Το πραγματικό πλήρες όνομά της είναι Κική Λιτσάκη, οι περισσότεροι, ωστόσο, τη γνωρίζουμε ως την stand up comedian Super Kiki. Τον τελευταίο καιρό αυτό το όνομα συνδέθηκε με το περιστατικό που συνέβη στα παρασκήνια της εκπομπής του Γρηγόρη Αρναούτογλου, κάνοντας την δημοσιογράφο Ζήνα Κουτσελίνη να αποχωρήσει έξαλλη από το πλατό, πριν καν δώσει συνέντευξη.
Πολλοί λίγοι γνώριζαν ωστόσο ότι αυτή η κοπέλα είχε μία σκληρή προσωπική ιστορία για την οποία δεν είχε μιλήσει ποτέ τόσο ανοιχτά, κάτι που έκανε χθες μέσα από την εκπομπή του Γρηγόρη Αρναούτογλου “Τhe 2night show” και δεν άφησε κανέναν ασυγκίνητο.
Η ενδοοικογενειακή βία, τα ναρκωτικά, ο εγκλεισμός για δύο χρόνια στη φυλακή και η κατάθλιψη ήταν κάποια από τα στοιχεία αυτής της σκληρής προσωπικής διαδρομής, για την οποία η Λιτσάκη είχε πολλά να πει, με ειλικρίνεια, βάθος και αυτοκριτική.
«Πέρασα πολύ δύσκολα με τον πατέρα μου και έκανα πολλά χρόνια ψυχοθεραπεία. Άκουγα τη λέξη μπαμπάς και μαμά και με έπιαναν τα κλάματα, δεν μπορούσα τα διαχειριστώ. Παρ’ όλα αυτά, αν μου έλεγες να γυρίσει ο χρόνος πίσω και ν’ άλλαζα πατέρα δεν θα τον άλλαζα ποτέ.
Ήταν βίαιος με τη μαμά μου και με εμένα. Θυμάμαι όλες τις βίαιες εικόνες από 5 χρονών, για κακή μου τύχη έχω πάρα πολύ δυνατό μνημονικό. Δεν θέλω να τους δικαιολογήσω. Ο πατέρας μου μετά τον χωρισμό βρήκε μια άλλη γυναίκα, με την οποία δεν περνούσα καθόλου καλά, τις ώρες που έλειπε εκείνος από το σπίτι. Συνήθως οι γυναίκες του πατέρα μου με ζήλευαν γιατί εκείνος δεν ήθελε να κάνει άλλο παιδί. Ήμουν πασπαρτού, έμενα παντού, ήμουν πάντα με ένα βαλιτσάκι στο χέρι. Κυρίως έμενα με την μάνα μου. Αλλά δεν άλλαζε και πολύ γιατί η μάνα μου είχε έναν άλλον, ο οποίος ήταν αλκοολικός και με το που πήγαινε τρεις το μεσημέρι, ερχόταν έτοιμος για τσαμπουκά. Δεν ήταν καθόλου ευχάριστος. Την αγάπη που μου έλειπε στο σπίτι, την έβρισκα στα σκυλιά. Μάζεψα 24 αδέσποτα σκυλιά και τα τάιζα, με ακολουθούσαν παντού, όπου πήγαινα», είπε στην εισαγωγή της κουβέντας της με τον Αρναούτογλου η Λιτσάκη.
«Στο σχολείο, ένα πρωί, μια συμμαθήτρια που ήταν και φίλη μού είπε: “η μαμά σου είναι βίζιτα” γιατί δούλευε σε μπαρ. Για να το θυμάμαι, μάλλον το βίωσα σαν bullying. Αμυνόμουν με το χιούμορ, έκανα πολύ τον καραγκιόζη ειδικά σε αυτή την ηλικία. Ήμουν 8 χρονών», συνέχισε, αφήνοντας άφωνο τον παρουσιαστή με την ειλικρίνεια και τον τρόπο της, τότε, ως παιδί ακόμη να αντιμετωπίζει τόσο σκληρές καταστάσεις.
«Έφυγα πολύ μικρή από το σπίτι μου και έμενα σε έναν γείτονα μεγαλύτερο από μένα. Ήταν η πρώτη φορά που ήρθα σε επαφή με ομοφυλόφιλο. Τον θαύμαζα πολύ. Η μάνα μου δούλευε άπειρες ώρες και η αλήθεια είναι πως, το έχει παραδεχθεί και εκείνη, ήταν στην κοσμάρα της εντελώς. Ασχολιόταν με άλλα πράγματα. Στα 13 μου ήπια τα πρώτα ναρκωτικά. Δεν ήρθε κανένας και δεν προσέγγισα κανέναν. Κάπως έμπλεξαν οι στάνταρ φίλοι μου, στην αρχή τους κορόιδευα μέχρι που γύρισε και σε μένα το πρώτο τσιγάρο. Ενθουσιάστηκα στην αρχή, είχε πλάκα και με τα χρόνια δεν είχε καθόλου πλάκα. Για χασίσι μιλάω πάντα και μετά άρχισα να πίνω χάπια. Κρυφά πάντα από τους φίλους μου.
Σιγά σιγά ήρθαν και τα υπόλοιπα, τα πιο σοβαρά. Κοκαΐνη κανονικά και συστηματικά. Δεν ήταν καθόλου αστείο. Όλα γινόντουσαν από ανάγκη. Lcd, πολύ Lcd και τότε ήταν που είχα πάψει να χαμογελάω και νόμιζα ότι θα χαμογελάω μόνο κάνοντας κάθε μέρα κατάχρηση. Μέχρι που έγινε ανάγκη. Είχα και μια σχέση με την οποία μαζί μπλέξαμε και μαζί τα κάναμε όλα. Εκεί σε ηλικία 16 με 17 ετών. Στο τέλος μπήκε και η ηρωίνη στη ζωή μου. Όλοι ήξεραν, κανείς δεν καταλάβαινε την σοβαρότητα του θέματος. Όλος ο κόσμος το ήξερε, όχι μόνο οι γονείς μου», συνέχισε.
«Ήθελα να κόψω τα ναρκωτικά, αλλά δεν ήξερα πώς. Ένα πρωί ήρθε στο σπίτι η αστυνομία. Μας μάζεψαν όλους. Μας έβαλαν μέσα στο κρατητήριο. Έχω μπει φυλακή για χρήση και εμπόριο. Μας είπαν ότι η σύλληψη έγινε για σύσταση συμμορίας και εγκληματικής οργάνωσης. Οι γονείς μου δεν ήξεραν ότι μπαινόβγαινα στη φυλακή. Αλλά και να το ήξεραν δεν θα άλλαζα κάτι. Ήμουν σίγουρη ότι δεν θα πήγαινα φυλακή. Πιο μπλεγμένο ήταν το αγόρι μου. Εγώ ήθελα να εξασφαλίζω τη χρήση μου. Έμεινα δυο χρόνια μέσα. Η στιγμή της προφυλάκισής μου είναι η χειρότερη στιγμή της ζωής μου. Φεύγοντας από το γραφείο της ανακρίτριας βλέπω τη μητέρα μου να με κοιτάει. Ήταν ένα χάος. Φίλησα τη μητέρα μου, μπήκα στην κλούβα… Όλα τα παιδιά κλαίγανε. Το είχα πάρει πολύ ψύχραιμα. Έκανα φυλακή στη Θήβα. Όταν έγινε αυτό με την κυρία Κουτσελίνη και ήρθαν τα κανάλια, ένιωσα πάλι σαν εγκληματίας που έχει κάνει κάτι κακό και ασχολούνται μαζί του”.