Όταν συνάντησα για πρώτη φορά τον Δημήτρη για συνέντευξη, τον περασμένο Ιούνιο, είχε μόλις ανακοινωθεί ότι θα έπαιζε τον ρόλο του Αλέξανδρου Ωνάση, στο Παλλάς. Εκείνη τη μέρα βρεθήκαμε στο κέντρο της Αθήνας, καθίσαμε σε ένα καφέ ξενοδοχείου και μιλήσαμε ήρεμα και χαλαρά για δύο ώρες. Τώρα, έξι μήνες μετά, έχουμε πάλι ραντεβού στο κέντρο. Με το που βγαίνει από το Παλλάς, έρχονται από παντού άνθρωποι και του μιλάνε. Άντρες, γυναίκες, παιδιά προσπαθούν να τον πλησιάσουν, του δίνουν συγχαρητήρια για την ερμηνεία του στο θέατρο, τον ρωτάνε για τις Άγριες Μέλισσες, θέλουν να βγάλουν selfie μαζί του. Καθόμαστε σε ένα μαγαζί, παραγγέλνουμε φαγητό και η υπεύθυνη μάς λέει ότι είναι κερασμένο. Ναι, μέσα σε έξι μήνες μπορούν ν’ αλλάξουν, αν όχι τα πάντα, σίγουρα πολλά.
Ας ξεκινήσουμε από τα βασικά. Ο Δημήτρης ήταν μέχρι πριν από λίγους μήνες ένας νέος ταλαντούχος ηθοποιός, γνωστός στον χώρο του. Αυτό από μόνο του δεν αρκούσε για να τον απογειώσει. Χρειάζονταν το κατάλληλο όχημα, η τύχη, το ένστικτο και η εμπιστοσύνη στην όλη διαδικασία. Ο Δημήτρης είχε την ευλογία να συναντηθεί με όλα αυτά. Τον ρωτάω αν περίμενε τέτοια αποδοχή. «Δεν ξέρω», λέει, «είναι λίγο περίεργο να απαντήσω μονολεκτικά. Γενικώς, δεν περιμένω τίποτα και συγχρόνως περιμένω τα πάντα». Συγκεντρώνεται, πίνει μια γουλιά gin tonic, παίρνει έναν πιο σοβαρό τόνο η φωνή του και συνεχίζει: «Ενστικτωδώς, με το που έφυγα από το δεύτερο ραντεβού που είχα με τους συντελεστές της σειράς, ένιωσα ότι κάτι όμορφο θα συμβεί. Λειτουργώ πολύ με το ένστικτο, σχεδόν σε όλα. Όποτε ακούω το ένστικτό μου, δεν με έχει βγάλει λάθος σχεδόν ποτέ. Μάλλον το αντίθετο έχει συμβεί». Έχει μάτια έξυπνα και ζωντανά, διαθέτει ενθουσιασμό, αλλά ταυτόχρονα επιστρατεύει πειθαρχία και αποφασιστικότητα όταν είναι να μιλήσει για τον εαυτό του. Συνδυάζει με αρκετή ευστροφία δύο πλευρές της προσωπικότητάς του, χωρίς η μία να καπελώνει την άλλη. Του λέω να μου μιλήσει για εκείνον. «Από τη στιγμή που έφυγα από την Πάτρα και ήρθα στην Αθήνα για να ασχοληθώ με το θέατρο, ήμουν αποφασισμένος να αφοσιωθώ σε αυτό. Δούλεψα και δουλεύω πολύ, με την έννοια της “σπουδής” πάνω στο αντικείμενο που αγαπάω. Το θέατρο με έχει αλλάξει ως άνθρωπο. Έχω φτάσει πιο κοντά στον πυρήνα μου και φροντίζω συνεχώς να σκαλίζω τον βράχο του μυαλού μου, μη σου πω και της καρδιάς μου. Νιώθω την ανάγκη να μελετώ, όσο μπορώ και αντέχω, θέατρο, λογοτεχνία, ποίηση. Με ενδιαφέρει η σωστή χρήση της ελληνικής γλώσσας, με γοητεύει η επιστήμη που μελετά τη λειτουργία του ανθρώπινου εγκεφάλου, όλα αυτά. Σπουδή όμως θεωρώ και το να δω μια ταινία στο Netflix ή στο σινεμά, μια καλή θεατρική παράσταση, ακόμη και μια συζήτηση με έναν άνθρωπο που με εμπνέει και μπορεί να πάει τη σκέψη μου παραπέρα». Φέτος, όλοι λένε ότι είναι η χρονιά του. «Δεν ξέρω αν είναι ή αν δεν είναι η χρονιά μου, και δεν θέλω να το σκέφτομαι έτσι γιατί αυτό με αγχώνει. Πιστεύω ότι κάθε χρονιά είναι για όλους μας η χρονιά μας – κάτι μας δίνει και κάτι μας παίρνει. Φέτος, μου δόθηκε η ευκαιρία να επικοινωνήσω τη δουλειά μου σε περισσότερους ανθρώπους και νιώθω ευγνωμοσύνη γι’ αυτή την τεράστια αγκαλιά, χωρίς βέβαια να θεωρώ τίποτα δεδομένο στο παρόν και στο μέλλον». Το μέλλον του δείχνει αρκετά ευοίωνο. Με απλά λόγια, αν η επιτυχία κρίνεται από τον αριθμό των προτάσεων που έχεις, τότε ο Δημήτρης τα έχει καταφέρει περίφημα σε διάστημα μόλις τριών μηνών, αφού τα τηλέφωνά του συνεχώς χτυπάνε. Αυτό είναι επιτυχία.
Το φλερτ, οι προτάσεις, τα χρήματα
Θεωρείται ένας από τους πιο όμορφους, νέους και περιζήτητους ηθοποιούς της γενιάς του. Τον ρωτώ αν αυτό το εισπράττει και σε προσωπικό επίπεδο. «Τι εννοείς; Ναι, με φλερτάρουν και φυσικά φλερτάρω κι εγώ. Ασφαλώς έχω δεχτεί και απόρριψη στο παιχνίδι του φλερτ, αλλά, για να είμαι ειλικρινής, από τότε που ξεκίνησε το σίριαλ δεν μου έχει συμβεί κάτι τέτοιο, μάλλον γιατί δεν βγαίνω πια». Γελάει. Τι άλλο έφερε η επιτυχία; «Με θυμήθηκαν παλιοί μου συμμαθητές. Μου στέλνουν μηνύματα, όπως: “Με θυμάσαι τότε στο δημοτικό;”». Τον ρωτάω αν αυτός θυμάται. «Θυμάμαι τα πάντα. Η μνήμη μου είναι σε εξαιρετική κατάσταση. Θυμάμαι λεπτομέρειες από τη ζωή μου – ακόμα και από πέντε χρονών. Εικόνες, τις πρώτες μυρωδιές, τους φίλους μου, τα ανέκδοτα που λέγαμε, τους πρώτους παιδικούς έρωτες, θυμάμαι σχεδόν τα πάντα».
Οικονομικά εξαργυρώθηκε η επιτυχία; «Οικονομικά δεν άλλαξε κατά πολύ το στάτους μου», απαντάει. «Δεν έχω γίνει πλούσιος, αλλά έχει φύγει η ανασφάλεια για το μετά. Σε αυτό τον χώρο αγχωνόμαστε για το ποιο θα είναι το επόμενο βήμα, τόσο για καλλιτεχνικούς όσο και για βιοποριστικούς λόγους. Αυτό φέτος δεν υπάρχει. Βέβαια, είμαι καλύτερα από κάθε άλλη χρονιά οικονομικά και ας πούμε ότι η επιτυχία της σειράς μού έδωσε για πρώτη φορά το δικαίωμα της επιλογής στο επόμενο βήμα. Αυτό δεν είναι λίγο για έναν νέο ηθοποιό».
Το προνόμιο της ομορφιάς
Ο Δημήτρης έχει αρχαιοελληνική ομορφιά. Πολύ ψηλός, πολύ γυμνασμένος και με κοφτά, σκληρά χαρακτηριστικά. Τον ρωτάω αν η εμφάνισή του, εκτός από τα benefits, κουβαλάει και αρνητικά. Απαντάει σαν να έχει απαντήσει χιλιάδες φορές σε αυτή την ερώτηση μέσα του: «Κοίτα, στα πρώτα χρόνια, υπήρχε μια καχυποψία με την εμφάνιση, αλλά δεν πιστεύω ότι ένας άνθρωπος που είναι απλώς όμορφος μπορεί να πετύχει στην υποκριτική. Δεν θεωρώ ότι ένα καλό παρουσιαστικό μπορεί να σου εξασφαλίσει το διαβατήριο για μια δουλειά στην τηλεόραση, και ειδικά σε μια δουλειά όπως οι Άγριες Μέλισσες. Ίσα-ίσα, πρέπει να κάνεις τον θεατή να κοιτάξει πέρα από την εμφάνιση και να σταθεί στην ερμηνεία, στις ψυχικές διαδρομές του ρόλου. Εμένα δεν με επέλεξαν επειδή ήμουν ο πιο όμορφος, υπάρχουν εκατοντάδες όμορφοι εκεί έξω. Δεν μου εμπιστεύτηκαν έναν πολύ σημαντικό ρόλο επειδή τους άρεσε η όψη μου. Έκανα οντισιόν σχεδόν με τις μισές πρωταγωνίστριες του ελληνικού θεάτρου και εξέτασαν την υποκριτική μου αντίληψη, την επικοινωνία μου με τον συμπρωταγωνιστή, την αμεσότητα, την ετοιμότητα με δυο λόγια, και τους έκανα υποκριτικά. Ακόμη και στα μηνύματα που παίρνω το 90% είναι για το πόσο τους συγκίνησε μια σκηνή, μια αντίδρασή μου, ένα βλέμμα. Αυτό νομίζω δεν έχει να κάνει με ένα απλώς ωραίο παρουσιαστικό, χωρίς να σημαίνει ότι το “δέμας” δεν παίζει ρόλο στη δουλειά μας. Απλώς δεν αρκεί». Και το υπόλοιπο 10% τι του λέει; «Ό,τι μπορείς να φανταστείς. Ερωτικές εξομολογήσεις, ότι αν δεν με θέλει η Ελένη θέλουν να με παντρευτούν άλλες, απειλές για να μην πληγώσω την Ελένη ξανά, τέτοια πράγματα. Μια μέρα, είχε έρθει στην παράσταση που παίζω ο ξάδερφός μου με την οικογένειά του και είχαμε βγει στο Σύνταγμα. Την ώρα που έλεγα στα ανίψια μου: “Να προσέχετε, γιατί εδώ στην Αθήνα μπορεί να σας αρπάξουν το πορτοφόλι χωρίς να το καταλάβετε”, με γραπώνει άγρια ένας τύπος από το μπουφάν, πάω να τσαμπουκαλευτώ και μου λέει: “Σε παρακαλώ, πες μου τι μυστικό θα πεις τη Δευτέρα στην Ελένη, και θέλω να μου το πεις όπως ακριβώς θα το πεις σε εκείνην”. Δεν ήθελε μόνο την πλοκή, ήθελε να καθίσω στην πλατεία και να του ερμηνεύσω και τη σκηνή. Μου φάνηκε πολύ αστείο. Στο Ιnstagram παίρνω πάνω από 100 μηνύματα έπειτα από κάθε επεισόδιο». Μου δείχνει και το inbox του. Εκείνο το βράδυ, είχε 162 μηνύματα.
Ο Δημήτρης και ο Λάμπρος
Τον ρωτάω αν έχει σκεφτεί για ποιον λόγο ο κόσμος έχει ταυτιστεί με τον χαρακτήρα τού Λάμπρου που υποδύεται. Κάνει παύση, σκέφτεται και είναι ίσως η μόνη στιγμή που χαμηλώνει το κεφάλι για να απαντήσει πολύ συγκεντρωμένος και πολύ προσεκτικά: «Άκου να δεις, εγώ υποδύομαι ένα παλικάρι που έχει περάσει και θα περάσει πολλά. Ο Λάμπρος είναι από τις πιο τραγικές φιγούρες των Άγριων Μελισσών, γιατί έχει ζήσει ακραίες καταστάσεις. Μεγάλωσε ορφανός από μητέρα σε ένα καταπιεστικό περιβάλλον, με έναν πατέρα απόντα στον πόλεμο, του σκότωσαν τον αδερφό, του μάθανε να σωπαίνει απέναντι στα “πρέπει” της κοινωνίας, απέναντι στην αδικία της οικογένειάς του, απέναντι στην ίδια του την ευτυχία, καθώς στερήθηκε τη μοναδική γυναίκα που αγάπησε. Ο ίδιος ο ήρωας είναι ειλικρινής, δεν παλινωδεί, αυτά που λέει τα εννοεί, δίνει μια μάχη για να τα υποστηρίξει. Για αυτό έχει ενδιαφέρον αυτός ο ρόλος. Γιατί έρχεται καταπιεσμένος και τσακισμένος και γίνεται ένας επαναστάτης εναντίον του ίδιου του τού εαυτού. Συγκρούεται μέσα στις συμπληγάδες των θέλω του, της καρδιάς και της λογικής του. Αυτό έχει συμβεί σε πολλούς και έτσι γίνεται η ταύτιση. Εμείς εδώ στην Ελλάδα έχουμε αυτό το σύμπλεγμα τού “τι θα πει ο κόσμος” και καταστρέφουμε τις ζωές μας. Πολλές φορές τα “θέλω” μας μπορεί να μη μας δώσουν την κοινωνική ευτυχία και έρχεται η στιγμή να παλέψουμε εμείς οι ίδιοι για την προσωπική μας ισορροπία. Αν δεν παλέψουμε, δεν πρόκειται να το κάνει κανείς για εμάς». Μιλάει με τόση ένταση και ενθουσιασμό που έχω την αίσθηση ότι μιλάει για εκείνον. Αλλά αυτό είναι δική μου υπόθεση, δική μου κατανόηση.
Μετά το φαγητό
Μέσα σε μία ώρα συζήτησης μπορείς να αντιληφθείς πολλά για έναν άνθρωπο πέρα από αυτά που θα σου πει ο ίδιος. Τι αντιλαμβάνεσαι για κείνον; Ότι είναι βαθιά οπτιμιστής, έχει επίγνωση ανά πάσα στιγμή του τι συμβαίνει γύρω του και γιατί συμβαίνει, έχει άποψη διαμορφωμένη και βασισμένη περισσότερο στην εμπειρία του. Μου λέει πως τον τελευταίο καιρό δουλεύει τα ελαττώματά του. Ποιο ελάττωμα δουλεύει τώρα; «Με ενοχλεί όταν χάνω την ανθρωπιά μου. Με χαλάει όταν με πιάνω να κοιτάω μόνο τον εαυτό μου και την πάρτη μου. Όταν με αφορά μόνο τι συμβαίνει σε μένα και στον μικρόκοσμό μου. Όταν το συνειδητοποιώ, έρχεται και μου στραπατσάρει τη μούρη. Έχω νιώσει οι κολλητοί μου να είναι κάποιες στιγμές καλύτεροι άνθρωποι από μένα. Να έχουν μεγαλύτερη ενσυναίσθηση γι’ αυτά που συμβαίνουν γύρω μας. Θα μου πεις, γι’ αυτό είναι και φίλοι μου. Εγώ για να κάνω έναν άνθρωπο φίλο μου πρέπει να τον θαυμάζω σε κάτι. Όχι στις γνώσεις απαραίτητα, αλλά κυρίως στην καρδιά, αυτό με αφοπλίζει. Πολεμάω τον εγωισμό μου όμως, και αυτό είναι καλό. Δεν σου λέω ότι το καταφέρνω πάντα, αλλά το αντιλαμβάνομαι, και όταν πάω να γίνω κυνικός και σκληρός, αμέσως το μαζεύω. Αυτό προσπαθώ να κάνω τον τελευταίο καιρό, να μπαίνω στα παπούτσια τού άλλου. Να παραδέχομαι το λάθος μου, να ζητάω συγγνώμη και να συγχωρώ. Ίσως γιατί υποσυνείδητα και εγώ θέλω να με συγχωρέσουν».
Φωτογραφίες Κοσμάς Κουμιανός
Βοηθός φωτογράφου Γιώργος Μακρής
Μake-up/Hair styling Αγγελική Καψάλη
Styling Δέσποινα Κολιού