Ορφέας Αυγουστίδης : Ο ταλαντούχος ηθοποιός μιλάει για τη ζωή του και την θεατρική επιτυχία

Πρωταγωνιστεί για δεύτερη σεζόν στη «Μηχανή του Τούρινγκ» και σε μια σκληρή σεζόν για το θέατρο ο Ορφέας Αυγουστίδης έχει καταφέρει το ακατόρθωτο: Να γεμίζει πέντε μέρες την εβδομάδα ένα θέατρο μόνος του.

Συνήθως οι πρόλογοι στις συνεντεύξεις των ηθοποιών δεν είναι οι υποθέσεις των έργων που παίζουν. Εδώ όμως είναι απαραίτητο για να διαβάσετε το υπόλοιπο κείμενο. «H Μηχανή του Τούρινγκ», λοιπόν, για όσους δεν γνωρίζουν, είναι μια οπτική στη ζωή του Άλαν Τούρινγκ, του ανθρώπου που έφτιαξε το πρώτο κομπιούτερ, έσπασε τον κωδικό των Ναζί και έτσι ηττήθηκαν, κατηγορήθηκε για τις σεξουαλικές του προτιμήσεις και στο τέλος αυτοκτόνησε τρώγοντας ένα μήλο με δηλητήριο, γιατί το αγαπημένο του παραμύθι ήταν «Η Χιονάτη και οι 7 νάνοι». Ο αστικός μύθος λέει πως το σήμα της Αpple –το δαγκωμένο μήλο– είναι εμπνευσμένο από το μισό μήλο που βρέθηκε πλάι του όταν τον βρήκαν νεκρό.
Ο Ορφέας δεν υποδύεται τον Τούρινγκ. Είναι ο Τούρινγκ. Σε μια αρκετά δύσκολη χρονιά για τις θεατρικές σκηνές, που έργα τα οποία θεωρούνταν φαβορί κατέρρευσαν στην πορεία σαν χάρτινοι πύργοι στο box office, δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε πως ο Ορφέαs είναι ένας από τους ελάχιστους stars της θεατρικής σεζόν. Γιατί, όπως λέει ο χρυσός κανόνας, «star είναι αυτός για τον οποίο ο κόσμος θα βγει από το σπίτι του και θα πληρώσει εισιτήριο για να τον δει». Και πηγαίνουν. Η παράσταση είναι sold out και για να βρεις εισιτήριο πρέπει να βάλεις μέσο. Ο Ορφέας ζει μια σπάνια στιγμή. Ένα θαύμα. Πάντα είχε την αποδοχή του κοινού και των κριτικών, αλλά αυτή τη σεζόν αλλάζει πίστα. Βλεπόμαστε μετά την παράσταση, αγκαλιαζόμαστε και ενώ περίμενα να δω έναν άνθρωπο κουρασμένο, γιατί κυριολεκτικά χτυπιέται στη σκηνή, βλέπω τον Ορφέα που γνωρίζω δεκαεπτά χρόνια τώρα να σφύζει από ενέργεια, να είναι σε φουλ συντονισμό με όλα και με όλους που τρέχουν για συγχαρητήρια και αρκετά όμορφος. «Τελικά η επιτυχία σε ομορφαίνει», σκέφτομαι δυνατά, για να προσθέσει: «Και η οικογένεια που με περιμένει στο σπίτι.»

Στη σκηνή παίζεις τη ζωή του Τούρινγκ. Πώς ξεκίνησε η δική σου ζωή;
Σίγουρα έχει πιο ενδιαφέρον η ζωη του από τη δική μου, γι’ αυτό και δεν παίζω τη ζωή μου στο θέατρο. Λοιπόν: Γεννήθηκα και μεγάλωσα στα Εξάρχεια, στο Λόφο του Στρέφη. Πήγα δημοτικό στο Γαλάτσι, σε ένα πρότυπο γερμανικό σχολείο, και μετά γυμνάσιο και λύκειο στα Εξάρχεια. Γενικά περνάω διαφορετικές φάσεις. Τώρα είναι σαν να επιστρέφω στην αρχή μου πάλι.
Τι παιδί ήσουν;
Μοναχοπαίδι – έχει σημασία αυτό που σου λέω.
Έ
ννοώ ο Τούρινγκ είχε υποστεί bullying λόγω της σεξουαλικής του ταυτότητας.
Έ
σύ είχες υποστεί για κάτι;
Όλοι έχουμε φάει bullying για κάτι ως παιδιά. Πάει σαν αλυσίδα. Όλοι έχουμε δεχτεί κάποιο είδος εκφοβισμού ή επιβολή μιας ακαθόριστης εξουσίας. Δυστυχώς, τα παιδιά πάντα ήταν σκληρά και γίνονται και πιο σκληρά, οπότε δεν κάνω δήλωση ότι έχω δεχτεί bullying, αλλά έχω υπάρξει κι εγώ μέρος αυτής της αλυσίδας. Δεν διαφέρω σε κάτι.
Μιλάς γερμανικά;
Μίλαγα, τώρα όχι. Επειδή ήμουν επίμονο παιδί, όταν μου έμπαινε κάτι στο μυαλό δεν έβγαινε εύκολα. Μου είχε, λοιπόν, δημιουργηθεί μια έμμονη ιδέα για τον τρόπο και τη «βιαιότητα» (μέσα σε εισαγωγικά) μιας καθηγήτριας απέναντί μου και 12 χρονών ανακοίνωσα στους γονείς μου ότι εξαιτίας αυτής δεν θα ξαναμιλήσω ποτέ γερμανικά. Και από τότε δεν έβγαλα λέξη. Πείσμωσα. Με πήγαν στο Goethe (σ.σ.: το Γερμανικό Ινστιτούτο της Αθήνας) να δώσω κατατακτήριες κι έγραψα μηδέν. Το έκανα επίτηδες. Από την Α ́ μέχρι την ΣΤ ́ δημοτικού έκανα κάθε μέρα μάθημα της γλώσσας. Τώρα δεν θυμάμαι λέξη.
Στα μαθηματικά πώς ήσουν; Σε ρωτάω λόγω του Τούρινγκ, που ήταν σπουδαίος μαθηματικός.
Είχα κλίση, αλλά δεν με γοήτευαν. Τι με γοήτευε; Το παιχνίδι. Το ατομικό παιχνίδι. Με τα ομαδικά αθλήματα, όπως το
μπάσκετ και το ποδόσφαιρο, δεν τα πήγαινα καλά γιατί έμπαινα σε σύγκριση. Δεν μπορούσα να απελευθερωθώ. Να
σπάσω το φράγμα ότι δεν είμαι αρκετός ή καλός. Να το ευχαριστηθώ. Γιατί μόνο όταν σε ευχαριστεί κάτι εξελίσσεσαι σε
αυτό. Έτσι έκανα κολύμβηση που συνεχίζω και τώρα–, kick boxing, έπαιζα video games κι έβλεπα πολύ σινεμά. Ήταν ένα
πολύ σημαντικό κομμάτι της εφηβείας μου το να βλέπω ταινίες. Ήταν ανακούφιση, συντροφιά και ένας παρά πολύ έντο-
νος στόχος: Ήθελα να γίνω σκηνοθέτης του σινεμά.
Δεν σου είπαν οι γονείς σου «κάνε και κάτι άλλο, πάρε ένα δίπλωμα για ένα πιο σίγουρο επάγγελμα»;
Ποιοι να μου το πουν; Οι γονείς μου που δεν έκαναν κάτι άλλο; Έβλεπα τον πατέρα μου, ο οποίος εκτός από ηθοποιός έγινε και επιχειρηματίας. Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου πάντα είχε τη διαχείριση ενός σινεμά. Και μετά έφτιαξε και το Κουζίνα – Cine Ψυρρή. Αλλά όση επιτυχία και να είχαν αυτά διέκρινα ότι αυτό κάπου σε διαλύει. Θέλει μια προσήλωση.
Οπότε, σοφά ο πατέρας μου δεν μου είπε «κάνε αυτό που κάνω εγώ», αλλά «κάνε αυτό που θες εσύ και κάνε το όσο πιο
καλά μπορείς, ονειρέψου ελεύθερα και βούτα μέσα σε αυτό».
Μεγάλωσες πολύ ελεύθερα. Έίσαι τυχερός.
Θα έλεγα ελεγχόμενη ελευθερία. Οι γονείς μου ήταν πάντα μισή ανάσα δίπλα μου για να με προστατεύσουν, ειδικά
στα πρώτα μου βήματα και στις πρώτες αποφάσεις. Αλλά είχα κι εγώ μια δική
μου ενέργεια.

Πάντως, το να πεις όχι στα γερμανικά από τα 12 σημαίνει ότι βάζεις όρια.
Αυτό δεν είναι και ιδιαίτερα καλό. Υπάρχουν άνθρωποι που δεν μπορούν να βάλουν όρια και βασανίζονται, αλλά από την άλλη, αν το παρακάνεις στα όρια, μπορεί να γίνει εξίσου βασανιστικό, γιατί όταν το κάνεις στα άκρα μένει μια μικρή
νησίδα όπου είσαι μόνος σου. Οπότε, τώρα νομίζω πως γνωρίζω το μηχανισμό των ορίων, αλλά δεν επιλέγω να τα χρησι-
μοποιώ συνέχεια. Έχει μεγαλύτερο ενδιαφέρον και είναι μεγαλύτερη πρόκληση και σαφώς πιο δύσκολο να επιτρέπεις να
σχετίζεσαι λίγο περισσότερο απ’ όσο θα ήθελες με τους ανθρώπους που αγαπάς και να το διαχειρίζεσαι. Πρώτα να συμ-
βαίνει και μετά να αποφασίζεις. Μην αποφεύγεις συνεχώς, μην είσαι συνέχεια στην άρνηση, στο «όχι», και ξαφνικά να
ανακαλύπτεις ότι δεν ζεις. Αυτός είναι ο κίνδυνος της υπερ-οριοθέτησης.
Τι φοβίες έχεις;
Μικρός δεν φοβάσαι τίποτα, γιατί δεν έχεις συνείδηση του μεγαλύτερου και αρχέγονου φόβου του θανάτου, που από
κει ξεκινούν όλα. Τώρα το εντυπωσιακό είναι ότι ένας νέος φόβος γεννιέται ταυτόχρονα με την αποδοχή του συναισθή-
ματος της απόλυτης αγάπης και της βαθιάς σύνδεσης με τους ανθρώπους σου: ο φόβος της απώλειας, του τέλους, της
πρόωρης ολοκλήρωσης.
Τι σου έμαθε η ζωή;
Τώρα ζω, τώρα αρχίζουν να μου αποκαλύπτονται οι ομορφιές της ζωής. Αυτό που έμαθα είναι πως σημασία έχει η γενναιότητα να βουτάς μέσα στα πράγματα και να πηγαίνεις προς τη σωστή κατεύθυνση. Να μην ξεχνάς τι είναι αυτό που σε έχει διαμορφώσει, τους ανθρώπους σου: τους γονείς, τη γυναίκα, τη σύντροφο, το σύντροφο, τους εραστές, τις ερωμένες τα παιδιά σου, τους νεκρούς σου – όλα. Τα πόδια, τα νύχια, τα μαλλιά και το δέρμα σου που μεγαλώνει και ζαρώνει είναι το δικό σου, και βλέπεις να φθείρεται όσο περνάει ο καιρός, κι αυτό που μου μαθαίνει η ζωή είναι να μικραίνει το «εγώ» μου.
Μικραίνει το «εγώ» με τόση επιτυχία που ζεις, ειδικά φέτος;
Ναι, γιατί δεν ξεχνιέμαι. Έχω επίγνωση ότι σπάνια μπορεί να συμβεί αυτό σε έναν ηθοποιό, είμαι ευγνώμων αλλά δεν ξεχνάω ότι αυτό είναι δουλειά συνόλου. Πάντα το θέατρο ήταν –και θα είναι– αποτέλεσμα του κόπου πολλών. Και στη δική μας περίπτωση δεν είμαστε λίγοι. Όλοι μόχθησαν: Ο Οδυσσέας Παπασπηλιόπουλος που έκανε τη σκηνοθεσία και τη διασκευή, η Μαρίζα Ρίζου που έκανε τη μουσική, η Όλγα Μπρούμα που έκανε τα σκηνικά, ο Νίκος Βλασσόπουλος που φώτισε μαγικά την παράσταση και φυσικά η παραγωγή μας, η Prime Entertainment. Δεν έγιναν όλα σε μια μέρα. Δεν το έκανα μόνος μου. Και αυτό με κρατάει γειωμένο. Αυτό δεν μου τροφοδοτεί το λάθος «εγώ». Και αυτό το «εγώ» μπορεί να έχει να κάνει με την πραγματικότητα. Πολλή δουλειά, έλλειψη ασφάλειας, απουσία ξεκούρασης, αδυναμία να περάσω χρόνο με ανθρώπους που αγαπώ. Όλα είναι μια πορεία για να φτάσεις στο σήμερα.

Και ξαφνικά από μοναχοπαίδι βρέθηκες με μια ετεροθαλή αδελφή από το δεύτερο γάμο του πατέρα σου, έγινες γονιός και σύζυγος.
Με την αδελφούλα μου την Αλκυόνη είναι πια μεγάλη η σχέση μας, κοντεύει να γίνει 7 χρονών. Έκανα έναν υπέροχο γιο, έκανα πολλά.
Τα ήθελες;
Πολύ, πάρα πολύ. Και εγώ και η γυναίκα μου η Γεωργία θέλαμε να κάνουμε οικογένεια. Υπάρχει η ανάγκη να συναντηθείς με τον άλλον και αυτή η ανάγκη στη δική μας σχέση μας φώναζε πως είναι πιο ωραίο το μαζί από το χώρια. Συμβαίνουν θαύματα
στις ζωές μας.
Ο Τούρινγκ δεν πίστευε στην τύχη.
Εγώ θεωρώ ότι κάποιες στιγμές είναι και τυχερές.
Οι άτυχες; Για παράδειγμα, ο ήρωας που υποδύεσαι πέφτει σε κατάθλιψη και αυτοκτονεί.
Έχω περάσει και άτυχες στιγμές, αλλά εκεί που βυθίζομαι σώζομαι στο πάρα πέντε και βγαίνω. Δεν έχω περάσει κατάθλιψη. Όπως πιστεύω και ο Τούρινγκ δεν είχε περάσει κατάθλιψη, απλώς δεν ήθελε να ζήσει όπως του είχαν επιβάλει οι άλλοι.
Ήθελε πολύ να ζήσει τη δική του ζωή. Όχι «ευνουχισμένος». Άλλωστε, όπως λέει η παράστασή μας, «το μεγαλύτερο έγκλημα είναι να νιώθει κάποιος ντροπή γι’ αυτό που είναι». Εγώ τα σκοτάδια μου φροντίζω να τα φωτίζω. Κι εκεί που συχνά-πυκνά
εμφανίζονται, τα αντιμετωπίζω.
Πάντα;
Εντάξει, όχι πάντα. Δεν γίνεται αμέσως. Αν εσύ υποφέρεις για κάτι, δεν μπορεί ο άλλος να έρθει και να σου πει «μην υποφέρεις, δεν έγινε και τίποτα». Αν εσύ υποφέρεις, πρέπει να το βιώσεις. Κανένας δεν μπορεί να μειώσει τον πόνο σου αν δεν
θέλεις ο ίδιος να πάψεις να πονάς. Μπορεί να υποφέρω απλώς και μόνο βλέποντας αυτά τα στραβά ακουμπισμένα μαξιλαράκια στο μπαρ που καθόμαστε. Αν εγώ υποφέρω, ό,τι και να μου πεις εσύ δεν θα μου περάσει. Θα κάθομαι και θα υποφέρω για
τα μαξιλαράκια.
Έχεις κάνει ψυχανάλυση;
Ναι, έχω περάσει και από αυτή τη διαδικασία. Αν με βοήθησε; Σε πολύ μεγάλο βαθμό. Με βοήθησε να προσθέσω στο λογισμικό μου μια καινούργια λειτουργία που προστατεύει από το κρασάρισμα – αν ήμουν υπολογιστής. Όχι ότι δεν κρασάρω, αλλά
όχι τόσο συχνά και με τη σφοδρότητα που κράσαρα πιο μικρός.
Τα καλά του να μεγαλώνεις.
Ακριβώς αυτό. Έχεις περάσει μέσα από καταστάσεις, έχεις μάθει. Και αυτό είναι και το νόημα. Δεν τρελαίνομαι πια αν συμβεί
κάτι άβολο, π.χ. στη δουλειά μου. Όλα με κάποιο τρόπο περνάνε. Εγώ ανήκω σε μια γενιά που πήγαινε σινεμά, πήγαινε στο DVD club για να δει ταινίες, αγόραζε CDs. Όλα είχαν κάποια αξία γιατί προϋπέθεταν παραπάνω ψάξιμο και κόπο. Και γι’ αυτό έμεναν στη μνήμη.
Τώρα οι νέες γε-νιές μεγαλώνουν εντελώς διαφορετικά: πλατφόρμες, Internet, smartphones… Kαι δεν λέω αν είναι καλύτερα ή χειρότερα, γιατί κι εμείς ακούγαμε γκρίνια από τους γονείς μας πως παλιά ήταν καλύτερα. Όχι, δεν ήταν καλύτερα παλιά. Ήταν διαφορετικά. Τώρα όποια ταινία θέλεις τη βλέπεις αμέσως. Ό,τι θέλεις μπορείς να το βρεις. Αλλά ο χρόνος τρέχει. Δενσταματάει.
Έ
ίναι καλό αυτό;
Θα σου πω. Όταν σου επιτρέπονται τα πάντα, συνήθως δεν στοχεύεις. Οι περιορισμοί σε βάζουν να στοχεύσεις. Δεν εννοώ ότι είναι σωστό να στοχεύεις προς τα απαγορευμένα, αλλά στις ηλικίες που διαμορφώνεσαι αυτός ο μηχανισμός ενεργοποιείται και έτσι, αν σκεφτείς πως όταν ήμασταν παιδιά το πρώτο πράγμα που στοχεύαμε, που σκεφτόμασταν, ήταν να κάνουμε αυτά που μας απαγόρευαν οι γονείς μας. Κάπως έτσι λειτουργεί η ανθρώπινη φύση. Όταν βλέπεις το παιδί σου να μεγαλώνει και
του λες «βλέπεις τη ζωή εκεί έξω, ό,τι θες πάρε, κανένας περιορισμός, πουθενά…» ξέρεις τι συμβαίνει με αυτά τα παιδιά; Συνήθως μπαίνοντας στη ζωή δεν κάνουντίποτα. Οι περιορισμοί γεννάνε μέσα σου την πρόκληση να τους ξεπεράσεις.
Έ
σύ τι περιορισμούς είχες;
Τους φυσικούς περιορισμούς μιας οικογένειας που προσπαθούσε. Δεν μπορούμε να σου δώσουμε ό,τι θες. Γιατί δεν μπορούμε; Γιατί έτσι είναι η ζωή. Μου το είχαν κάνει σαφές από την αρχή.

Πριν τρεις μήνες, η Έλένη Ράντου στο Down Town απαντώντας στην ερώτηση «Ποιον εν ζωή άνθρωπο εκτιμάς περισσότερο;» ανέφερε το όνομά σου.
Το ξέρω και είναι πολύ τιμητικό για μένα. Χαμογελάω με το μεγαλύτερο χαμόγελο που μπορώ να βρω! Με την Ελένη είμαστε οικογένεια με την ευρύτερη έννοια. Την αγαπάω. Και δεν ξεχνάω ποτέ πως είναι ο άνθρωπος που μου έδωσε την πρώτη μου δουλειά στο θέατρο, στις «Νύχτες Ραδιοφώνου». Ήμουν ακόμα στη Σχολή και είχε δει το «Σειρήνες στο Αιγαίο». Μετά ξανασυνεργαστήκαμε στο «Κατάδικός μου» κι εκεί αρχίσαμε να αναπτύσσουμε μια φιλία που εξελίχθηκε σε οικογένεια. Με γοητεύει, την εκτιμώ και πάντα η γνώμη της για μένα μετράει.
Πώς είναι ο γιος σου;
Πολύ τρυφερός, πολύ αστείος, μόλις έκλεισε τα 2. Μιλάει πολύ. Αλλά θα μου πεις, αυτά λένε όλοι οι γονείς.

Με καθημερινά γυρίσματα για τον «Σασμό», μετά παράσταση δύσκολη, σωματικά επίπονη, πού βρίσκεται ο χρόνος
για την οικογένεια;
Δεν θεωρώ τη διαδικασία της παράστασης επίπονη. Είναι και σαν άσκηση. Άλλος πηγαίνει καθημερινά στο γυμναστήριο. Η παράσταση είναι η δική μου εκτόνωση. Είναι η ανάγκη μου, η εξέλιξή μου για τη δουλειά μου. Νιώθω πολύ τυχερός που το κάνω αυτό κάθε βράδυ.
Οι γονείς σου τι είπαν;
Και η μητέρα μου και ο πατέρας μου είναι μάλλον περισσότερο υποκειμενικοί παρά αντικειμενικοί απέναντί μου. Σαφώς στα πρώτα μου βήματα προσπάθησαν να με προστατεύσουν, αλλά μετά με άφησαν.
Το Ορφέας, από πού το πήρες;
Ήταν ένα όνομα που άρεσε στους γονείς μου. Το πλήρες είναι Ορφέας-Ελευθέριος, για να τηρήσουμε και τα έθιμα: Το
Ελευθέριος ήταν του παππού μου από την πλευρά του πατέρα μου. Το γιο μου τον έχουμε βαφτίσει με τον ίδιο τρόπο:
Αχιλλέας από εμένα και τη Γεωργία και Κωνσταντίνος από τον πατέρα μου.
Και ο χρόνος που είπαμε;
Τα Σαββατοκύριακα είναι ιερά. Μόνο σπίτι. Αλλιώς δεν βγαίνει. Και τις ώρες που είμαι στο θέατρο ο Αχιλλέας κοιμάται, έτσι δεν του λείπω τόσο… θέλω να πιστεύω. Έτσι κι αλλιώς, η δουλειά μου δεν είναι πάντα έτσι, και το ξέρω. Μια περίοδο δουλεύεις σαν τρελός και μια άλλη καθόλου.
Μιλάμε για πολλά, αλλά κυρίως για τοέργο. Έχει πάθος, τα μάτια του λάμπουν. Έγινε πια και επίσημα πρωταγωνιστής του καλού θεάτρου. Το μόνο που σκέφτομαι είναι να μην εγκλωβιστεί. Αν και είναι αρκετά έξυπνος και γενναίος.

ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΑΝΟ ΖΟΓΚΑ