας ταινίας και πριν, έτσι την απολαύσαμε και τώρα. Δεν σκεφτήκαμε ότι τώρα κάνουμε μια αμερικάνικη ταινία και τα πράγματα σοβαρεύουν. Εξάλλου, και οι ξένοι πρωταγωνιστές το απόλαυσαν γιατί είδαν ένα κλίμα δουλειάς με απόλυτο επαγγελματισμό αλλά ταυτόχρονα παρεΐστικο.

Πόσο ρεαλιστική είναι η Αθήνα που βλέπουμε στο «Monday»;

Είναι απλώς η πόλη μου και ο τρόπος που τη βλέπω. Το μεγαλύτερο μέρος γυρίστηκε στην Κυψέλη, τον τόπο που μεγάλωσα, ένα μέρος με κρυφή φωτογένεια. Πολλοί θεωρούν ότι η Αθήνα είναι δύσκολη πόλη για έναν κινηματογραφιστή, αλλά δεν είναι. Αν την αγαπήσεις γιʼ αυτό που είναι και την αποτυπώσεις ως έχει, είναι μια σπουδαία πόλη.

 

INFO

Η ταινία γυρίστηκε στην Αθήνα το καλοκαίρι του 2018 και ολοκληρώθηκε τον Δεκέμβριο της ίδιας χρονιάς. Πρωταγωνιστούν ο Sebastian Stan και η Denise Gough. Δεν έκανε πρεμιέρα στο Φεστιβάλ της Tribeca στη Νέα Υόρκη, λόγω του κορωνοϊού αλλά στο Τορόντο και από εκεί την αγόρασε η IFC Films, μια ανεξάρτητη εταιρεία διανομής στην Αμερική με δικές της αίθουσες στη Νέα Υόρκη και σε άλλες πόλεις, και ξεκίνησε την πορεία της από εκεί.