ΤΑΜΤΑ: Η μοναδική pop star της χώρας μας μιλάει για την απροσδόκητη underground era της.

«Ποιος θα διδάξει τον κόσμο και τι; Με ρωτάν’ αν εγώ είμ’ αυτή. Και αν δεν είμαι εγώ αυτή, ποιος θα επιφέρει την αλλαγή;» λέει στους στίχους του Identity Crisis, του τραγουδιού που βάφτισε το πρόσφατο album και τη νέα καλλιτεχνική της φάση. Η Τάμτα μας έχει συνηθίσει στις αλλαγές στα 20 χρόνια που τη γνωρίζουμε, όταν και ήρθε από τη Γεωργία για να αλλάξει την pop/urban κουλτούρα της Ελλάδας χωρίς μέχρι τότε να μπορεί καν να ονειρευτεί κάτι τέτοιο. Οι

προδιαγραφές, μεγαλώνοντας λίγο πριν την διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης στην Τυφλίδα, ήταν άλλες. Από τότε μέχρι σήμερα, είναι σαν να έχει ζήσει δυο-τρεις ζωές. Μέχρι να γίνει τελικά μια από τις πιο επιδραστικές φιγούρες της ελληνική μουσικής σκηνής, μια από τις μεγαλύτερες pop star της χώρας. Και αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι ποτέ δε φοβήθηκε την αλλαγή. «Οι πιο σημαντικές στιγμές και περίοδοι της ζωής μου, ήρθαν μετά από μια μεγάλη αλλαγή» λέει.

Και αυτό τόλμησε να κάνει και τώρα. Να αφήσει τις πίστες και να φτιάξει τη δική της φάση σε έναν χώρο που κανείς δε θα περίμενε να τη δει. Αν και τελικά, κανείς δεν ξαφνιάζεται μαζί της. Από την Τάμτα

IDENTITY CRISIS

Καμία κρίση ταυτότητας. Στην πραγματικότητα η Τάμτα είναι για πρώτη φορά ο εαυτός της, αυτό που θέλει να επικοινωνεί στη νέα καλλιτεχνική της εποχή. Το Smut, το μοναδικό ίσως queer underground club της Αθήνας που μετατρέπει την πλατεία Βάθη σε μικρό Βερολίνο, έγινε ο νέος της ναός: «Είμαι πολύ χαρούμενη, πολύ ενθουσιασμένη, πολύ περήφανη. Μ’ αρέσει πάρα πολύ αυτό που κάνω φέτος». Το ιδιαίτερο με το Smut είναι ότι είναι σαν member club, χωρίς όμως να είναι. Έχει τη φήμη ότι έχει πολύ αυστηρή πόρτα, κυρίως για να αποφύγει να ανοίξει τις πόρτες του σε εκείνους που δεν μπορούν να vibe-άρουν με τη φιλοσοφία της ελεύθερης διασκέδασης και έκφρασης, και φτάνουν στο μαγαζί καθαρά και μόνο από περιέργεια. Το σκοτεινό dance floor, τα κλουβιά που είναι στημένα περιμετρικά του κεντρικού χώρου, και οι τρομερές φάτσες που βλέπεις γύρω σου μόλις ανοίξουν οι διπλές κόκκινες πόρτες του διαδρόμου, σε βάζουν αμέ- σως σε party mode. Και δυο σουρεαλιστικές πινελιές που κάνουν ακόμη πιο fun την όλη εμπειρία; Πριν το Smut ο χώρος φιλοξενούσε τα θρυλικά για τους ξενύχτηδες Αγρίμια, το underground σκυλάδικο, ενώ πλέον, πέρα από τα μπαρ, τον DJ και όλα αυτά που θα βρεις σε κάθε club, έχεις την ευκαιρία να απολαύσεις 10 λεπτά μασάζ σε έναν ειδικό χώρο απέναντι από το stage. Όλα αυτό το concept έδεσε δια μαγείας με το σκεπτικό της Τάμτα. «Μπορεί νακουστεί περίεργο, αλλά νιώθω τόσο ικανοποιημένη από τη δουλειά αυτή, ακόμα και να μην ήταν sold out, ακόμα και αν δεν άκουγα τόσο καλά λόγια, θα ήμουν και πάλι χαρούμενη. Αλλά και δύο άνθρωποι να ήταν από κάτω, εγώ πάλι θα τα έδινα όλα. Δε λέω, καλλιτέχνες είμαστε, και εννοείται ότι ταΐζουμε, ευτυχώς ή δυστυχώς, και το εγώ μας μέσα από την τέχνη μας –το ζητάμε το χειροκρότημα. Αλλά είχα τόση λαχτάρα για όλο αυτό! Και κατάλαβα, μετά το Smut, ότι τελικά είχα πολλή ανάγκη να κάνω τέτοιες εμφανίσεις. Αυτό το project δημιουργήθηκε πραγματικά από καλλιτεχνική ανάγκη. Δεν έχει κάποιο συγκεκριμένο reference, βασίστηκε σε εμένα σαν καλλιτέχνη και στο νέο μου όραμα. Για αυτό και ενώ στην αρχή είχαμε ετοιμάσει κάποιες ξένες διασκευές, αποφάσισα να τις βγάλω σχεδόν όλες από το πρόγραμμα και να πω δικά μου τραγούδια. Είχα ανάγκη να πω τα τραγούδια μου, γιατί στους χώρους που τραγουδάω τόσα χρόνια, αν ένα κομμάτι σου δεν είναι τεράστιο hit, σου λένε «μην το πεις καλύτερα, πες κομμάτια άλλων που είναι μεγάλες επιτυχίες για να μην κάνει κοιλιά το πρόγραμμα, για να ανεβαίνει το κέφι». Κλασικές αντιμετωπίσεις! Το Smut όμως είναι ένα club όπου δεν υπάρχει κομπλεξισμός, κάτι που ίσως στους αλλους χώρους να συναντάται πιο συχνά. Για αρκετά χρόνια ήμουν κλειδωμένη σε ένα κουτάκι. Πάντα όμως, όπου κι αν έπρεπε να τραγουδάω, προσπαθούσα να παρουσιάσω κάτι διαφορετικό. Αλλά όχι, μέχρι σήμερα, στον βαθμό που θα επιθυμούσα. Δε με έπαιρνε να ρισκάρω, έπρεπε να ακολουθήσω πιο ασφαλείς δρόμους. Και το καταλαβαίνω απόλυτα αυτό όταν συμβαίνει στους ανθρώπους, δεν κρίνω κανέναν που μπορεί να κάνει συμβιβασμούς στη δουλειά του. Εμένα τώρα με έχει φέρει η ζωή σε μια φάση που με παίρνει να τολμήσω και να ρισκάρω. Αν μου έλεγες να πάρω ένα τέτοιο επαγγελματικό ρίσκο πριν 10 χρόνια, θα σου έλεγα συγγνώμη, δε θα πάρω, γιατί δε θα μπορέσω να επιβιώσω. Για αυτό και έκανα πράγματα που θα εξασφάλιζαν εμένα και την οικογένειά μου. Όταν υπάρχει θέμα επιβίωσης είναι απολύτως λογικό να κάνεις συμβιβασμούς. Όταν ένας άνθρωπος κάνει μια δουλειά που δεν τον εκφράζει, δεν την αγαπάει, δεν τη θέλει αλλά πρέπει να επιβιώσει, προφανώς και θα καταπιεστεί για να τα βγάλει πέρα. Δε θέλω βέβαια να ακούγομαι και υπερβολική γιατί τόσα χρόνια όπου κι αν εμφανιζόμουν τραγουδούσα –δεν έσκαβα. Όπου κι αν ήμουν, δεν υπήρχε περίπτωση τη στιγμή που έβγαινα στη σκηνή να μην ήμουν χαρούμενη που κάνω αυτό που αγαπάω. Και γενικά, δεν έχω περάσει άσχημα στη νύχτα και τα μπουζούκια. Είμαι ευγνώμων και δε θα άλλαζα τίποτα, γιατί ό,τι έχω κάνει μέχρι σήμερα με έχει φέρει στο τώρα και σε αυτή την επιλογή. Δεν μετανιώνω για τίποτα. Όλες οι επιλογές μου ήταν απόλυτα συνειδητές. Πολλές φορές με ρωτάνε διάφορα για τη νύχτα, γιατί υπάρχουν πολλές φήμες για τη ζωή το βράδυ. Προσωπικά δεν έχω άσχημες εμπειρίες, ούτε με καλλιτέχνες, ούτε με επιχειρηματίες.

Ήμουν ίσως τυχερή και δεν είχα ποτέ κάποια βασανιστική συνεργασία. Αλλά ακριβώς επειδή δεν έχω περάσει άσχημα, και επειδή έχω μάθει από πολύ μικρή να επιβιώνω σε δύσκολες συνθήκες, αν χρειαστεί στο μέλλον, χωρίς δεύτερη σκέψη, θα μπορούσα να εργαστώ για να επιβιώσω. Βέβαια, αυτό που κατάλαβα μετά από αυτή τη νέα εμπειρία, είναι ότι ο καλλιτέχνης, θα πρέπει να είναι ο εαυτός του. Έτσι έχεις περισσότερες πιθανότητες να περάσει στον κόσμο αυτό που κάνεις».

ΜΠΑΜΠΑΣ ΣΚΥΛΑΔΙΚΟ – ΜΑΜΑ ΡΟΚΑΔΙΚΟ

Παρόλο που την ξέρουμε 20 ακριβώς χρόνια, η Τάμτα θα είναι για πάντα το κορίτσι που έφερε νέα πνοή στην ελληνική ποπ. Και αυτό ίσως γιατί έπαιξε το παιχνίδι με τους δικούς της κανόνες και φρόντιζε να ανανεώνεται συνέχεια, να παραμένει relevant, να δημιουργεί την τάση και όχι να την ακολουθεί. Good job! «Γενικά δε με εκφράζει η στασιμότητα. Γι’ αυτό και δε σημαίνει ότι επειδή φέτος παίζω σε ένα queer club δεν μπορώ του χρόνου να κάτσω σε σκαμπό σε μια μπουάτ και τραγουδάω μπαλάντες». Στο πλαίσιο αυτής της συνεχόμενης καλλιτεχνικής αναζήτησης, η Τάμτα έπεσε πάνω και σε ένα σουρεαλιστικό hit των 80s, της 16 χρόνης τότε Άντζυς. Το τραγούδι ήταν το «Φοβάμαι» –ένα κομμάτι που παρουσιάζει με τον πιο mainstream τρόπο τον εθνικό μας διχασμό σε καθετί: «Η Άντζυ είναι νονά του φίλου μου Νικόλα Γραπτάκη. Ένα βράδυ λοιπόν που ήμασταν σπίτι, μου έβαλε στο Youtube ένα βίντεό της από μια πρωινή εκπομπή γιατί δεν τη γνώριζα καθόλου. Εκεί άκουσα το τραγούδι και έπαθα πλάκα. Θεάρα! Πήρα απευθείας τον παραγωγό μου και του ζήτησα να το διασκευάσει. Μου είπαν όλοι «είσαι τρελή; πως θα πεις στα 43 σου ένα τραγούδι που έλεγε ένα 16χρονο κορίτσι και αφορά μια οικογενειακή κατάσταση;» Και πράγματι, σε αυτό το τραγούδι ακούμε ένα κορίτσι που θέλει να φύγει από το διχασμένο της σπίτι, για να μην τρελαθεί λέει». Εκεί υπάρχει και η θρυλική φράση «ο μπαμπάς σκυλάδικο – η μαμά ροκάδικο». Δεν είναι απλώς τραγούδι, γίνεται… πολιτική πράξη! Η Άντζυ, για την ιστορία, ζει πλέον στη Μεγάλη Βρετανία. «Από αυτή την εμφάνιση των 80s εμπνεύστηκα και το video clip μου για το «Αυταπάτη». Η διασκευή του «Φοβάμαι», μαζί με μια ακόμη διασκευή θα κυκλοφορήσουν σύντομα στη νέα εκδοχή του Identity Crisis η οποία θα είναι σε βινύλιο! Μεγάλο μου όνειρο ήταν αυτό, και χαίρομαι πολύ που θα κρατήσω σύντομα στα χέρια μου ένα βινύλιο δικό μου».

 

NO SIGNAL

Το Smut δεν είναι tech-friendly. Η φιλοσοφία του club μας θέλει να διασκεδάζουμε χωρίς ένα κινητό στο χέρι. Απαγορεύονται αυστηρά οι φωτογραφίες και η βιντεοσκόπηση μέσα στον χώρο, και για αυτόν τον λόγο οι κάμερες των κινητών καλύπτονται με ειδικά αυτοκόλλητα στην είσοδο. Αυτομάτως, η πρωτόγνωρη για την Gen Z αυτή συνθήκη, κάνει την εμπειρία ακόμη πιο δυνατή. «Εγώ βασικά,ξέρεις, είχα αγωνία που δεν επιτρέπονται τα κινητά στο Smut. Έλεγα, πώς θα επικοινωνηθεί όλο αυτό αν δεν ανέβει στα social media; Είχα μια αμφιβολία, ένα άγχος για το πώς θα λειτουργήσει αυτό, μου φάνηκε εκτός πραγματικότητας. Αλλά επειδή λάτρεψα το club, είπα, αφού παίρνω το ρίσκο, ας το πάρω all the way. Την ώρα του live λοιπόν, ένιωσα σαν να γύρισα χρόνια πίσω! Γιατί όταν ξεκίνησα να τραγουδάω, όταν έκανα τα πρώτα μου live σε μικρές σκηνές στη Γεωργία, αλλά και εδώ, δεν υπήρχαν κινητά με κάμερες και social media. Είναι υπέροχο να ερμηνεύεις ένα αγαπημένο σου κομμάτι και όταν ανοίγεις τα μάτια σου να βλέπεις από κάτω τους ανθρώπους να σε κοιτάνε στα μάτια –όχι μέσα από τις οθόνες των συσκευών τους, αλλά κανονικά! Εννοείται ότι το απόλαυσα διπλά και νομίζω ότι αυτό συνέβη και με τον κόσμο και θυμηθήκαμε ότι η ζωή είναι για να τη ζεις κανονικά και όχι μέσα από οθόνες».

Q FOR QUEER

«Εγώ πάντα ήμουν σε δεύτερη μοίρα στα μαγαζιά που εμφανιζόμουν, γιατί σε ένα λαϊκό σχήμα είναι συγκεκριμένοι οι κανόνες. Εξάλλου, δεν είχα και ποτέ την προσδοκία να γίνω πρώτο όνομα σε λαϊκή σκηνή. Δε με ενδιέφερε και δεν μπορώ να το εξυπηρετήσω. Αυτή είναι η πρώτη φορά που κάνω σε έναν χώρο κάτι τόσο προσωπικό, τόσο δικό μου. Που έρχονται για εμένα και όχι για κάποιον άλλον καλλιτέχνη. Είναι η πρώτη φορά που κάνω σταθερές εμφανίσεις μόνη μου. Και το να συμβαίνει αυτό σε ένα queer club είναι υπέροχο. Γιατί νιώθω μετά από τόσα χρόνια ότι αυτός είναι ο κόσμος μου. Όταν ήρθα από τη Γεωργία στην Ελλάδα, δεν είχα ιδέα τι σημαίνει να είσαι queer. Ειδικά σε εκείνες τις εποχές, δεν είχα καμία επαφή, καμία γνώση, καμία αντίληψη πάνω στο θέμα –δε γνώριζα τι συμβαίνει στον κόσμο. Ό,τι έμαθα για το gay community το έμαθα εδώ, στην Ελλάδα. Από την αρχή της καριέρας μου νιώθω τρομερή υποστήριξη από queer άτομα, ίσως γιατί νιώθω ότι με καταλαβαίνουν. Καταλαβαίνουν τι θέλω να πω, τι θέλω να κάνω και λειτουργούν σε έναν κόσμο που δε βάζει όρια. Αυτό είναι που μου αρέσει. Με καταλαβαίνουν πιο καλά απ’ όλους και αυτό με λύνει ακόμη περισσότερο, με αναζωογονεί, με κάνει να νιώθω ελεύθερη να δημιουργήσω ό,τι μου έρθει στο κεφάλι. Χαίρομαι επίσης, που πλέον υπάρχει μια underground σκηνή στην Αθήνα. Απλώς δεν έχει την προσοχή που της αξίζει. Εγώ γνωρίζω συνέχεια νέα παιδιά, με πολλά ταλέντα, με αισθητική, με όρεξη. Αλλά δεν προβάλλονται πουθενά. Παρατηρώ ότι στα Μέσα ανακυκλώνονται τα ίδια και τα ίδια. Αν ψάξεις τα μυστικά της πόλης, θα δεις ότι υπάρχουν χώροι που αποτελούν πραγματικά πρόταση και μοναδικά παιδιά που εκπροσωπούν όλα τα είδη της τέχνης. Υπάρχει όμως ακόμη και αυτός ο κομπλεξισμός, που οι μεν δε δέχονται τους δε. Ωστόσο νομίζω ότι παγκοσμίως είμαστε σε μια μεταβατική φάση, στη φάση της ουσιαστικής αλλαγής. Είτε το δεις πνευματικά, είτε πολιτικά και κοινωνικά, αλλάζουμε. Πιστεύω ότι για κάποιον συγκεκριμένο λόγο επέλεξα να έρθω στη γη αυτή τη χρονική στιγμή που είναι τόσο ταραγμένες οι ισορροπίες σε όλο τον κόσμο. Προσπαθώ να κρατηθώ, να καταλάβω τι αλλάζουμε και προς τα πού πάμε. Με αγχώνει αλλά ταυτόχρονα με γοητεύει. Γιατί μέχρι σήμερα, ό,τι καλό έχει έρθει στη ζωή μου, ήρθε μετά από μια μεγάλη αλλαγή. Φαίνεται σαν να είναι νόμος της φύσης. Δε θέλω να αντισταθώ λοιπόν. Γιατί έχω παρατηρήσει ότι το βασικό συναίσθημα που κρατάει γενικά τους ανθρώπους πίσω, και τους κάνει να συμβιβάζονται, και τους κλειδώνει μέσα σε κουτάκια, είναι ο φόβος. Ο μεγαλύτερος, ή ο μοναδικός, εχθρός του ανθρώπου είναι ο φόβος. Μπορεί να στερηθείς πολλά αν φοβάσαι και είναι κρίμα. Η αλλαγή είναι η φυσική εξέλιξη του ανθρώπου.

Δε λέω, γνωρίζω ότι υπάρχουν άνθρωποι που προτιμούν την άνεση της ασφάλειάς τους και θα κάνουν τα πάντα για να μη χάσουν τη σταθερότητα. Εγώ στο μόνο που είμαι σταθερή, είναι στιςαξίες μου, στις βάσεις που έχω από τη μητέρα μου, στην οικογένεια μου. Στα υπόλοιπα ας αφεθούμε, ας τολμήσουμε την αλλαγή».

ΑΠΟ ΤON ΤΑΣΟ ΜΠΙΜΠΙΣΙΔΗ