Πώς είναι να είσαι μαύρος στην Ελλάδα; Έξι αποκαλυπτικές προσωπικές ιστορίες

Τι σημαίνει το #BlackLivesMatter όταν έχεις μεγαλώσει και ζεις στην Αθήνα; Έξι προσωπικές ιστορίες, σε πρώτο πρόσωπο. Από τους Πάρη Κορμαρή και Πάνο Ζόγκα

Φωτογραφίες: Κοσμάς Κουμιανός - Βοηθός φωτογράφου: Γιώργος Μακρής - Make-up: Αλεξάνδρα Ψαρράκου
Φόρεμα: Βασίλης Ζούλιας – Κόσμημα: Περικλής Κονδυλάτος

Elena Casablanca Nyamwaya Odul

Μοντέλο

Oι γονείς µου ήρθαν στην Ελλάδα από την Κένυα και την Ουγκάντα για σπουδές, κατόπιν πανεπιστηµιακών υποτροφιών, τη δεκαετία του ’70. Γνωρίστηκαν σε κάποια συνάθροιση και µετά αποφάσισαν να ενώσουν τις ζωές τους και να συνεχίσουν την κοινή τους πορεία εδώ στην Αθήνα.

Τα παιδικά µου χρόνια ήταν ανέµελα, όσο δηλαδή επιτρέπεται να είναι για ένα παιδί µεταναστών. Με το αίσθηµα της διαφορετικότητας ήρθα σε επαφή ήδη από το νηπιαγωγείο. Με την πάροδο του χρόνου, το αποδέχτηκα, το συνήθισα, όσο ήταν ανθρωπίνως δυνατόν να γίνει. Ωρίµασα γρήγορα. Μεγαλώνοντας, συνειδητοποίησα πως ερχόµαστε σε αυτό τον κόσµο για να ξεχωρίσουµε και όχι για να ταιριάξουµε, καθώς είµαστε εκ φύσεως όλοι µοναδικοί.

Η ελληνική κοινωνία είναι κυρίως ξενοφοβική και διακατέχεται από άγνοια. Πάνω σε αυτό έρχεται ορισµένες φορές να προστεθεί και η έλλειψη παιδείας, δηµιουργώντας ακραία στοιχεία – µεµονωµένα µεν, αλλά ναι, ελλοχεύουν.

Στο εξωτερικό, οι πολίτες προστατεύονται από ένα θεσµικό πλαίσιο, υπάρχουν νοµικές κυρώσεις. Σε κάποιες χώρες πιθανότατα είναι εξοικειωµένοι µε την πολυπολιτισµικότητα λόγω της αποικιοκρατίας. Ο ρατσισµός όµως είναι παρών, ίσως και πιο έντονος, απλώς είναι καµουφλαρισµένος. Παρ’ όλα αυτά, η Ελλάδα όχι µόνο δεν πρέπει να εφησυχάζει αλλά πρέπει να αποτελέσει παράδειγµα προς µίµηση για την εξάλειψη του ρατσισµού, κάτι που έχει γίνει µε άλλες έννοιες και θεσµούς, όπως η δηµοκρατία και η φιλοσοφία.

Όταν ξεκίνησα την ενασχόλησή µου µε τον χώρο του modeling, δεν θα έλεγα ότι ο δρόµος ήταν στρωµένος µε ροδοπέταλα. Δέχτηκα πολλές απορρίψεις αλλά δεν πτοήθηκα, συνέχισα. Ο επιµένων νικά!

Εκτός από το modeling, έχω σπουδάσει Διοίκηση Τουριστικών Επιχειρήσεων στο ΑΤΕΙ Αθηνών, αλλά δεν ολοκλήρωσα τη φοίτησή µου, και απασχολούµαι στη Στέγη Γραµµάτων και Τεχνών του Ιδρύµατος Ωνάση ως επιµελήτρια στον χώρο.

Πιστεύω ότι ο όρος “diversity” ενισχύει την έννοια του ρατσισµού. Κατηγοριοποιείς συγκεκριµένες οµάδες ανθρώπων, που απλώς τυχαίνει να διαφέρουν. Στη µόδα κατηγοριοποιείς επίσης τον όποιον σχεδιαστή µπορεί να είναι πιο διαλλακτικός. Δεν βρίσκω τον εαυτό µου σύµφωνο µε αυτό.

Για µένα δεν υφίστανται εκφράσεις ή λέξεις politically correct. Υπάρχει η πρόθεση των λέξεων. Οι λέξεις καθαυτές δεν είναι ένοχες. Κάποιες εκφράσεις ή λέξεις έχουν ενοχοποιηθεί από τη χρήση τους, καθώς ορισµένοι αποσκοπούν στο να φέρουν σε δυσχερή θέση κάποια οµάδα ανθρώπων. Χρειαζόµαστε ανθρώπους µε ενσυναίσθηση, µε παιδεία και όχι λέξεις politically correct.

Η απάνθρωπη και αναίτια δολοφονία του George Floyd ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι. Το έδαφος ήταν ήδη προετοιµασµένο εξαιτίας της οικονοµικής ανασφάλειας και της υγειονοµικής κρίσης που προκλήθηκε από την πανδηµία, καθώς και του έντονου πολιτικού προσκηνίου. Οι κοινωνικές ανισότητες, οι φυλετικές διακρίσεις και η περιθωριοποίηση ορισµένων οµάδων υποβόσκουν καιρό τώρα, ήταν αναµενόµενο. Αυτή η αποτρόπαια δολοφονία ήρθε να µας δείξει ότι η απελευθέρωση των σκλάβων δεν άλλαξε και πολλά στην καθηµερινότητα των Αφροαµερικάνων, οι φυλετικές διακρίσεις υφίστανται ακόµα. Το “καλό”, εντός εισαγωγικών, είναι πως έχει εξελιχθεί η τεχνολογία και τα περιστατικά πλέον καταγράφονται.

Βρίσκω ενθαρρυντική τη συµµετοχή αρκετών χωρών στις κινητοποιήσεις, συµπεριλαµβανοµένης και της Ελλάδας. Ο κόσµος έχει αφυπνιστεί, έχει ευαισθητοποιηθεί. Έχει γίνει αντιληπτό ότι η αφροαµερικάνικη κοινότητα -και όχι µόνο- ζητάει το αυτονόητο, το δικαίωµα στη ζωή. Σε µια αξιοπρεπή ζωή, θα συµπλήρωνα εγώ.

Όσον αφορά το αν εγώ προσωπικά είµαι υπέρ της ακτιβιστικής δράσης, θα έλεγα πως είµαι υπέρ της προσφοράς στο κοινωνικό σύνολο, αλλά αν δρούσα θα το έπραττα παρασκηνιακά.

Ο κορονοϊός απόδειξε περίτρανα ότι πρέπει να επικεντρωνόµαστε στο παρόν. Όλα µπορούν να ανατραπούν ανά πάσα στιγµή. Το µέλλον φαντάζει τόσο µακρινό και απροσδιόριστο, αλλά δεν πτοούµαι. “Συν Αθηνά και χείρα κίνει”, άλλωστε.

 

Olamide Adeleke

Φοιτητής

Γεννήθηκα στη Νιγηρία και ήρθα στην Ελλάδα πολύ μικρός, 10-11 μηνών, με τη μητέρα μου και τον αδερφό μου. Είχε προηγηθεί ο πατέρας μου, που ήρθε για να κάνει το διδακτορικό του στην Ψυχολογία στο ΕΚΠΑ και μετά αποφάσισε να φέρει και την οικογένειά του και να εγκατασταθούμε εδώ.

Αρχικά, μέναμε στην Κυψέλη, που έχει γενικώς πολλούς μετανάστες. Όσο ήμουν μικρός, δεν ένιωθα κάποια διαφορά εξαιτίας του χρώματός μου. Όταν πήγα στο δημοτικό, οι μαύροι μαθητές ήταν ελάχιστοι, αλλά υπήρχαν πολλές εθνικότητες. Προφανώς, υπήρχαν και Έλληνες, αλλά η αλήθεια είναι ότι δεν ήταν τόσοι όσοι οι μετανάστες.

Όταν πήγαινα στην έκτη δημοτικού, αναγκαστήκαμε να μετακομίσουμε στο Παλαιό Φάληρο, όπου μένω έως σήμερα. Εκεί, μου έκανε εντύπωση ότι οι μετανάστες ήταν ελάχιστοι και θυμάμαι μέρες που έκλαιγα και ήθελα να πάμε πίσω στην Κυψέλη. Το καλό, όμως, ήταν ότι βρήκα αμέσως παρέα και καλούς φίλους, με τους οποίους είμαστε ακόμα κολλητοί. Και τις δύο αυτές περιοχές τις έχω στην καρδιά μου, νιώθω ότι είμαι και Κυψελιώτης και Παλαιοφαληριώτης.

Μπορώ να πω ότι έχω σταθεί αρκετά τυχερός, γιατί δεν έχω δεχτεί ποτέ ακραία μορφή ρατσισμού. Έχω δει, όμως, τέτοια περιστατικά. Το πιο ακραίο είχε συμβεί στον αδερφό μου, που είναι έναν χρόνο μεγαλύτερός μου. Θυμάμαι ότι τον είχαν κυνηγήσει όταν ήμασταν μικροί, αλλά ευτυχώς είχε καταφέρει να μπει μέσα στο σπίτι και να γλιτώσει. Δεν θα το ξεχάσω ποτέ. Εκείνη την περίοδο, φοβόμουν να βγω έξω μόνος μου. Είναι κάτι που δεν θα ευχόμουν σε κανένα παιδί να το ζήσει, ποτέ, όπου και να είναι και όποιο χρώμα και να έχει.

Ο πατέρας μου αποφάσισε ότι ήταν καλύτερα να επιστρέψει στη Νιγηρία και να μας στηρίζει από εκεί. Πήγαμε να τον δούμε μόνο μία φορά, το 2012, για να γνωρίσουμε και τη γιαγιά μας από την πλευρά του και άλλους συγγενείς. Μιλάμε μαζί του καθημερινά και προσπαθεί να μας βοηθάει.

Όταν η μητέρα μου αρρώστησε με καρκίνο και έπρεπε να νοσηλευτεί, εγώ και ο αδερφός μου πήγαμε να ζήσουμε με ένα ζευγάρι Ελλήνων και τις τρεις κόρες τους. Γίναμε μέρος της οικογένειάς τους. Ήταν λευκοί, αλλά εμείς δεν βλέπαμε καμία διαφορά. Όταν είσαι μικρό παιδί, δεν δίνεις σημασία στο χρώμα του άλλου. Δεν γεννιέται κανείς ρατσιστής, γίνεται ρατσιστής. Όταν η μητέρα μου έφυγε από τη ζωή, το 2016, πάλι στάθηκαν δίπλα μας και ήταν πάντα εκεί για ό,τι χρειαζόμασταν. Ήταν σαν γονείς μας. Δεν μπορώ να τους δω κάτι λιγότερο από μητέρα και πατέρα.

Στην Αμερική, υπήρχε πάντα μια τάση ρατσισμού από τους αστυνομικούς προς τους Αφροαμερικάνους, απλώς ποτέ δεν είχε τύχει να βιντεοσκοπηθεί σε μια τόσο ακραία μορφή όσο αυτό που είδαμε να συμβαίνει με τον George Floyd, να πεθαίνει ένας άνθρωπος και να το βλέπει όλος ο κόσμος. Αυτό έκανε το ποτήρι να ξεχειλίσει. Αυτό το white privilege, που λένε, το κάτι “παραπάνω”, που έχει κάποιος μόνο και μόνο επειδή είναι λευκός, δεν θα έπρεπε να υπάρχει.

Στο αμερικάνικο ποδόσφαιρο, που είναι το αγαπημένο άθλημα για τους Αμερικάνους, πριν από ένα παιχνίδι, το 2016, ο Colin Kaepernick είχε γονατίσει εν όσω παιζόταν ο εθνικός ύμνος, κάτι που είχε θεωρηθεί ασέβεια προς τη σημαία, όμως, εκείνος το έκανε για να δώσει έμφαση στο πρόβλημα των διακρίσεων. Υπήρξαν και άλλες ήρεμες διαμαρτυρίες στο παρελθόν, αλλά δεν έφεραν αποτέλεσμα, γι’ αυτό και ο κόσμος έφτασε στα βίαια protests. Αναγκάστηκαν να το κάνουν γιατί ένιωθαν ότι δεν ακούγονται.

Δεν πήγα στην πρώτη πορεία διαμαρτυρίας που έγινε στην Αθήνα, γιατί δεν είχα ενημερωθεί σωστά, αλλά πήγα στην επόμενη. Γενικά, δεν είμαι άνθρωπος που θα πάει σε πορείες, αλλά ένιωθα ότι είναι κάτι που επηρεάζει και εμάς τους Ευρωπαίους, τους Αφροέλληνες. Έπρεπε να σταθώ δίπλα στους ανθρώπους μου και να υποστηρίξω ότι πρέπει να αλλάξουν τα πράγματα, όχι μόνο στην Αμερική, αλλά και παγκοσμίως αν είναι εφικτό. Ο ρατσισμός που υπάρχει στην κοινωνία μάς επηρεάζει όλους και πρέπει να προσπαθήσουμε να τον καταπολεμήσουμε, όσο ουτοπικό κι αν ακούγεται αυτό. Προφανώς, όλες οι ζωές έχουν σημασία. Όταν λέμε Black Lives Matter, εννοούμε ότι καμία ζωή δεν μπορεί να έχει σημασία, αν δεν έχει και ενός μαύρου και οποιουδήποτε.

Είμαι στο δεύτερο έτος του Τμήματος Πολιτικών Μηχανικών, στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής, στο Αιγάλεω. Όσο πιο πολύ εμβαθύνω τόσο περισσότερο μου αρέσει. Μου άρεσε να φτιάχνω πράγματα από μικρό παιδί. Έβλεπα ένα γνωστό παιδικό, τον Μπομπ τον Μάστορα, και θυμάμαι ότι έλεγα στη μητέρα μου ότι θέλω να γίνω μηχανικός. Επίσης, ο άνθρωπος που βλέπω σαν πατέρα μου ήταν και αυτός μηχανικός, κάτι που νομίζω έπαιξε έναν ρόλο, έστω κι αν δεν το καταλάβαινα τότε.

Η αλήθεια είναι ότι το συγκεκριμένο επάγγελμα δεν έχει πολλή ζήτηση στην Ελλάδα, αλλά δεν νομίζω ότι θέλω να φύγω από εδώ. Αν και οι καταστάσεις μπορεί να αλλάξουν οποιαδήποτε στιγμή, θα φανταζόμουν τον εαυτό μου εδώ μέχρι να πεθάνω. Γενικά, δεν ζητάω πολλά. Θέλω όταν μεγαλώσω να είμαι ικανοποιημένος με τον εαυτό μου – σωματικά, ψυχικά και πνευματικά. Και να έχω την οικογένειά μου, να έχω τους φίλους μου. Δηλαδή, ζητάω απλά πράγματα. Δεν θέλω να είμαι άπληστος. Θέλω να είμαι ήρεμος και να μπορούν τα παιδιά μου να ζήσουν μια καλύτερη ζωή από μένα.

Στέφανος Μουαγκιέ

Ηθοποιός

• Έχω γεννηθεί στον Χολαργό και µεγάλωσα στον Βύρωνα. Οι γονείς µου είναι από την Ουγκάντα, αλλά γνωρίστηκαν στην Ελλάδα, όπου σπούδασαν ο πατέρας µου Ιατρική και η µητέρα µου Μαιευτική-Νοσηλευτική. Όταν πρωτοήρθε στην Ευρώπη ο πατέρας µου, το είχε επιλέξει ο ίδιος – έφυγε και επέστρεψε. Για τη µητέρα µου τα πράγµατα ήταν διαφορετικά. Λόγω του πολέµου στην Ουγκάντα, η οικογένειά της έκανε κλήρωση για να δει ποιο από τα παιδιά θα σταλεί στην Ελλάδα για να γλιτώσει. Όταν ήρθε εδώ, βέβαια, υπήρχε χούντα.

Τα παιδικά µου χρόνια ήταν πολύ όµορφα και οι γονείς µου πάντα πάλευαν για το καλύτερο για µένα και την αδερφή µου. Στην ηλικία που είµαι πλέον, αν το ’χει η µοίρα µου να κάνω παιδιά, δεν µπορώ παρά να έχω κι εγώ πάρα πολύ ψηλά τον πήχη για την ανατροφή τους.

Η µητέρα µου µού είχε δώσει να καταλάβω από πολύ µικρή ηλικία ότι η διαφορετικότητά µου δεν είναι µειονέκτηµα. Κατανοούσα ότι η διαφορετικότητα στον οποιονδήποτε φέρει βέβαια ταυτότητα – χωρίς όµως να σηµαίνει ότι είναι αρνητικό να ξεχωρίζεις από κάποιον φέροντας χαρακτηριστικά ξένης καταγωγής ή κάποιας ιδιαιτερότητας.

Είχα επίσης την τύχη -και δεν κουράζοµαι ποτέ να το λέω- να προέρχοµαι από µια γειτονιά που ιστορικά είναι προσφυγική, τον Βύρωνα, οπότε είχε απελάσει τον ρατσισµό χρόνια πριν να σπάσει το αβγό του φιδιού φέρνοντας στην πολιτική επικαιρότητα ακροδεξιές συνιστώσες. Κάθε σπίτι στη γειτονιά ήταν ανοιχτό για µένα και το ίδιο ίσχυε από τη δική µας µεριά. Αλλά και βγαίνοντας από αυτό τον προστατευµένο κλοιό, χάρη στη µητέρα µου, ήµουν έτοιµος να αντιµετωπίσω οποιοδήποτε συµβάν λεκτικής παρενόχλησης ή ρατσιστικού σχολίου.

Ως άτοµο θεωρώ ότι ο ρατσισµός δεν έχει να κάνει µε την εθνικότητα, αλλά µε την ιδιοσυγκρασία κάθε ατόµου. Στη χώρα µας, ο ρατσισµός δυστυχώς υπάρχει σε όλες του τις εκφάνσεις. Όταν λέω ότι έχει να κάνει µε την ιδιοσυγκρασία κάθε ατόµου εννοώ το κατά πόσο είναι έτοιµος ο άλλος να δεχτεί ένα άτοµο που είναι διαφορετικής θρησκείας, που φέρει χαρακτηριστικά ξένης καταγωγής, που έχει διαφορετική σεξουαλική προτίµηση ή πολιτική στάση.

Από όταν ήµουν µικρός, µου άρεσε ο χορός, το τραγούδι, γενικότερα το µιούζικαλ. Παρόλο που τελείωσα χορό, τελικά µε πήγε πιο πολύ στην υποκριτική, οπότε δεν δηλώνω χορευτής. Πάντως, σε κάθε θεατρική παράσταση βάζω κινησιολογικά στοιχεία.

Η τηλεόραση µπήκε πολύ τυχαία στη ζωή µου. Μια φίλη µου, που έβλεπε πώς ήµουν στις παρέες και πώς έκανα τους άλλους να γελάνε, έστειλε χωρίς να µε ρωτήσει το βιογραφικό µου σε µια παραγωγή. Ήταν το 2007, για τη σειρά Γ’ 4, του Λάκη Λαζόπουλου. Πήγα στην οντισιόν πιστεύοντας ότι δεν πρόκειται να µε πάρουν και βρέθηκα τελικά να είµαι στους πρωταγωνιστικούς ρόλους της σειράς. Όταν άρχισα να κάνω τηλεόραση, είχα ανάγκη να αποδείξω στο ευρύ κοινό ότι υπάρχουν συµπολίτες µας που είναι Έλληνες και φέρουν διαφορετικό χρώµα αλλά µπορούν και µιλάνε άρτια ελληνικά. Έτσι, είχα το σθένος να αρνούµαι ρόλους που είχαν ξενική προφορά. Η τηλεόραση είναι ένα µαζικό µέσο και, ας µην κρυβόµαστε, διαµορφώνει απόψεις. Πλέον, το έχω κατακτήσει, οπότε µπορώ να παίζω έναν ρόλο που κάποτε θα είχα απορρίψει, όπως αυτόν του Μαµαντού που υποδύοµαι για δεύτερο χρόνο φέτος στο Πέτα τη Φριτέζα.

Όσον αφορά τα γεγονότα στις ΗΠΑ, πρέπει να τονίσουµε ότι ο George Floyd δεν είναι το µοναδικό θύµα αστυνοµικής βίας. Τα τελευταία πέντε χρόνια υπάρχουν αµέτρητα θύµατα και ο θάνατός του πιστεύω ότι έκανε το ποτήρι να ξεχειλίσει.

Δεν µου κάνει εντύπωση, αλλά µε φοβίζει και µε στενοχωρεί που βρισκόµαστε σε αυτήν την έξαρση. Από την άλλη, αν το δεις λίγο πολιτικά, όλο αυτό γίνεται προς το συµφέρον κάποιων. Για ακόµα µία φορά στοχοποιείται -και αυτό θα το πω ανοιχτά- µια συγκεκριµένη κοινωνική οµάδα της Αµερικής, οι Αφροαµερικάνοι. Όπως καθόλου τυχαία δεν είναι που τα θύµατα, κατά 99%, είναι άτοµα που φέρουν αφρικανική καταγωγή.

Πιστεύω ότι κάθε αγώνας έχει νόηµα. Δεν νοµίζω ότι ο κόσµος θα συγκεντρωνόταν στο Σύνταγµα για κάτι ανούσιο. Ο κόσµος φτάνει σε αυτό το σηµείο για κάτι που πραγµατικά κλονίζει τα θεµέλιά του, την υπόσταση και την ιδεολογία του.

Δυστυχώς, αυτό που περάσαµε όλοι µε τον COVID έχει αλλάξει την υπόστασή µας. Η ανάγκη µου να δηµιουργήσω κάτι νέο µε παρακίνησε να ανοίξω το wine bar Phoenix, στην Ερατοσθένους, κοντά στο Μουσείο Γουλανδρή. Εγώ και η οµάδα µου, η Φραντζέσκα και η Σελίνα, είχαµε την ανάγκη να αναγεννηθούµε µέσα από τις στάχτες µας. Για αυτό το είπαµε Phoenix.

 

Ksenia Dania

Τραγουδίστρια – Ηθοποιός

Oι γονείς µου γνωρίστηκαν στην Ελλάδα, όπου γεννήθηκα και µεγάλωσα. Συνήθως, µε ρωτάνε αν ο µπαµπάς µου είναι ναυτικός. Όµως όχι, είναι ηθοποιός και η µαµά µου νοσοκόµα. Κατάλαβα πολύ γρήγορα και αβίαστα ότι όλοι οι άνθρωποι είναι ίδιοι – είναι µια κλισέ έκφραση που αδυνατούµε να αντιληφθούµε την αλήθεια της µέσα στην απλότητά της. Στα µάτια του κόσµου είµαι το παιδί µια µαύρης γυναίκας και ενός άσπρου άντρα. Για εµένα αυτοί οι άνθρωποι είναι οι γονείς µου και ποτέ δεν είδα το χρώµα τους. Το πρόβληµα είναι ότι βλέπουµε χρώµατα και αναγνωρίζουµε εθνικότητες και αφήνουµε αυτά να ορίζουν την ύπαρξη ενός ανθρώπου.

Δυστυχώς ή ευτυχώς, µεγάλωσα στο Παλαιό Ψυχικό. Στο σχολείο ήµουν πραγµατικά σαν τη µύγα µες στο γάλα και τα παιδάκια προσπαθούσαν να το κάνουν όσο πιο αντιληπτό γινόταν. Τα πρώτα χρόνια του δηµοτικού ήταν τα πιο δύσκολα. Δεν είχα πολλούς φίλους, τα παιδιά µε κορόιδευαν όσο µπορούσαν χρησιµοποιώντας κάθε εκατοστό της φαντασίας τους, ακόµη και µε δασκάλους είχα κάποια θέµατα. Μεγαλώνοντας, τα πράγµατα ηρέµησαν. Ακόµα πέφτω “θύµα” ρατσιστικών διακρίσεων, αλλά έχω µάθει να το αντιµετωπίζω και να βάζω στη θέση του όποιον το επιχειρεί.

Ο ρατσισµός στην Ελλάδα είναι αποτέλεσµα ηµιµάθειας και έλλειψης παιδείας. Από τη συνολική µου εµπειρία θα έλεγα ότι είναι ο µεσοβέζικος ρατσισµός. Θα πεις ένα ρατσιστικό αστείο, θα έχεις στο µυαλό σου ένα στερεότυπο και αυτό θα ορίζει την αντίληψή σου, θα πεις “Εγώ δεν είµαι ρατσιστής, αλλά…”

Δεν έχω ζήσει σε κάποια άλλη χώρα για να µπορώ να µιλήσω εκ πείρας, αλλά ξέρω ότι ο ρατσισµός είναι ανθρώπινο ελάττωµα, υπάρχει όπου υπάρχουν άνθρωποι. Και δεν νοµίζω ότι µπορείς εύκολα να συγκρίνεις µια χώρα σαν την Ελλάδα µε άλλες χώρες του εξωτερικού σε ό,τι αφορά το θέµα του ρατσισµού, γιατί είναι πολλοί οι παράγοντες που πρέπει να λάβεις υπόψη. Δεν έχουµε µηχανισµούς πολιτικής και κοινωνικής ενσωµάτωσης προσφύγων και µεταναστών και αυτό έχει ως αποτέλεσµα την περιθωριοποίηση συγκεκριµένων κοινωνικών οµάδων. Παιδιά που έχουν γεννηθεί και µεγαλώσει στην Ελλάδα ή που έχουν έρθει σε πολύ µικρή ηλικία εδώ παλεύουν χρόνια για τα χαρτιά τους, παρόλο που η Ελλάδα είναι το σπίτι τους. Κάποιες χώρες φαινοµενικά είναι πιο εξοικειωµένες µε την πολυπολιτισµικότητα γιατί έχουν τις κατάλληλες υποδοµές.

Αυτό που γίνεται στην Αµερική είναι µία ακόµα επανάσταση – και πολύ το χαίροµαι. Η Αµερική είναι µια χώρα που έχει πατήσει πάνω στην εκµετάλλευση και στην καταπίεση του λαού, δεν είναι µια χώρα ελευθερίας και ευκαιριών – τουλάχιστον όχι για όλους. Μέχρι το 1960 σχεδόν, υπήρχε φυλετικός διαχωρισµός ανάµεσα σε λευκούς και µαύρους. Ακόµα και σήµερα, αυτό συνεχίζεται. Μπορεί να µην υπάρχουν νόµοι που να το επιτρέπουν, αλλά είναι µια πραγµατικότητα. Πλέον, τώρα που βιντεοσκοπούνται τα γεγονότα µε τόσο µεγάλη ευκολία, αυτά τα εγκλήµατα έρχονται στο φως συχνότερα. Το λιγότερο που µπορούµε να κάνουµε και εµείς στην άλλη όχθη του Ατλαντικού είναι να βγούµε στους δρόµους και να ενισχύσουµε τις φωνές τους.

Έχω παίξει στην κινηµατογραφική Πλατεία Αµερικής, του Γιάννη Σακαρίδη και πρόσφατα στο Μotorway65, της Εύης Καλογηροπούλου, που είναι υποψήφιο για Χρυσό Φοίνικα. Και οι δύο ταινίες µιλάνε για θέµατα πολύ επίκαιρα σήµερα, για τη “διαφορετικότητα” σε ένα ευρύτερο φάσµα και για τους σύγχρονους πρόσφυγες από Αλβανία, Πακιστάν και Αφρική. Είναι πολύ όµορφο που µέσα από την τέχνη του κινηµατογράφου µπορείς να σχολιάσεις και να αναδείξεις προβλήµατα που αφορούν την κοινωνία και ίσως να αλλάξεις ή να διαµορφώσεις αντιλήψεις. Κάτι που κράτησα από την Πλατεία Αµερικής: “Borders are business”.

Θεωρώ ότι διανύουµε µια περίοδο µεγάλων αλλαγών ως ανθρωπότητα και πιστεύω ότι το politically correct είναι τροµερά σηµαντικό για να τεθούν κάποια όρια, που θεωρώ ότι τα χρειαζόµαστε ως κοινωνία και µας κάνουν καλύτερους ανθρώπους. Για αυτόν τον λόγο, τον τελευταίο χρόνο έχουµε δηµιουργήσει το Human Cast, έναν οργανισµό που προάγει την αξιοπρεπή προβολή, την ορατότητα και συµπεριληπτικότητα καλλιτεχνών διαφορετικής φυλετικής και εθνικής καταγωγής, ΛΟΑΤΚΙ και ΑΜΕΑ ατόµων, ανθρώπων µεγαλύτερης ηλικίας και σωµατικής ποικιλοµορφίας, στα ΜΜΕ και σε καλλιτεχνικές-ψυχαγωγικές παραγωγές στην Ελλάδα, µε στόχο τη γενικότερη εξάλειψη στερεοτύπων και διακρίσεων εις βάρος αυτών των κοινωνικών οµάδων. Το όραµά µας είναι να δηµιουργηθεί ένα κλίµα στην ελληνική τηλεόραση και στα ΜΜΕ που να ενσωµατώνει ισότιµα και µε σεβασµό τη διαφορετικότητα, συµβάλλοντας έτσι στην αποδοχή και κατανόησή της από την ελληνική κοινωνία. Σε κάποια χρόνια δεν θα µιλάµε για πολιτική ορθότητα, γιατί θα την έχουµε κατακτήσει. Υπάρχει ανάγκη να σεβόµαστε την αξιοπρέπεια όλων των κοινωνικών οµάδων. Και ίσως πρέπει να πάψουµε να το ονοµάζουµε πολιτικά ορθό, είναι ανθρώπινα ορθό!

Αυτή την περίοδο βρίσκοµαι σε πρόβες, θα ανεβάσουµε µέσα στον Ιούλιο τις Βάκχες του Ευριπίδη, σε σκηνοθεσία του Χρήστου Σουγάρη και είναι µεγάλη µου χαρά και τιµή να είµαι µέλος ενός τόσο αξιόλογου θιάσου. Μέσα στον χειµώνα θα βγάλω το πρώτο µου προσωπικό άλµπουµ. Και φυσικά, περιµένω το 73ο Φεστιβάλ Κινηµατογράφου των Κανών, όπου η ταινία µας Μotorway65 θα διαγωνιστεί για τον Χρυσό Φοίνικα Μικρού Μήκους, το ερχόµενο φθινόπωρο.

 

ΒΑΓΓΕΛΗΣ MANSARAY

Μοντέλο, influencer, youtuber, µπασκετµπολίστας

Kαι οι δύο γονείς µου κατάγονται από τη Σιέρα Λεόνε, στη δυτική Αφρική. Ξέρω ότι είναι ένα υπέροχο µέρος, µε υπέροχη θάλασσα, και θέλω κάποια στιγµή να πάω. Δεν έχω πάει ποτέ.

Γεννήθηκα στην Ελλάδα. Ο πατέρας µου ήταν ναύτης, έµενε εδώ πέρα λαθραία, ήθελε να παραµείνει και έτσι αποφάσισε να παντρευτεί για να το διασφαλίσει. Ο πατέρας του στη Σιέρα Λεόνε είχε έναν φίλο που έστειλε εδώ την κόρη του γι’ αυτόν τον λόγο. Τότε η µητέρα µου ήταν 19 χρονών και µόλις είχε τελειώσει το σχολείο. Βέβαια, χώρισαν πολύ νωρίς. Μου είπε αργότερα η µητέρα µου ότι ήταν προξενιό µε τον πατέρα µου και στην ουσία δεν τον αγάπησε.

Η µητέρα µου καθάριζε το σπίτι της νονάς µου. Όταν εγώ ήµουν µηνών, ο 20άχρονος γιος της, που τον έλεγαν Βαγγέλη, σκοτώθηκε σε δυστύχηµα. Όταν µε είδε η νονά µου, ήθελε να µε βαφτίσει και να µου δώσει το όνοµα του γιου που είχε χάσει. Και έτσι προέκυψε. Μου αρέσει πολύ το όνοµά µου, αν και ξέρω ότι δεν µου ταιριάζει αισθητικά, δεν πάει µε το παρουσιαστικό µου. Πολλοί πραξενεύονται όταν το ακούν. Σαν να µην το πιστεύει κανείς ότι µε λένε έτσι.

Μεγάλωσα µε τη µητέρα µου και τον αδερφό µου στο Κουκάκι. Όταν γεννήθηκα, πριν από 23 χρόνια, ήταν λίγο επικίνδυνη περιοχή, καµία σχέση µε τώρα που είναι περιζήτητη.

Δεν ένιωσα ποτέ περίεργα µε το χρώµα µου. Βοήθησε το ότι µεγάλωσα στο Κουκάκι που είχε πολλούς µετανάστες. Ρατσισµό ίσως να ένιωσα στο σχολείο, γιατί δεν ήξερα να µιλάω καλά τη γλώσσα, αφού στο σπίτι δεν µιλούσαµε ελληνικά. Αλλά ασχολήθηκα και µε το µπάσκετ και έτσι δεν ένιωσα ότι κάπου υστερώ. Πέρασα την παιδική µου ηλικία πιο οµαλά από άλλα µαύρα παιδιά.

Τον ρατσισµό τον ένιωσα πριν από πέντε χρόνια, όταν είχα πάει σε ένα πρακτορείο να ασχοληθώ µε το modeling. Εκεί µου είπαν ότι θα µε καλούσαν αν χρειάζονταν για κάποιο διαφηµιστικό έναν “µελαχρινό”, που αυτό ήταν µια φορά στο τόσο. Δεν πήγαινα στα casting µε όλους. Τους είχα πει ότι θέλω να µπω στην αγορά των φωτογραφίσεων και µου έλεγαν ότι δεν έχω µεγάλες πιθανότητες γιατί ο κόσµος εδώ στην Ελλάδα θέλει να βλέπει πρόσωπα µε τα οποία να κάνει relate, να υπάρχει αντιστοιχία. Τότε είχα στενοχωρηθεί.

Πριν από τρία χρόνια, σταµάτησα το µπάσκετ γιατί αποφάσισα ότι δεν ήταν αυτό που θέλω να κάνω. Και µετά ξεκίνησα µε τον Δηµήτρη Ταταράκη και τον Yonan Θεοδοσίου στο ΥouΤube. Αποφάσισα πως θέλω να κάνω πράγµατα που µου αρέσουν. Όπως να εργάζοµαι το βράδυ, να έχω το Ιnstagram. To µπάσκετ το ξεκίνησα περισσότερο επειδή το έκανε ο αδερφός µου, ο οποίος τώρα ζει στο Λονδίνο µε τη µητέρα µου.

Με ανησύχησε, µε στενοχώρησε, µε τσάντισε, µε προβληµάτισε το περιστατικό µε τη δολοφονία του George Floyd. Ήθελα να πάω στην Αµερική αλλά τώρα έχω πολλές αµφιβολίες. Έλεγα ότι το 2020 δεν θα υπάρχουν τέτοια θέµατα, αλλά υπάρχουν. Αλλά και σε προσωπικό επίπεδο, αναρωτιέµαι σε τι κόσµο θα φέρω εγώ τα παιδιά µου, γιατί θέλω να κάνω παιδιά. Και τι θα έχουν να αντιµετωπίσουν. Και δεν υπάρχει ο ρατσισµός µόνο στο χρώµα. Υπάρχει παντού. Αν είσαι κοντός, αν είσαι ψηλός, αν είσαι gay, αν είσαι trans, αν είσαι χοντρός, αν είσαι πολύ λεπτός. Ο ρατσισµός βλέπω ότι αναπτύσσεται αντί να µειώνεται. Ναι, δεν ακούγεται αισιόδοξο αυτό που λέω, αλλά το βλέπω να ισχύει. Δεν αλλάζουν τα πράγµατα. Είµαστε σε µια φούσκα και ο καθένας κάνει τη ζωή του και δεν ασχολείται. Δηλαδή, τώρα έγινε της µόδας όλο αυτό και τον επόµενο µήνα θα το ξεχάσουµε. Σε λίγο το κίνηµα I Can’t Breathe θα το θυµάται κανείς;

Δεν πιστεύω ότι οι Έλληνες είµαστε τόσο ρατσιστές, αλλά στην τηλεόραση δεν βλέπεις πολλούς µαύρους, ούτε στο modeling. Και µπορεί να συναντήσω ένα παιδάκι στον δρόµο και να µε βλέπει και να λέει: “Mαµά, µαµά, ένας µαύρος”, δεν θα µε πειράξει. Ξέρω ότι δεν φταίει ούτε η µητέρα του ούτε ο πατέρας του. Είναι απλώς κάτι που δεν το έχει συνηθίσει – δεν έχεις δει δάσκαλο µαύρο. Και πολλά παιδιά θέλουν να φύγουν. Εγώ δεν θέλω να φύγω.

Οι µαύροι ήταν και είναι πρώτοι στα αθλήµατα, πρώτοι στη µουσική, στις τάσεις, στις µόδες. Και έλεγε ένας: “Παρά το ξύλο που έχουν φάει σαν λαός, παρά την απαξίωση, επιβιώνουν και ανεβαίνουν”. Ε, αυτό προκαλεί τον φθόνο και µετά τον φόνο. Δεν θέλω να πιστεύω ότι είναι έτσι, αλλά αρχίζει να υπάρχει στο µυαλό µου µε όλα αυτά που γίνονται τον τελευταίο καιρό.

Θέλω να ασχοληθώ ακτιβιστικά µε δράσεις κατά ρατσισµού – και όχι µόνο του φυλετικού. Έστω και αν καταφέρω να επηρεάσω µόνο ένα άτοµο θα είναι αρκετό.

Εγώ είµαι ένας άνθρωπος που δεν παρεξηγιέται εύκολα. Δηλαδή, και οι φίλοι µου θα µε αποκαλέσουν “µαύρο” και για µένα είναι ΟΚ. Όµως, ήρθε πριν από λίγες µέρες µια ξαδέρφη µου από το Λονδίνο και µου είπε: “Γιατί αφήνεις τους φίλους σου να σου µιλάνε έτσι;”. Της λέω: “Πλάκα κάνουν” και εκείνη µου απαντάει: “Όχι, δεν είναι πλάκα. Είναι πολύ σοβαρό. Δεν είναι µόνο οι φίλοι σου. Μπορεί να το ακούσει ένα παιδί και να ενοχληθεί. Όπως και ένα παιδί που µπορεί να είναι παχουλό. Μπορεί αρχικά να µην ενοχληθεί, αλλά οι ταµπέλες στο τέλος όλους µας ενοχλούν”.

Μου πρότειναν και έγινα µέλος της οργάνωσης g2red (Generation 2.0 red). Ασχολείται µε τα θέµατα ρατσισµού που αντιµετωπίζουν οι ξένοι στην Ελλάδα. Οποιοσδήποτε µπορεί να έρθει και να µας ζητήσει βοήθεια και εµείς να τον καθοδηγήσουµε στο πώς µπορεί να κινηθεί. Ακόµα και σε πρακτικά θέµατα, όπως το αν χρειαστεί χρήµατα για οποιαδήποτε νοµική του υπόθεση».

 

Mestisa Oliha

Φοιτήτρια

O πατέρας µου είναι από τη Νιγηρία και η µητέρα µου από τις Φιλιππίνες. Γνωρίστηκαν στην Αθήνα, στην καθολική εκκλησία του Αγίου Διονυσίου, στην Πανεπιστηµίου. Εγώ γεννήθηκα εδώ, το 1999.

Το µικρό µου όνοµα είναι κανονικά Μαίρη Ανν Μαίη, αλλά µικρή µε φώναζαν Mεστίσα, µια λέξη µε ισπανική ρίζα που σηµαίνει στα φιλιππινέζικα µιγάς.

Μεγάλωσα στην Κυψέλη και είχα πιο πολλούς φίλους Φιλιππινέζους. Μικρή πίστευα ότι το να είσαι σκουρόχρωµη είναι κακό και δεν ήθελα να έχω καµία επαφή µε τη µεριά του µπαµπά µου. Ήταν κάτι που άρχισε να µε προβληµατίζει πολύ όταν πήγα σχολείο. Παιδιά από µεγαλύτερες τάξεις, όχι από τη δική µου, µε έλεγαν µαύρη και νόµιζα ότι γι’ αυτό δεν θέλουν να µε κάνουν παρέα. Νόµιζα ότι η αφρικανική µου καταγωγή ήταν κάτι κακό.

Μια µέρα, στην τρίτη δηµοτικού, η µητέρα µου µού εξήγησε ότι είµαστε όλοι άνθρωποι και δεν είναι κακό να είναι ο ένας διαφορετικός από τον άλλον. Πρέπει απλώς να καταλάβεις ποιος είσαι και να αρχίσεις να αγαπάς τον εαυτό σου γι’ αυτό που είσαι. Έτσι, ξεκίνησα να είµαι πιο ανοιχτή στο να κάνω παρέες στο σχολείο και είδα σιγά-σιγά ότι µπορεί κάποιοι άνθρωποι να είχαν θέµατα µε την καταγωγή µου, άλλοι όµως δεν είχαν. Και νοµίζω απλώς κατάλαβα ότι πρέπει να διαλέγω τους ανθρώπους που είναι ΟΚ µε το ποια είµαι.

Δεν το έχουµε συζητήσει ποτέ µε τον µπαµπά µου, αλλά φαινόταν ότι τον στενοχωρούσε πολύ η στάση µου, ειδικά όταν έβλεπε να µε ρωτάνε από πού είµαι και εγώ να λέω µόνο “Από τις Φιλιππίνες”. Η µαµά µου, που είναι η δύναµη της οικογένειας, µου έλεγε “Όχι, θα λες ότι είσαι από τις Φιλιππίνες και από τη Νιγηρία, πάντα”.

Μέχρι που έφτασα τα 14, δεν είχα βάλει ποτέ ράστα, που είναι τα braids που κάνουµε οι µαύρες για να φτιάξουµε το µαλλί µας. Όταν τα έβαλα και µε είδε ο µπαµπάς µου, τότε πια κατάλαβε ότι ήξερα ποια είµαι και δεν µε ενοχλούσε.

Γύρω στα 16, άρχισα να διαβάζω και να µαθαίνω περισσότερα πράγµατα για τη Νιγηρία και να έχω µεγαλύτερο ενδιαφέρον γι’ αυτήν.

Στην Ελλάδα, πιστεύω ότι υπάρχουν πάρα µα πάρα πολλοί άνθρωποι που δεν είναι καθόλου ρατσιστές αλλά, και πάρα µα πάρα πολλοί άλλοι που είναι πάρα πολύ ρατσιστές. Είναι 50-50. Όµως, είµαστε αρκετά µπροστά σε σχέση µε πολλές άλλες χώρες.

Στις Φιλιππίνες, επειδή µε βλέπουν σκουρόχρωµη, θεωρούν ότι έχω έρθει από το εξωτερικό οπότε έχω λεφτά και οτιδήποτε πάω να αγοράσω πάνε να το χρεώσουν περισσότερο. Στη Νιγηρία δεν έχω πάει, γιατί ο µπαµπάς µου φοβάται ότι, επειδή είµαστε από άλλη χώρα, µπορεί να συµβεί κάτι κακό, να µας κλέψουν ή να ζητήσουν λεφτά. Οπότε φτιάχνει το σπίτι του µε φράχτες, για να νιώσει πιο ασφαλής και για εµάς και για τον ίδιο και να µπορέσουµε να πάµε.

Είδα το video µε τη δολοφονία του George Floyd πολύ νωρίς, σχεδόν µόλις κυκλοφόρησε. Θυµάµαι ήταν τρεις το πρωί και το συζητούσαµε µε µια φίλη. Είχα φρικάρει, ειδικά όταν είδα ότι ο ένας από τους αστυνοµικούς που ήταν παρόντες ήταν Ασιάτης. Λόγω καταγωγής, πίστευα ότι ειδικά οι Ασιάτες και οι Αφρικανοί πρέπει να στηρίζουµε ο ένας τον άλλον.

Στην αρχή, παρακολουθούσα συνέχεια ό,τι συνέβαινε, ανέβαζα όλη την ώρα σχόλια στα social και έκανα petitions. Όσο όµως έβλεπα ότι υπάρχουν άνθρωποι που έχουν ακόµα θέµατα, άρχισε να µε στενοχωρεί και να µε αγχώνει όλο και περισσότερο. Δεν έχω σταµατήσει να κάνω πράγµατα, απλώς δεν το σκέφτοµαι όλη την ώρα γιατί µε καταβάλλει.

Σπουδάζω Marketing Communications στο Deree και µε ενδιαφέρουν πολύ οι τοµείς του film και της διαφήµισης.

Ένα όνειρο που έχω -όνειρο όµως, το λέω στη µαµά µου και γελάει- είναι να έχω κάποια στιγµή στο µέλλον έναν χώρο όπου θα κάνουµε διάφορες εκδηλώσεις, open mics, standup, βραδιές ποίησης, εκθέσεις φωτογραφίας… Δεν ξέρω αν θέλω να είναι στην Αθήνα ή κάπου αλλού. Αν και δεν νοµίζω πως θα φύγω ποτέ από την Αθήνα, γιατί την έχω αγαπήσει πλέον.

 

Διαβάστε εδώ πώς καθιερώθηκε το #BlackLivesMatter