Φίνος Φιλμ: Το success story του κινηματογραφικού κολοσσού

Η λαμπρή καριέρα, η συνεργασία με μεγάλα ονόματα, η προσωπική ζωή και το τραγικό τέλος του πρωτοπόρου Φοιλοποίμενος Φίνου

Με την Αλίκη Βουγιουκλάκη το 1961, γυριζοντας στην Αθήνα από το Κινηματογραφικό Φεστιβάλ του Εδιμβούργου

Το χειμώνα του 1943 οι Έλληνες πεινάνε. Η πρώτη ταινία της κινηματογραφικής εταιρείας Φίνος Φιλμ, που ιδρύει ο Φιλοποίμην Φίνος, τους δίνει μια μικρή ανάσα από τις κακουχίες και τα βάσανα. Ήδη από το 1940 ο Φίνος είχε παρουσιάσει την πρώτη του ταινία «Το τραγούδι του χωρισμού» σε παραγωγή Σκούρας Φιλμ, στην οποία είχε όλη την τεχνική επιμέλεια και, για πρώτη και τελευταία φορά στη ζωή του, έκανε και τη σκηνοθεσία. Η ταινία δυστυχώς δεν πήγε καλά, γιατί από την τελειομανία του Φίνου και των συνεργατών του έγιναν διορθώσεις της τελευταίας στιγμής και έτσι προβλήθηκε στο σινεμά Rex τμηματικά, καθώς ένα αυτοκίνητο έκανε τη διαδρομή Καλαμάκι-Rex με τις μπομπίνες, με αποτέλεσμα να υπάρχουν πολλά κενά κατά τη διάρκεια της προβολής. Το κοινό την αποδοκίμασε.

Παρ’ όλα αυτά, η ταινία έχει ιστορική αξία, καθώς ήταν η πρώτη ομιλούσα ελληνική ταινία που η επεξεργασία του ήχου της έγινε στην Ελλάδα. Αντιθέτως, «Η φωνή της καρδιάς» του 1943 γνώρισε τεράστια επιτυχία χάρη στην άρτια παραγωγή και το σενάριό της. Ο κόσμος έκανε ουρές έξω από τις κινηματογραφικές αίθουσες και η ταινία έκοψε την πρώτη εβδομάδα της προβολής της 102.237 εισιτήρια. Βγαίνοντας από τον κινηματογράφο όλοι εκδήλωναν εμφατικά τον ενθουσιασμό τους, σε βαθμό ανησυχητικό για τους Γερμανούς, που δεν μπορούσαν να καταλάβουν τι συνέβαινε. Ο Φίνος χαρακτήρισε την ταινία «εθνική επιτυχία» και το όραμά του μόλις ξεκίνησε.

ΤΟ ΤΡΑΥΜΑ ΤΟΥ ΦΙΝΟΥ

Κατά τη διάρκεια της Κατοχής, ο Φίνος γύριζε τα Επίκαιρα της εποχής με μια μηχανή στον ώμο. Τον Ιανουάριο του ’44, με αφορμή την επιτυχία της ταινίας του «Η φωνή της καρδιάς» συλλαμβάνεται μαζί με τον πατέρα του από τους Γερμανούς. Η κατηγορία ήταν «συμμετοχή στην Αντίσταση». Γλιτώνει με τέσσερις μήνες φυλάκισης και με παραχώρηση όλων των περιουσιακών του στοιχείων στους Γερμανούς. Ο πατέρας του, όμως, Γιάννης Φίνος, εκτελείται ως «δρων κομουνιστής». Από τότε ο Φιλοποίμην ανέπτυξε μια θεωρία: «Όλα μπορούν να ανατραπούν σε μια στιγμή και να χάσεις ό,τι αγαπάς, αλλά το χρέος σου είναι να προχωράς.» Και το έκανε.

«Ο ΜΕΘΥΣΤΑΚΑΣ»

Το 1950 βγαίνει στις αίθουσες η ταινία «Ο Μεθύστακας» του Γιώργου Τζαβέλλα. Ο Στάθης Καμβασινός, υπεύθυνος επικοινωνίας της εταιρείας, σχολιάζει: «Με αυτή την ταινία ενηλικιώθηκε ο ελληνικός κινηματογράφος, τουλάχιστον από εμπορική άποψη, αφού παιζόταν επί 27 συνεχόμενες εβδομάδες στην Αθήνα. Έκοψε 305.000 εισιτήρια και έπεισε τους επιχειρηματίες ότι ο κινηματογράφος ήταν η επένδυση του μέλλοντος. Και αυτή μπορεί να είναι η πιο εμπορική ταινία όλων των εποχών σε αναλογία, γιατί μετρήθηκαν τα εισιτήρια μόνο στην περιοχή Αθηνών και Πειραιά.».

Χάρη σε αυτή την ταινία ο κινηματογράφος θεωρήθηκε κεντρικός πυλώνας της ψυχαγωγίας για τη συγκεκριμένη εποχή και δόθηκε το εναρκτήριο λάκτισμα για μια νέα γενιά παραγωγών. Ο Φίνος με την εταιρεία του εδραιώνεται και αρχίζει η ηγεμονία του στον ελληνικό κινηματογράφο. Στη δεκαετία του ’50 έγιναν ηθογραφίες με καλά και πρωτότυπα σενάρια που συνδύαζαν εμπορικότητα και κοινωνικά μηνύματα σε μία εποχή δύσκολη αλλά και ελπιδοφόρα για τους Έλληνες, που αναζητούσαν ένα καλύτερο βιοτικό επίπεδο σε μια χώρα που δειλά-δειλά έβγαινε από τα σκοτάδια της Κατοχής και του Εμφυλίου. Ο Στάθης Καμβασινός αναφέρει: «Ήταν μια εποχή κοινωνικής και κινηματογραφικής αθωότητας. Ο Φίνος ανέδειξε ηθοποιούς, σκηνοθέτες, τεχνικούς και τελικά δημιούργησε μια γενιά κινηματογράφου που σφράγισε ανεξίτηλα την εξέλιξη και την ιστορία του. Το 1953 στεγάζει την εταιρεία στην οδό Χίου 54, που θα εξελιχθεί σε “μικρό Hollywood της Ελλάδας”. Όλοι πέρασαν από εκεί. Ακόμα και άνθρωποι που έκαναν αργότερα ανεξάρτητο και εναλλακτικό κινηματογράφο έπαιρναν βοήθεια από τον Φίνο και τα εργαστήριά του. Όπως έχει πει ο αείμνηστος Κούνδουρος, “αν δεν ήταν αυτός εμείς που θέλαμε να κάνουμε κάτι διαφορετικό δεν θα υπήρχαμε”.».

Ο ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΑΣ ΦΙΝΟΣ

Ο Φίνος ήταν κατά γενική ομολογία ο άνθρωπος που ξυπνούσε, ανέπνεε και ζούσε για τις ταινίες και τον κινηματογράφο. Και αυτός ήταν και ο λόγος που δεν είχε ποτέ στη ζωή του χρήματα. Ο ίδιος έλεγε: «Με αποκαλούν μεγιστάνα όσοι δεν με γνωρίζουν. Δεν είμαι, και πραγματικά δεν με ενδιαφέρει να μαζέψω χρήματα. Ζω άνετα κι αυτό μου φτάνει. Ως επιχειρηματίας, είμαι μάλλον αποτυχημένος.» Το ότι εννοούσε ό,τι έλεγε, το απέδειξε με τον τρόπο ζωής του. Πάντα έμενε στο ενοίκιο και μόνο προς τη δύση του προνόησε να αγοράσει διαμέρισμα στην περιοχή της Σχολής Ευελπίδων.

Στο τέλος της δεκαετίας του ’60, όταν είχε αρχίσει ήδη να εμφανίζεται η οικονομική κρίση, δανείστηκε χρήματα για να κάνει το όνειρό του πραγματικότητα. Έφτιαξε στα Σπάτα το μεγαλύτερο στούντιο στα Βαλκάνια, με τα καλύτερα μηχανήματα και τις καλύτερες προδιαγραφές για τους υπαλλήλους και τους stars του. Αυτό το στούντιο χαρακτηρίστηκε γρουσούζικο, αφού συνδέθηκε με την πτώση του. Ο Γιάννης Δαλιανίδης είχε σχολιάσει κάποτε στον Ιάσονα Τριανταφυλλίδη: «Ο Φίνος έκανε τις πιο εμπορικές ταινίες και ήταν πάντα χρεωμένος.» Μαζί του συμφωνούσε και η Αλίκη Βουγιουκλάκη: «Τον εκμεταλλεύονταν οι άνθρωποι γύρω του. Τον έκλεβαν οι υπάλληλοί του από το γραφείο εκμετάλλευσης των ταινιών του, από το λογιστήριό του. Αυτά που σου λέω είναι σίγουρα. Δεν υπάρχει λόγος να πούμε ονόματα. Ούτε που τους θυμάμαι κιόλας. Δεν τον ενδιέφεραν τα λεφτά τον Φίνο. Τον ενδιέφερε να έχει χρήματα για να βάζει στις ταινίες. Δεν τον ενδιέφερε να πάρει χρήματα από το κράτος. Ο ίδιος ο Καραμανλής ήταν παιδικός του φίλος, όμως ο Φίνος ήθελε να έχει όχι μόνο το βέτο, αλλά και το ρίσκο.»

H ΛΑΜΠΕΡΗ ΔΕΚΑΕΤΙΑ ΤΟΥ 1960

Από τη μια μεριά το κράτος δεν τον βοηθούσε, από την άλλη ο Φίνος ήταν τόσο τελειομανής που ξαναγύριζε ταινίες από την αρχή, όπως έγινε με «Το Κλωτσοσκούφι» το 1960, επειδή δεν του άρεσε ο παρτενέρ της Αλίκης, ο Μιχάλης Νικολινάκος, που τον αντικατέστησε με τον Αλέκο Αλεξανδράκη. Οι ταινίες της δεκαετίας του ’60 στοίχιζαν περίπου 1,5 εκατομμύριο δραχμές οι ασπρόμαυρες, 2 εκατομμύρια δραχμές οι έγχρωμες, ενώ τα μιούζικαλ έφταναν στα 4 εκατομμύρια δραχμές. Ο ΦΙΝΟΣ ΚΑΙ ΤΟ STAR SYSTEM Η δεκαετία του ’60 σήμανε το μεγάλο ανταγωνισμό, το star system και τις πολύ περισσότερες παραγωγές ανά έτος. Ο Φίνος προσαρμόστηκε γρήγορα στο νέο κοινωνικό και κινηματογραφικό περιβάλλον.

Ο Στάθης Καμβασινός τονίζει πως το τρίπτυχο της νέας εποχής ήταν «περισσότερες ταινίες, ταχύτερη παραγωγή (γυρίζονταν παράλληλα ταινίες) και νέες θεματικές, έτσι ώστε, αφενός να πρωταγωνιστήσει στον ανταγωνισμό, αφετέρου να απευθυνθεί σε ένα εντελώς διαφορετικό κοινό πλέον, πολύ πιο καταναλωτικό, με διαφορετικές ανάγκες και παραστάσεις». Και συμπληρώνει: «Και τα κατάφερε με νεορεαλιστικές κοινωνικές ταινίες, έξυπνες κωμωδίες και μιούζικαλ.» Η Αλίκη, η Τζένη, η Ζωή, η Ρένα, ο Κούρκουλος ήταν όλοι τους παιδιά του. Πολλοί τον πούλησαν, άλλοι του έμειναν πιστοί (όπως η Ζωή Λάσκαρη που γύρισε όλες τις ταινίες της στον Φίνο) και άλλοι, όπως η Αλίκη Βουγιουκλάκη, συνεργάζονταν με απανωτά on and off.

Ο σκηνοθέτης Παύλος Τάσιος (1942-2011) είχε πει κάποτε στον Ιάσονα Τριανταφυλλίδη: «Δεν ήταν εύκολο οι ηθοποιοί του Φίνου να πουν “όχι” στις προτάσεις που είχαν από τους άλλους παραγωγούς. Για παράδειγμα, ο Βουτσάς έπαιρνε 30.000-40.000 στον Φίνο και η Καραγιάννης-Καρατζόπουλος του πρόσφερε 300.000. Αυτή που έφυγε πρώτη ήταν η Βουγιουκλάκη, που πήγε στη Δαμασκηνός-Μιχαηλίδης και είχε γίνει μακελειό.» Όντως, η Αλίκη το 1966 έκλεισε να γυρίσει τις «Διπλοπενιές» με συμβόλαιο ύψους 500.000 δρχ., σε συνεργασία των Δαμασκηνού-Μιχαηλίδη με τον Φίνο, ο οποίος όμως αποχώρησε από την παραγωγή τελευταία στιγμή. Οι εκπρόσωποί του είχαν δηλώσει τα εξής: «Ο κ. Φίνος, με την εμπειρία του παλαιού παραγωγού, βλέπει πολύ καλά ότι η δημοφιλής star δεν τον συμφέρει πλέον. Οι ταινίες της έχουν πάψει να αποφέρουν τα υψηλότατα κέρδη που είχαν άλλοτε. Έτσι, ο επικεφαλής της Φίνος Φιλμ αρνήθηκε να συμμετάσχει στην παραγωγή μιας ταινίας που, ναι μεν μπορεί να είναι εμπορική, αλλά είναι εντελώς δεύτερης ποιότητας.»

Ο ίδιος είχε απαντήσει το 1971 στα Επίκαιρα: «Γιατί δημιούργησα stars; Τι με ανάγκασε; Η ανυπαρξία σεναρίων. Αν έχω ένα γερό σενάριο, δεν έχω ανάγκη από star. Ένα μέτριο όμως σενάριο που στηρίζεται σε έναν star θα φέρει χρήματα. Αναγκαίο κακό λοιπόν, αφού δεν γίνεται αλλιώς. Όσο για τις ευθύνες που καταλογίζουν τώρα οι stars στους παραγωγούς, είναι κωμικό. Γιατί παίρνανε τα χρήματα; Εγώ είμαι έμπορος. Αυτό πουλάω. Εκείνοι, που είναι καλλιτέχνες, ήθελαν τα σπίτια και τα αυτοκίνητα με ξένα κόλλυβα; Κανένας πρωταγωνιστής μου δεν ήταν υποχρεωμένος να γυρίσει σενάριο που δεν του άρεσε. Και είμαι έτοιμος να δημοσιεύσω συμβόλαιο αν κάποιος με αμφισβητήσει. Και χαίρομαι τον Κούρκουλο, γιατί είναι θαυμάσιο παιδί και έχει το θάρρος να ομολογήσει πως γυρίζει ταινίες για να κάνει το θέατρο που θέλει.»

Η ΥΣΤΕΡΟΦΗΜΙΑ ΤΟΥ ΦΙΝΟΥ

Ο Φίνος ανάθρεψε τον ελληνικό κινηματογράφο που τον βρήκε σε εμβρυακό στάδιο και ήταν κορυφαίος ως παραγωγός, με αστείρευτες τεχνικές γνώσεις. Ήταν πρωτοπόρος σε όλες τις τεχνικές ανακαλύψεις του ελληνικού σινεμά. Και το ίδιο το Hollywood του είχε προτείνει να δουλέψει γι’ αυτούς. Ο Στάθης Καμβασινός μας λέει: «Είχε τρέλα να διαλύει τις μηχανές και να τις ξαναφτιάχνει. Ήταν, δε, τέτοια η εμμονή του με τις κινηματογραφικές μηχανές, που συχνά τις επιδιόρθωνε ο ίδιος και γι’ αυτό είχε το παρατσούκλι “ο κατσαβιδάκιας”.».

Η ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ ΤΟΥ ΖΩΗ

Παντρεμένος με την Τζέλλα από το 1939 μέχρι το θάνατό του, είχε μια πολύ εσωστρεφή στάση απέναντι στη ζωή και ιδιαίτερα συντηρητική απέναντι στα κοσμικά. Τα γλέντια, τα ξενύχτια, οι παρέες ήταν μετρημένα. Διακοπές το καλοκαίρι πήγαινε στη Βουλιαγμένη, δηλαδή κοντά στην Αθήνα, κοντά στη δουλειά, κοντά στα γυρίσματα. Εκεί συχνά δεχόταν επισκέψεις από ηθοποιούς και συνεργάτες του. Παιδιά δεν έκαναν με την Τζέλλα, έπειτα από κοινή τους απόφαση, ενώ ο ίδιος έλεγε: «Παιδιά μας είναι οι ταινίες και οι ηθοποιοί.»

Στο εξωτερικό ταξίδευε σπάνια με τη γυναίκα του και μόνο για επαγγελματικούς λόγους. Η μόνη ακριβή συνήθειά του ήταν τα αυτοκίνητα – πάντα φρόντιζε να κυκλοφορεί με ακριβό αμάξι. Συνήθως έβγαινε σε ταβέρνες με τα κινηματογραφικά συνεργεία ύστερα από τα γυρίσματα, πλήρωνε πάντοτε αυτός το λογαριασμό και πολύ σπάνια θα έκανε κάποια εμφάνιση σε κοσμικά κέντρα της εποχής. Είχε επιλέξει μια πολύ λιτή ζωή. «Όλη του τη ζωή την είχε δώσει και την είχε αφιερώσει στον κινηματογράφο και μόνο. Το σπίτι, η διασκέδαση, η ψυχαγωγία, ήταν δεύτερο πλάνο για μας», είχε δηλώσει στην εκπομπή Παρασκήνιο της ΕΡΤ η Τζέλλα Φίνου.

ΤΟ ΤΕΛΟΣ

Τη δεκαετία του ’70 ξεκινά η εποχή της τηλεόρασης. Τότε κάνει την εμφάνισή της και η κρίση στον κινηματογράφο, αφού κόβονται όλο και λιγότερα εισιτήρια. Από την άλλη, ο Φώσκολος γυρίζει σε παραγωγή Φίνος Φιλμ την «Υπολοχαγό Νατάσσα», που γίνεται η πιο εμπορική ταινία όλων των εποχών στην ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου. Ο Φίνος δηλώνει: «Είδατε; Δεν υπάρχει κρίση. Μόνο κρίση ιδεών και σεναρίων.» Η κρίση όμως υπήρχε. Την έβλεπε, τη ζούσε και ήρθε και ο καρκίνος. Τα τελευταία επτά χρόνια της ζωής του, μέχρι το θάνατό του, στις 26 Ιανουαρίου του 1977, τα περνάει με εγχειρήσεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Χρεωμένος κατά πολλά εκατομμύρια και απογοητευμένος, έζησε τα τελευταία χρόνια του μέσα στην αμφισβήτηση. Νέοι άνθρωποι είχαν μπει στον κινηματογράφο και οι ταινίες του στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης γιουχαΐζονταν. Η τελευταία ταινία του ήταν «Ο κυρ-Γιώργης εκπαιδεύεται». «Για την τιμή των όπλων», όπως είπε. Δεν πρόλαβε να δει την επέλαση της βιντεοκασέτας, της ιδιωτικής και της καλωδιακής τηλεόρασης, όπου το έργο του αποθεώθηκε και απέκτησε εκατομμύρια ακόμα θαυμαστές και νέο κοινό, που αποκατάστησε τη φήμη του και τον ανέδειξε σε έναν –αν όχι τον πιο– σημαντικό και μοναδικό κορυφαίο Έλληνα κινηματογραφικό παραγωγό.

ΤΟ ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΟ ΕΝΟΣ SUCCESS STORY 80 ΕΤΩΝ

1908

Ο Φιλοποίμην Φίνος γεννιέται στην Τιθορέα Λοκρίδος, σύντομα όμως με τους γονείς του μετοικεί στην Αθήνα. Ο πατέρας του, ο Γιάννης Φίνος, ήταν γιατρός, αλλά και επιχειρηματίας κινηματογραφικών αιθουσών, από τις οποίες η πιο γνωστή ήταν το περίφημο Αλκαζάρ στο Σταθμό Λαρίσης. Ο Φιλοποίμην αρχικά μπήκε εσωτερικός στην Ιόνιο Σχολή, αλλά τελείωσε το γυμνάσιο σε δημόσιο σχολείο, όπου ήταν και συμμαθητής με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή. Σπούδασε Νομικά και Πολιτικές Επιστήμες, μιλούσε τρεις γλώσσες και από μικρός έδειξε κλίση ειδικά προς την τεχνική του κινηματογράφου. Ήταν ο πρώτος άνθρωπος που έβαλε τον ομιλούντα κινηματογράφο σε θερινό σινεμά στην Ελλάδα.

1935

Με δικές του ευρεσιτεχνίες, προσπάθησε να γυρίσει την ταινία «Νερωμένο κρασί» μαζί με τους φίλους και συνεργάτες του Σαλίβερο, Νόβακ και Παρασκευά. Η προσπάθεια δεν στέφθηκε με επιτυχία και η ταινία έμεινε ημιτελής.

1940

Με τη συνεργασία του Σκούρα, του Χλοΐδη, του Προβελλέγγιου και των αδελφών Δριμαρόπουλου, πέρασε στην ιστορία του ελληνικού σινεμά αφού «Το τραγούδι του χωρισμού» αποτέλεσε την πρώτη ομιλούσα ελληνική ταινία που γυρίστηκε στην Ελλάδα με μηχανήματα που έφτιαξε ο ίδιος. Αυτή ήταν και η μοναδική φορά που σκηνοθέτησε ο ίδιος πάνω σε ένα σενάριο του θεατρικού συγγραφέα Δημήτρη Μπόγρη.

1958

Δοκιμάζει τις δυνάμεις του σε μια διεθνή παραγωγή με την ταινία «Μια ζωή την έχουμε» του Γιώργου Τζαβέλλα. Καλεί από το εξωτερικό την Ελληνοϊταλίδα σταρ Υβόν Σανσόν μαζί με τον Δημήτρη Χορν, αλλά η ταινία δεν κάνει επιτυχία ούτε στην Ελλάδα ούτε και στο εξωτερικό τότε. Συνεργάζεται για πρώτη φορά με τον Μιχάλη Κακογιάννη με την ταινία «Το τελευταίο ψέμα».

1959

Η ταινία «Το ξύλο βγήκε από τον Παράδεισο» του Αλέκου Σακελλάριου και η τεράστια επιτυχία του καθιερώνουν την Αλίκη Βουγιουκλάκη.

1960

Το «Ποτάμι», η δεύτερη συνεργασία του με τον Νίκο Κούνδουρο μετά τους «Παράνομους», κερδίζει το Α΄ Βραβείο Καλύτερης Ταινίας στο 1ο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, αλλά λόγω λογοκρισίας δεν προβλήθηκε ποτέ στις κινηματογραφικές αίθουσες. Την ίδια χρονιά γυρίζει και την πρώτη έγχρωμη ταινία της Φίνος Φιλμ, που ήταν «Η Αλίκη στο Ναυτικό».

1961

Με τον «Κατήφορο» καθιερώνεται ο Γιάννης Δαλιανίδης και αλλάζει στην ουσία η εικόνα του ελληνικού σινεμά.

1963

Η «Ηλέκτρα» του Μιχάλη Κακογιάννη, στην οποία είναι συμπαραγωγός, του χαρίζει ένα βραβείο στις Κάννες για την τεχνική της αρτιότητα, που οφειλόταν αποκλειστικά στον ίδιο, και μια υποψηφιότητα Καλύτερης Ξενόγλωσσης ταινίας στα Oscar. Την ίδια χρονιά γυρίζεται από τον Γιάννη Δαλιανίδη το «Μερικοί το προτιμούν κρύο», το πρώτο μιας σειράς μιούζικαλ που έμελλαν να γίνουν μεγάλες εμπορικές επιτυχίες.

1964

Το μιούζικαλ «Κάτι να καίει» αποτελεί την πρώτη έγχρωμη ταινία που γυρίζεται με την τεχνική Σινεμασκόπ. Την επόμενη χρονιά, το μιούζικαλ «Κορίτσια για φίλημα» είναι η πρώτη ταινία με στερεοφωνικό ήχο.

1965

Σχηματίζει κοινοπραξία με την άλλη μεγάλη εταιρεία της εποχής, τη Δαμασκηνός-Μιχαηλίδης, η οποία όμως σύντομα διαλύεται. Ωστόσο, πρόλαβαν να γυρίσουν την ταινία «Το χώμα βάφτηκε κόκκινο» του Βασίλη Γεωργιάδη, η οποία χαρίζει στον Φίνο άλλη μία υποψηφιότητα για το Oscar Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας.

1970

Η «Υπολοχαγός Νατάσσα» του Νίκου Φώσκολου με την Αλίκη Βουγιουκλάκη και τον Δημήτρη Παπαμιχαήλ σπάει κάθε προηγούμενο ρεκόρ: 751.117 εισιτήρια στην Αθήνα και τον Πειραιά. Συγχρόνως εγκαινιάζονται τα καινούργια στούντιο στα Σπάτα, για τα οποία είχε υπερχρεωθεί. 1977 Στις 26 Ιανουαρίου ο Φίνος πεθαίνει στο νοσοκομείο Υγεία μετά από σκληρή μάχη με τον καρκίνο που κράτησε δέκα χρόνια.