Η People Entertainment κάνει ό,τι μπορεί για να φέρνει στην Ελλάδα διεθνή μιούζικαλ σε αξιοπρεπή και λουσάτη μορφή, με άδεια non-replica. Που σημαίνει ότι θα δείτε το Chicago σε μια νέα παραγωγή, η οποία σέβεται μεν την κλασική σκηνοθεσία, αλλά με ελεγχόμενες αυθαιρεσίες. Το Chicago είναι ένα διαβολεμένα σέξι, με πολιτική και κοινωνιολογική άποψη, υπόγεια χιουμοριστικό μιούζικαλ. Θέλει υποδόριο χιούμορ, σεξ και ισορροπία μέσα στην ανισορροπία του. Έχει βραβευτεί όχι άδικα με δεκάδες βραβεία, αλλά αυτά ισχύουν για την αρχική του εκδοχή από τον Bob Fosse και τις δύο αναβιώσεις του. Σας προειδοποιώ, δεν θα δείτε κάτι από αυτά. Ή, μάλλον, θα δείτε κάτι από αυτά. Θα δείτε την εκδοχή του σκηνοθέτη Γιάννη Κακλέα, που γνωρίζει τους κώδικες του μιούζικαλ αλλά μπερδεύτηκε λίγο, προσπαθώντας αφενός να κρατήσει τη γραμμή του Bob Fosse και αφετέρου να συμβιβαστεί με την ελληνική έννοια του υπερθεάματος. Η προσέγγισή του, βέβαια, σέβεται το αμερικάνικο Chicago και διαθέτει ενέργεια και άποψη.
Δύο γυναίκες φόνισσες συντρόφων φίλων τους (και πολλές άλλες), έτοιμες για την κρεμάλα, συναντιούνται με τον μαγικό δικηγόρο-χειριστή, που είναι ικανός να τις κάνει σταρ συμπόνιας στα μίντια. ΜΜΕ, πολιτική, ηθική, σόουμπιζ και δικονομία μπαίνουν σε ένα κωμικοτραγικό μίξερ χωρίς διέξοδο. Η Νάντια Μπουλέ κερδίζει ξανά, χωρίς καμία αμφιβολία, το στεφάνι της νέας της καριέρας, παίζοντας μια Ρόξι χαζούλα-πορνίδιο, που έχει το σουξέ ραμμένο στα εσώρουχά της. Η Μαρία Διακοπαναγιώτου είναι απίστευτη. Πρόκειται για την Τασούλα στη γνωστή διαφήμιση της Vodafone και δεν αναγνωρίζεται στον ρόλο της δεύτερης φυλακισμένης, της Βέλμα. Το μόνο πρόβλημα είναι ότι, ενώ έχει τρανταχτή φωνητική και σκηνική παρουσία, κάποιες φορές εκτελεί τον ρόλο της σαν να είναι ο Κόναν ο Βάρβαρος.
Το δίλημμα του Κακλέα είναι: «Να κρατήσουμε τη λιτή τζαζ καμπαρέ εκδοχή του Fosse ή να την εμπλουτίσουμε με κάτι πιο χαριτωμένο;». Το στήσιμο περιλαμβάνει την ορχήστρα πάνω στη σκηνή, όπως στο πρωτότυπο, απλώς τα τεκταινόμενα δεν περιορίζονται στην αρχική σκηνοθετική λιτότητα της διεξαγωγής τους πάνω στην πίστα του καμπαρέ. Τουλάχιστον, είναι πασπαλισμένα με καλό γούστο, ωραία ενδυματολογία και κρατάνε τη ζαρτιέρα στις γυναίκες και τους ημίγυμνους άντρες με καπέλο και τιράντα στους χορευτές. Τα μάτια του υπέροχου και αγαπημένου Αιμιλιανού Σταματάκη γυαλίζουν κυριολεκτικά στον ρόλο του αδίστακτου δικηγόρου Μπίλι Φλιν (τον οποίο από κάποια ημερομηνία και μετά θα ενσαρκώνει ο Αργύρης Πανταζάρας), ενώ η Δάφνη Λαμπρόγιαννη παίζει με συγκρατημένη μαγκιά τη Μάμα Μόρτον.
Η Νάντια και η Μαρία σχηματίζουν ένα εκρηκτικό φωνητικό και χορευτικό δίδυμο, ενώ το σύνολο είναι μια παράσταση καλών προθέσεων, που προσπαθεί να ξεπεράσει τις προθέσεις με σούπερ σέξι χορογραφίες. Ο Αλέξιος Πρίφτης στη μουσική διεύθυνση ενός τόσο δύσκολου έργου κάνει θαύματα με την ορχήστρα του, που παίζει τέλεια. Το σημαντικότερο όμως όλων είναι πως έχει διατηρηθεί η τζαζ ατμόσφαιρα, όπου όλα μπορούν να συμβούν. Αυτή η αίσθηση της μυρωδιάς από καπνό τσιγάρων, ιδρωμένα σώματα και μπέρμπον, σε έναν εκρηκτικό συνδυασμό που, μαζί με την αριστουργηματική μουσική του John Kander και τους εξαίσιους στίχους του Fred Ebb, σε απογειώνουν και σε μεταφέρουν στο Σικάγο του ’20. Σε κάνει να αναρωτιέσαι τι είναι η τζαζ, σε παρασύρει στο μιντιακό παιχνίδι και καθιστά τις δύο υπέροχες πρωταγωνίστριες φίγουρες-σύμβολα κάτω από μια πινακίδα με νέον. Όπως λέει στην αρχή ο κομπέρ της παράσταστασης, «Κυρίες και κύριοι, καλώς ορίσατε στο Σικάγο. Απόψε θα παρακολουθήσετε μια ιστορία γεμάτη φόνους, απληστία, διαφθορά, προδοσία, όλα αυτά τα προσφιλή και ευπώλητα θέματα που ζεσταίνουν τις καρδιές μας».