O καλλιτέχνης και το έργο του – Τώρα και η Rowling

Γράφει ο Παναγιώτης Τιμογιαννάκης για το DownTown που κυκλοφορεί.

H νέα αφορμή είναι η περίπτωση της J.Κ. Rowling, της συγγραφέα των βιβλίων του «Harry Potter», η οποία βγήκε κι
έκανε τρανσφοβικές δηλώσεις και έχει ξεσηκώσει το σύμπαν εναντίον της. Και όταν λέμε «σύμπαν» ξεκινάμε από το δικό της σύμπαν, τους ηθοποιούς που έχουν παίξει στις κινηματογραφικές μεταφορές των βιβλίων της κι έχουν γίνει διάσημοι από αυτά. Άρα ο ξεσηκωμός είναι βαθύς και ουσιαστικός, μια και πλέον δεν κρατιούνται τα προσχήματα απέναντι στην επίθεση για το πώς αντιμετωπίζει γενικά τους διεμφυλικούς.

Κι ερχόμαστε τώρα σε μια προσπάθεια ξεκαθαρίσματος κάποιων πραγμάτων. Διότι το θέμα δεν είναι καινούργιο, δεν συμβαίνει δηλαδή πρώτη φορά με τις ενοχλητικές δηλώσεις κάποιου δημιουργού να απαιτείται να την πληρώσει το έργο του. Αν είναι κάποιος να την πληρώσει τη νύφη τότε αυτός πρέπει να είναι η Rowling και όχι ο «Harry Potter».

Το έχουμε διδαχθεί από την αρχαιότητα. Αιώνες μετά ο Luigi Pirandello, ο μέγας Ιταλός συγγραφέας, έθεσε το θέμα της αυτονόμησης των έργων. Ότι το έργο, το οποιοδήποτε έργο, από τη στιγμή που ολοκληρώνεται από το δημιουργό του αποκτά τη δική του οντότητα, έχει φύγει πια από εκείνον. Έγραψε έργα πάνω σε αυτή τη φιλοσοφία, της έδωσε καλλιτεχνική πνοή.

Ο Αριστοτέλης, ο πνευματικός μας θεμελιωτής, είχε θέσει μέσα από το έργο του και οι κατοπινοί μελετητές της «Ποιητικής» του μας δήλωσαν τον ΕΡΓΟΚΕΝΤΡΙΣΜΟ. Ότι στην τέχνη, το έργο είναι που μετράει, όχι ο ποιητής του. Ο εργοκεντρισμός ενάντια στον ποιητοκεντρισμό. Επ’ αυτού ξοδεύονται ώρες διδασκαλίας σχετικά με το ότι όταν βλέπουμε ένα έργο, ή εξετάζουμε ένα έργο, στο έργο αναφερόμαστε, για το έργο μιλάμε. Και ένα βασικό κεφάλαιο που αναλύεται σε αυτές τις διδασκαλίες είναι τι λέει το έργο. Και ότι αυτός που μιλά, αυτός που δρα, είναι ο χαρακτήρας του έργου και όχι ο δημιουργός, ο συγγραφέας, ο ποιητής. Τον οποίο ποιητή διάφοροι κριτικοί που δεν έχουν εντρυφήσει στην «Ποιητική» επαινούν ή αναθεματίζουν για
τη στάση, τη συμπεριφορά, την ιδεολογία κάποιου χαρακτήρα, επειδή δεν γνωρίζουν πως ο συγγραφέας πλάθει πρόσωπα, πλάθει χαρακτήρες, τους βάζει μέσα σε μια ιστορία που είτε την επινόησε είτε τη δανείστηκε από τη ζωή ή και από την Ιστορία. Ο συγγραφέας, καθώς γράφει, δημιουργεί ανθρώπους. Τους φέρνει ενώπιον ευθυνών, ιδεών, καθηκόντων, μικροτήτων ή ανατάσεων, με άλλα λόγια ενώπιον όσων περιλαμβάνει η ανθρώπινη υπόσταση, που έχει και πολλά ανεξερεύνητα. Χωρίς να
σημαίνει ότι ο συγγραφέας ως άνθρωπος συμφωνεί υποχρεωτικά με τις πράξεις του ήρωα που δημιούργησε, του κεντρικού χαρακτήρα, ή ακόμα και με τις ιδέες του. Όμως τον ερέθισε η περίπτωση και θέλησε να είναι συμβατός με το θέμα, με το χαρακτήρα, το Είναι του και το Όλον του. Και για να τον ολοκληρώσει πρέπει να τον νιώσει ως δημιουργός. Δουλειά του συγγραφέα είναι να φτιάξει ολοκληρωμένο άνθρωπο κι όχι ανδρείκελο, όχι μια καρικατούρα ούτε μια μαριονέτα που
κινείται από το σπάγκο του συγγραφέα. Αν συμβαίνει κάτι τέτοιο, έχει αποτύχει. Ακόμα και στο Θέατρο των Ιδεών, ο συγγραφέας καλείται να φτιάξει ολοκληρωμένο άνθρωπο μέσα από τον οποίο θα περάσει τις ιδέες, και ο άνθρωπος αυτός πρέπει να είναι ένας ολοκληρωμένος χαρακτήρας. Που και σε αυτή την περίπτωση με το τι κάνει ο ήρωας θα ασχοληθούμε και
όχι με το τι πρεσβεύει ο συγγραφέας, που έτσι κι αλλιώς είναι αναπόφευκτο όταν μιλάμε για ιδέες. Παρ’ όλα αυτά, ο Bernard Shaw μπορεί και «μοιράζεται» στον «Πυγμαλίωνα», το γνωστό από το μιούζικαλ «Ωραία μου κυρία», ανάμεσα στον καθηγητή Χίγκινς και την αγράμματη ανθοπώλιδα. Πλάθει χαρακτήρες κι από κει επιχειρεί τις ιδέες. Τουλάχιστον για εκείνους που δεν εντρύφησαν στην αριστοτελική «Ποιητική» ώστε να ξέρουν πότε μιλάει ο χαρακτήρας και πότε ο δημιουργός.

Τα είπα όλα αυτά για να τονίσω εκείνο που ξεκίνησα να πω πιο πάνω για τον Pirandello, πως όταν ο συγγραφέας παραδώσει το έργο του, το έργο αυτονομείται, αποκτά δική του σάρκα, δικά του οστά, δική του ψυχή, δικά του αισθήματα, δική του υπόσταση και γίνεται κτήμα των ανθρώπων, των αναγνωστών, των θεατών, του κοινού εν γένει, αυτό που λέμε ΚΟΙΝΟ. Συνεπώς, το έργο είναι μια αυτόνομη περίπτωση και δεν γίνεται να φτάνει να ζητείται η κεφαλή του επί πίνακι επειδή ο συγγραφέας έκανε στην προσωπική του ζωή, ή και στη δημόσια, κάτι που ενόχλησε, που δεν θεωρήθηκε αποδεκτό.

Αν ταξιδέψει κανείς στο χρόνο προς τα πίσω, θα βρει μυριάδες μέγιστων καλλιτεχνών, ΜΥΡΙΑΔΕΣ όμως, να έχουν κατηγορηθεί ως προσωπικότητες για τρομερά πράγματα. Είτε για πράξεις είτε για θέσεις είτε για δηλώσεις. Απαγορεύεις το έργο καθενός από αυτούς που εκπίπτει ως άνθρωπος; Απαγορεύεις τις ταινίες του Bergman επειδή ως το 1946 ήταν φιλοναζιστής; Απαγορεύεις τα φιλμ του Kazan λόγω του Μακαρθισμού; Ζητάς απαγόρευση των ταινιών του Σαρλό επειδή ο Charlie Chaplin κατηγορήθηκε για παιδεραστίες ή ζητάς τις απαγορεύσεις από άλλη σκοπιά, επειδή κατηγορήθηκε ως κομμουνιστής; Ο Luchino
Visconti, πάντως, ο κομμουνιστής Visconti, έχει δώσει την απάντηση μέσα από το έργο του: Έκανε ταινία τον «Αθώο» του φασίστα Gabriele D’Annunzio. Διότι φυσικά το έργο του D’Annunzio ήταν το ΕΡΓΟ του D’Annunzio. Δεν ήταν οι φιλομουσολινικές θέσεις του ανθρώπου D’Annunzio. Κι αυτό ο διανοούμενος Visconti το γνώριζε καλά. Στην Τέχνη δεν υπάρχουν σύνορα.