Αθήνα- Χανιά- Καβάλα ενώθηκαν ένα βράδυ του Ιουλίου μέσω Face Time. Aπό την αυλή του Θανάση στα Χανιά ακούγαμε τα τζιτζίκια, από το γραφείο της Νάνσυς στην Αθήνα τα αυτοκίνητα και από το σπίτι το δικό μου στην Καβάλα το πλυντήριο της μαμάς που ήταν στο στύψιμο.
από την Κλεοπάτρα Πατλάκη
Τρεις διαφορετικές πραγματικότητες που αντάμωσαν για μισή ώρα σε μια συγκεκριμένη συνθήκη για να τιμήσουν μια παράδοση που ξεκίνησε πέρσι και θα συνεχιστεί όπως αντιλαμβάνομαι, σε πείσμα όλων των σχολιαστών. Ναι, η Νάνσυ Ζαμπέτογλου και ο Θανάσης Αναγνωστόπουλος δίνουν συνέντευξη στο περιοδικό που οι ίδιοι εκδίδουν. Υπάρχει καλύτερη τρολιά απ’ αυτήν;
«Μα συγνώμη, μας ζήτησαν από αλλού συνέντευξη και αρνηθήκαμε;» λένε γελώντας . Η λήξη της φετινής τηλεοπτικής σεζόν τους βρήκε με τηλεοπτικές προτάσεις που ήρθαν ύστερα από χρόνια σκληρής δουλειάς και ακλόνητης πίστης στο τηλεοπτικό προϊόν που δημιούργησαν: αρχικά το Joy, στην συνέχεια το Join us και τελευταία το Dot.
«Νιώθεις ότι κάποιοι άνθρωποι βλέπουν κάτι σ’ εσένα” λέει η Νάνσυ απαντώντας στην ερώτηση «πώς είναι να έχεις τηλεοπτικές προτάσεις». «Είναι εξαιρετικά τιμητικό το ότι κάποιος πιστεύει ότι αν ενταχθείς στο κανάλι του θα βοηθήσεις. Ότι ταιριάζετε, ότι πιστεύει σε σένα. Βέβαια ταυτόχρονα αισθάνεσαι και μια έντονη πίεση, ένα άγχος, μια ευθύνη για το αν η απόφαση που θα πάρεις θα είναι η σωστή και ότι η επιλογή που κάνεις θα προχωρήσει. Μην ξεχνάς ότι εμείς είμαστε και παραγωγοί που σημαίνει ότι έχουμε ευθύνη και απέναντι στους ανθρώπους που δουλεύουμε μαζί. Δεν είναι η προτεραιότητα μας η προσωπική μας εξέλιξη» εξηγεί.
Ανθρωποι που «έχτισαν» το όνομά τους την εποχή της μεγάλης άνθησης του περιοδικού τύπου στην Ελλάδα, αποφάσισαν να ασχοληθούν με την τηλεόραση όταν βρέθηκαν χωρίς δουλειά ύστερα από την κατάρρευση των μεγάλων εκδοτικών συγκροτημάτων. Μετά από 8 χρόνια τηλεοπτικής παρουσίας στον ΣΚΑΙ φέτος επέλεξαν να κάνουν το μεγάλο βήμα και από τον Σεπτέμβριο ξεκινούν στην ΕΡΤ με καθημερινή εκπομπή κάθε απόγευμα 16.00-18.00, το « Στούντιο 4».
«Το ζωντανό είναι μεγάλη πρόκληση αλλά και μεγάλο άγχος. Εγώ δεν έχω ξανακάνει ζωντανή εκπομπή ποτέ παρά μόνο μία φορά όταν βγήκα στην εκπομπή της Ελένης Μενεγάκη για να παραιτηθώ. Αυτό που με αγχώνει είναι πως θα διαχειριστώ το συναίσθημά μου γιατί είμαι ευσυγκίνητος άνθρωπος. Μπορεί να με πιάσουν τα κλάματα “δια ασήμαντον αφορμή”. Μπορεί με το που θα ξεκινήσουμε να συγκινηθώ και να αρχίσω να κλαίω» λέει η Νάνσυ.
«Ξέρεις το ζωντανό έχει πολλά πλεονεκτήματα αλλά και αρκετές δυσκολίες» συμπληρώνει ο Θανάσης « Πρέπει να είσαι ευέλικτος, να έχεις αντανακλαστικά. Είναι περίεργο πάντως πως έχουν εξελιχθεί τα πράγματα. Η φετινή σεζόν σε προσωπικό επίπεδο ήταν δύσκολη, όπως για όλους μας, με την πανδημία και το lockdown. Δεν είδα ανθρώπους, μου στέρησε τα ταξίδια αλλά επαγγελματικά αν το δούμε για το Dot. ήταν η καλύτερη χρονιά. Δεθήκαμε πολύ ως ομάδα και αποδείχτηκε πως όταν δουλεύεις κάτω από δύσκολες συνθήκες ενεργοποιείσαι αλλιώς και ανακαλύπτεις άλλες δυνάμεις. Αποδείξαμε φέτος ότι ως ομάδα και ως εκπομπή τα πήγαμε καλά και φάνηκε και στα νούμερα τηλεθέασης ενώ δεθήκαμε και μεταξύ μας πάρα πολύ.»
Τι ήταν αυτό όμως που βάρυνε στην απόφασή τους να επιλέξουν την ΕΡΤ στο νέο τους βήμα; Η Νάνσυ δηλώνει «παιδί της ΕΡΤ» και έχει λόγο που το λέει αυτό: «Στην ΕΡΤ αισθανθήκαμε ότι θα μπορούσαμε να κάνουμε ακριβώς την εκπομπή που θέλαμε χωρίς καμία παρέμβαση. Επίσης για τη δική μας γενιά η ΕΡΤ είναι το πατρικό μας. Εγώ προσωπικά μεγάλωσα με την ΕΡΤ όχι μόνο ως τηλεθεάτρια αλλά και σαν συντελεστής κατά κάποιον τρόπο γιατί έχω υπάρξει το παιδάκι που ανακάτευε τους κλήρους στο «τρεις στον αέρα». Και επειδή έχω υπάρξει αυτό το παιδάκι και έχω νιώσει το δέος του να είσαι στην κρατική τηλεόραση σε μια εποχή που υπήρχε μόνο η κρατική τηλεόραση, αυτό το πράγμα έχει «γράψει» πάρα πολύ μέσα μου. Ο θείος μου ήταν από τους πρώτους οπερατέρ που προσελήφθησαν στην ΕΡΤ, η θεία μου ήταν η πρώτη γυναίκα τηλεσκηνοθέτης στην Ελλάδα, στην ΕΡΤ φυσικά. Θυμάμαι έρχονταν στο σπίτι μας στην Καλαμαριά κάθε χρόνο για την Διεθνή Εκθεση Θεσσαλονίκης κι άφηναν εκεί τα πράγματά τους. Εγώ ξυπνούσα κάθε πρωί και πήγαινα κατευθείαν στο σημείο εκείνο για να δω τις κάμερες και τα φώτα με το λογότυπο της ΕΡΤ. Όλα αυτά φάνταζαν τεράστια στα μάτια μου τότε.» Ο Θανάσης πάλι θυμάται τη στεναχώρια που ένιωθε κάθε φορά που τελείωνε η μετάδοση του προγράμματος της ΕΡΤ. « Εγώ ήμουν το παιδάκι που άκουγε την κουδούνα όταν τελείωνε το πρόγραμμα και στεναχωριόμουν γιατί δεν είχε κάτι άλλο να δω. Η ΕΡΤ είναι ένας χώρος που έχει μια βαρύτητα μέσα σου και νιώθεις σαν να σε φωνάζει το μητρικό σκάφος. Είναι μεγάλη χαρά και μεγάλη τιμή και μεγάλο βάρος που πηγαίνουμε στην ΕΡΤ αλήθεια».
Η εκπομπή τους, « Στούντιο 4» , θα είναι μια επιστροφή στο καθαρόαιμο μαγκαζίνο, αυτό που ξέραμε όλα τα χρόνια πριν εμφανιστούν οι σχολιαστικές εκπομπές και γίνει μόδα η αναπαραγωγή του προγράμματος των άλλων καναλιών. «Θα είμαστε λοιπόν ένα μαγκαζίνο όπως αυτά που βλέπαμε παλιά, χρησιμοποιώντας όμως την τεχνολογία του σήμερα και αξιοποιώντας την στο έπακρο» λέει η Νάνσυ, με τον Θανάση να τονίζει: «Πάντα κάναμε ή τουλάχιστον προσπαθούσαμε να κάνουμε αυτά που αρέσουν σ’ εμάς και στους αναγνώστες που θέλαμε να έχουμε. Δεν είναι άλλος κόσμος τα περιοδικά και άλλος η τηλεόραση άσχετα τι πιστεύουν οι περισσότεροι και αυτό το αποδείξαμε με το DOT. Όταν προσπαθείς να ικανοποιήσεις τους πάντες και μεγαλώνεις τη γκάμα σου για να γίνεις αρεστός σε όλους τότε το χάνεις. Οπότε ξεκινάς μ’ ένα ένστικτο και με μια δημοσιογραφική εμπειρία, όποια κι αν είναι αυτή, ότι αυτό που αφουγκραζόμαστε εμείς αφορά και κάποιον άλλον κόσμο. Κι έτσι λίγο πολύ χτίζεις μια παρέα με την οποία ταιριάζεις και ελπίζεις να μεγαλώσει. Δηλαδή να σε δει ο τηλεθεατής και να πει: «αυτοί οι άνθρωποι είναι συνεπείς μ’ αυτό που κάνουν και με αυτό που λένε»
«Ξέρουμε ότι στην αρχή θα είναι δύσκολα και το έχουμε αποδεχτεί. Δεν θα είναι ωραίο να βλέπουμε χαμηλά νούμερα. Το ξέρουμε όμως ότι μπορεί να συμβεί. Ελπίζουμε όμως ότι θα γίνουμε μια καλή συνήθεια και ότι θα αρέσει αυτό που κάνουμε. Στις προηγούμενες εκπομπές που κάναμε παλαιότερα είχαμε δει και το 2 είχαμε δει και το 3 σε νούμερα τηλεθέασης, επιμέναμε όμως, μείναμε πιστοί στις αρχές , τις αξίες και την αισθητική μας και αυτό κάποια στιγμή απέδωσε. Ετσι δεν θα αγχωθούμε. Δεν θα πούμε « α δεν πήγαμε καλά τον πρώτο μήνα πάμε να αλλάξουμε την συνταγή» γιατί δεν μπορούμε και να την αλλάξουμε. Η συνταγή είναι ο εαυτός μας και έχουμε πάρει και τη διαβεβαίωση της ΕΡΤ ότι θα βοηθήσουν στο να επιμείνουμε» συμπληρώνει η Νάνσυ ενώ ο Θανάσης εξηγεί: «Ξέρεις, η τηλεόραση είναι όπως και η ζωή. Θέλει υπομονή, επιμονή και το μίνιμουμ του πανικού. Αυτό χρειάζεται μέχρι να σε καταλάβουν και μετά έχει ο καθένας το δικαίωμα να σ’ επιλέξει ή όχι αλλά να σε δει πρώτα, να σε μάθει»
Δεν θυμούνται να έχουν μαλώσει ποτέ με αφορμή κάτι που συνέβη την ώρα του γυρίσματος. Τρέφουν απίστευτο σεβασμό ο ένας για τον άλλον και ο Θανάσης παραδέχεται πως η Νάνσυ στον αέρα είναι πάντα σ εγρήγορση, σε αντίθεση με τον ίδιο. «Εγώ αφήνομαι και ξεχνιέμαι μερικές φορές γιατί έχω την ασφάλεια ότι πάντα ακούει η Νάνσυ και είναι εκεί. Αυτό που θαυμάζω στη Νάνσυ είναι ότι πάντα έχει κάτι να πει. Εχει πάντα έτοιμη τη σωστή ερώτηση». Η Νάνσυ με τη σειρά της γελάει με τον Θανάση γιατί « μερικές φορές όταν ακούει κάτι που δεν ξέρει εντυπωσιάζεται όπως ένα παιδί. Εχει μια απίστευτη αθωότητα. Αλήθεια δεν μπορώ να με φανταστώ με κανέναν άλλον στο πλευρό μου τηλεοπτικά». Αυτό που την τρελαίνει είναι όταν ο Θανάσης αποφασίζει να κάνει ερώτηση στον καλεσμένο λίγο πριν κλείσει η συνέντευξη, δίνοντας μάλιστα ταυτόχρονα και την απάντηση! « για να μην κουράζω τον καλεσμένο» λέει ο ίδιος γελώντας ενώ η πρώτη ασυμφωνία στην κουβέντα έρχεται στην ερώτηση «ποιος είναι ο πλέον πολυλογάς από τους δύο σας;».
Ανθρωπος συγκεντρωτικός η Νάνσυ, αφήνεται χωρίς δεύτερη σκέψη στον Θανάση. Ζητά πάντα τη γνώμη του και αυτή έχει βαρύτητα για την ίδια. Ο Θανάσης από την άλλη εκτιμά τον σφαιρικό τρόπο που βλέπει τα πράγματα και εμπιστεύεται τη γνώμη της. «Καταλαβαίνω τη Νάνσυ από το πρώτο βλέμμα. Ξέρω αν είναι καλά ή όχι. Είμαι μέσα στη ζωή της και γνωρίζω πράγματα οπότε δεν πιέζω , δεν τσιτώνω, αν δεν είναι καλά το αφήνω.Το ίδιο συμβαίνει και με τη Νάνσυ. Εχουμε απόλυτο σεβασμό και κατανόηση ο ένας στα όποια προβλήματα ή βάρη του άλλου». Η Νάνσυ αν θυμώσει μπορεί να κάνει μούτρα στους άλλους, στον Θανάση όμως ποτέ. « Ο Θανάσης είναι στο αίμα μου. Είναι συγγενής μου. Είναι καταγεγραμμένος μέσα μου» εξηγεί. «Η Νάνσυ είναι ένας large άνθρωπος και το έχει αποδείξει και επαγγελματικά και προσωπικά. Εγώ πέρασα και δύσκολες στιγμές στη ζωή μου και απώλειες και πράγματα που ήταν σκληρά για έναν άνθρωπο όταν συμβαίνουν πριν από τα 40 του. Δεν το κατάλαβαν οι φίλοι μου αλλά επένδυσα πάνω τους. Επένδυσα στο πως θα χειριστούν μια κατάσταση, πως θα μου αφήσουν χρόνο, πως δεν θα με πιέσουν, πως δεν θα σκαλίσουν το παρελθόν και τις μνήμες μου, πως θα αφήσουν τα πράγματα να κυλήσουν.
Σε δύσκολες περιπτώσεις η Νάνσυ και δυο- τρεις άνθρωποι στη ζωή μου έδειξαν την αξία τους. Γιατί οι άνθρωποι φαίνονται στις δύσκολες στιγμές και αποφάσεις. Σ’ εκείνες τις κομβικές στιγμές που θα πρέπει να διαλέξεις, όχι όλο το 24ωρο» εξηγεί ο Θανάσης, και όταν τον ρωτώ πως φαντάζεται τη σχέση τους μετά από 20-30 χρόνια απαντά χωρίς δισταγμό: «Θέλω να πιστεύω ότι η Νάνσυ θα μένει σ’ ένα μεγάλο σπίτι που θα έχει σοφίτα για να μένω κι εγώ». «Στη σοφίτα πως θα ανεβοκατεβαίνεις τις σκάλες, βρε, που θα είσαι παππούς;» τον πειράζει η Νάνσυ και κάπως έτσι η κουβέντα ξεφεύγει από τα επαγγελματικά και μεταφέρεται στον χωροχρόνο όπου τα δύο παιδιά που συναντήθηκαν κάπου στα 25 τους στο περιοδικό Down Town, έγιναν συνεργάτες, φίλοι, κουμπάροι, συνέταιροι και συνοδοιπόροι, κάνουν πάλι σχέδια σε μια σοφίτα και γιατί όχι; Δίνουν πάλι συνέντευξη στο περιοδικό που εκδίδουν!