Κορονοϊός, παιδιά και έφηβοι: Τι τους λέμε και πώς βοηθάμε να διαχειριστούν το «μένουμε σπίτι»

Ρωτήσαμε μια σύμβουλο εκπαιδευτικής ψυχολογίας πώς πρέπει να αντιμετωπίζουμε τα παιδιά μας, είτε είναι μικρά σε ηλικία είτε στην εφηβεία, ώστε να διαχειριστούμε σωστά τις αλλαγές που έφερε στη ζωή μας η πανδημία κορονοϊού. Από τον Πάρη Κορμαρή

Οι περισσότεροι από εμάς δεν θυμούνται να έχουν αντιμετωπίσει ξανά στη ζωή τους τα μέτρα που μας έχει επιβάλει η πανδημία του κορονοϊού. Η καθημερινότητά μας έχει επηρεαστεί σε όλα τα επίπεδα, η ρουτίνα μας έχει ανατραπεί και πρέπει να προσαρμοστούμε άμεσα στις νέες συνθήκες για το καλό όλων. Ένα μεγάλο κεφάλαιο είναι πώς πρέπει να διαχειριζόμαστε παιδιά και εφήβους. Το ένα ερώτημα είναι πώς τους εξηγούμε τι συμβαίνει και τα βοηθάμε να διαχειριστούν την ανησυχία ή τον φόβο που μπορεί να αισθάνονται. Το άλλο, πώς οργανώνουμε τη ζωή τους και κατ’ επέκταση τη ζωή ολόκληρης της οικογένειας μένοντας μέσα στο σπίτι.

 

Τα μικρά παιδιά

«Όλα τα παιδιά, όσο μικρά κι αν είναι, διαισθάνονται όταν κάτι δεν πάει καλά», επισημαίνει η Δρ. Γιούλα Λάμπρου, σύμβουλος εκπαιδευτικής ψυχολογίας, από το Learning and Wellness Center. «Από τη στιγμή που έχει αλλάξει η ρουτίνα τους, δεν μπορούμε να τους κρύψουμε την αλήθεια. Πρώτ’ απ’ όλα, μπορούμε να το ρωτήσουμε ένα παιδί τι θα ήθελε να ξέρει, ώστε να έχουμε κι εμείς οι γονείς έναν καλό γνώμονα για το τι να μοιραστούμε μαζί του. Μπορούμε να αναφέρουμε ότι υπάρχει κάτι εκεί έξω που ίσως εμείς οι άνθρωποι να κολλήσουμε, κάτι που μπορεί μας κάνει να μη νιώθουμε καλά, να έχουμε λίγο βήχα, ίσως λίγο πυρετό, όμως μπορεί να αντιμετωπιστεί και, αν προσέχουμε και μείνουμε στο σπίτι, θα είμαστε εντάξει. Προέχει να κάνουμε τα παιδιά να νιώθουν ασφάλεια και να γνωρίζουν ότι, ακόμα και αν φοβούνται, είμαστε εκεί και μπορούμε να μιλήσουμε για τους φόβους τους. Θα ήταν λάθος, δηλαδή, να πούμε σε ένα παιδάκι, για παράδειγμα, πέντε ετών, “Μην ανησυχείς, δεν έγινε τίποτα, έλα να περάσουμε καλά, θα είναι σαν διακοπές!” Αν το κάνουμε, δεν θα του φύγει η αγωνία και το άγχος, θα κρατήσει απλώς τις σκέψεις του μέσα του και δεν θα βοηθηθεί. Οπότε, είναι προτιμότερο να πούμε, “Τι φοβάσαι ακριβώς; Τι συμβαίνει; Πες μου”. Μπορεί να μας απαντήσει “Φοβάμαι μην πεθάνω. Μην πεθάνει η μαμά, ή ο μπαμπάς, ή η γιαγιά, ο παππούς…” Αν ακούσουμε κάτι τέτοιο, μπορούμε μετά να συζητήσουμε με τα παιδιά και να τα καθησυχάσουμε, λέγοντας ότι προσέχουμε για να μη συμβεί αυτό. Τους εξηγούμε με κατανοητό τρόπο πώς εφαρμόζουμε τα μέτρα, ότι πλένουμε τα χεράκια μας, βήχουμε στο χέρι μας κ.λπ. Πρέπει να τα διαβεβαιώσουμε πως, όταν προσέχουμε, δεν υπάρχει κίνδυνος, απλώς πρέπει να περιοριστούμε και να κάνουμε λίγη υπομονή. Είναι σημαντικό να είμαστε ειλικρινείς με τα παιδιά, αναλόγως φυσικά με την ηλικία. Στα πολύ μικρά, δεν μπορούμε να τα πούμε όλα».

 

Οι έφηβοι

Όταν μιλάμε για παιδιά που είναι στην εφηβεία, η αντιμετώπιση πρέπει να είναι διαφορετική. «Αν δεν φοβούνται, πρέπει να τα φοβίσουμε λίγο, και το λέω με την καλή έννοια, για να προσέχουν», επισημαίνει η Δρ. Λάμπρου. «Πιο σημαντικό, βέβαια, είναι να μάθουν ότι έχουν κάποια κοινωνική ευθύνη. Όσο δύσκολο κι αν είναι να περιοριστούν στο σπίτι, δεν γίνεται αλλιώς. Πρέπει να φανούν και εκείνα υπεύθυνα. Μπορούν να γίνουν και κάποιες εξωτερικές δραστηριότητες, αλλά σε ανοιχτά μέρη, και μόνο με τα μέλη της οικογένειας».

Τι πρέπει να κάνει ένας γονιός σε περίπτωση που ένα παιδί στην εφηβεία αρνείται να αναλάβει τις ευθύνες του; «Τότε πιστεύω ότι ο γονιός πρέπει να γίνει αρκετά πιο αυστηρός και να βάλει πιο περιοριστικά μέτρα στο παιδί. Να του εξηγήσει ότι δεν ζει μόνο του αλλά σε ένα σπίτι στο οποίο υπάρχουν κάποιοι κανόνες και οφείλει να τους εφαρμόζει ως μέλος της οικογένειας. Γιατί, μπορεί να μην τον ενδιαφέρουν οι κανόνες της κοινωνίας, αλλά θα πρέπει να τον ενδιαφέρουν οι κανόνες του σπιτιού. Δεν εννοώ σε καμία περίπτωση να δώσει ο γονέας μια διαταγή ή να υπάρξει τσακωμός. Απλώς προτείνω οι γονείς να μιλήσουν για τους κανόνες του σπιτιού και να εξηγήσουν στο παιδί ότι είναι υποχρεωμένο να τους ακολουθήσει. Τα παιδιά είναι μέλη της οικογένειας. Έχουν και εκείνα την άποψή τους, θα πουν τη γνώμη τους, θα μιλήσουμε, θα διαφωνήσουμε, μπορεί και να τσακωθούμε. Όλα αυτά είναι υγεία. Το θέμα είναι όμως ότι, επειδή τώρα βιώνουμε μία κρίση και η κοινωνική μας ευθύνη πρέπει να είναι ακόμα πιο υψηλή και πιο δυνατή, πρέπει και αυτοί οι κανόνες να εφαρμοστούν πιο συστηματικά».

 

Η Δρ. Γιούλα Λάμπρου, σύμβουλος εκπαιδευτικής ψυχολογίας

Μια νέα ρουτίνα για τα παιδάκια

Για τα παιδιά που πήγαιναν παιδικό σταθμό ή σχολείο, και τώρα πρέπει να περιοριστούν στο σπίτι, είναι αναγκαίο να υπάρξει μια νέα ρουτίνα, λέει η ειδικός: «Αναλόγως την ηλικία, πρέπει κάποιες ώρες την ημέρα να είναι αφιερωμένες στα μαθήματά τους. Μπορεί να μην αφιερώνουν σε αυτό όλες τις ώρες που θα ήταν στο σχολείο, αλλά πρέπει να είναι τουλάχιστον δύο με τρεις ώρες την ημέρα. Από εκεί και πέρα, υπάρχουν πολλά πράγματα που μπορούν να γίνουν μέσα στο σπίτι. Από το να μοιραστεί η οικογένεια ένα γεύμα μαζί, κάτι που υπό άλλες συνθήκες μάλλον δεν γινόταν τόσο συχνά, μέχρι να δουν όλοι μαζί μια ταινία ή να διαβάσουν ένα βιβλίο ως οικογένεια. Υπάρχει επίσης η ζωγραφική, που, όπως η τέχνη γενικότερα, έχει επουλωτικές ικανότητες. Μέσα από αυτή, μπορεί ένα παιδί να εκφράσει ακόμα και τους φόβους του και τα συναισθήματά του. Μπορεί ακόμα και ο γονέας να ασχοληθεί με τη ζωγραφική, για να δείξει ότι είναι μέλος αυτής της ομαδικής προσπάθειας. Υπάρχουν επίσης τόσες πολλές δραστηριότητες που μπορούμε να κάνουμε με τα παιδιά μέσα στο σπίτι, μαγειρική, χορό, κατασκευές, επιτραπέζια κ.ο.κ.».

 

Κάποια περιθώρια για τους εφήβους

Για τα πιο μεγάλα παιδιά, απαιτούνται διαφορετικοί χειρισμοί, που περιλαμβάνουν και το πόσο επιτρέπεται να ασχολούνται με τα social media. «Στην περίπτωση των εφήβων, πρέπει να τους επιτρέψουμε να περνούν λίγο περισσότερο χρόνο στα κοινωνικά δίκτυα, ώστε να έχουν επαφή με τους φίλους τους», επισημαίνει η Δρ. Λάμπρου. «Προφανώς πρέπει να υπάρχει έλεγχος από τους γονείς και να τα βοηθούν να φιλτράρουν τις πληροφορίες, αλλά είναι σημαντικό να έχουν περισσότερο χρόνο για να επικοινωνούν με τις παρέες τους, εφόσον δεν μπορούν να συναντηθούν. Είναι στη φύση μας όταν περνάμε κρίση και δυσκολίες να θέλουμε τη συμπαράσταση των συνανθρώπων μας. Οι τωρινοί περιορισμοί μάς επιβάλλουν να βρούμε εναλλακτικούς τρόπους για να κοινωνικοποιηθούμε και να συμπαραστεκόμαστε ο ένας στον άλλο, κάτι που είναι πάρα πολύ σημαντικό. Ειδικά στην εφηβεία, τα παιδιά το χρειάζονται πάρα πολύ».

 

Ακολουθήστε τη σελίδα του Learning and Wellness Center στο Facebook