Μπαίνω στο σπίτι του, στο Ελληνικό, που μοιάζει σαν να έχει ξεπηδήσει από σκηνικό ταινίας που διαδραματίζεται στο Μαϊάμι. Τριώροφο, λευκό, με έργα τέχνης στους τοίχους. Αρκετά μαξιμαλιστικό μα ταυτόχρονα αρκετά αφαιρετικό. Κατεβαίνουμε στο υπερσύγχρονο γυμναστήριο, που βρίσκεται στο ισόγειο. Μπροστά, ο τεράστιος κήπος με τη θερμαινόμενη πισίνα και τους φοίνικες, που μου θυμίζει ακριβά σπίτια που είχα συναντήσει τις παλιές καλές εποχές του χρηματιστηρίου. Πέρα από τον ορίζοντα, έχει θέα όλα τα νότια προάστια. Έχει προσωπικό φύλακα, chef και μια κοπέλα που φροντίζει για τα πάντα. Όλοι συνεννοούνται με ενδοεπικοινωνία. Πίνουμε καφέ σε σερβίτσια Versace και κοιτάμε τον ήλιο να δύει πάνω από την πόλη. Φοράει μαύρο πουκάμισο και λευκή βερμούδα, κάθεται χαλαρά στην καρέκλα και γύρω μας κάνουν βόλτες τα τρία σκυλιά του. Το «ησυχαστήριό» του έχει στιλ και αποπνέει μια αίσθηση αφθονίας, αλλά καθόλου ξιπασιάς. Άλλωστε, ο Νίκος επιμένει να κρατά τον εαυτό του απολύτως γειωμένο, ασχέτως αν η δουλειά του, δηλαδή οι τηλεοπτικές παραγωγές και η παρουσίαση ενός μεγάλου show, θα δικαιολογούσαν λάμψη και υπερβολή. Ίσως γιατί γνωρίζει πολύ καλά και την άλλη όψη του νομίσματος.
Πώς είσαι αυτή την περίοδο;
Επαγγελματικά, είμαι σε πολύ δημιουργική φάση, αλλά συναισθηματικά νιώθω μόνος και άδειος. Όταν γυρίζω τα βράδια στο σπίτι δεν υπάρχει κανείς να με περιμένει και αυτό μερικές φορές το νιώθω δυσβάσταχτο.
Εντάξει, δεν υπάρχει και χρόνος φαντάζομαι.
Πιστεύω πως πάντα υπάρχει χρόνος, αρκεί να γνωρίσεις τον άνθρωπο για τον οποίον θέλεις να βρεις χρόνο. Σαφώς και υπάρχουν πολλοί πειρασμοί γύρω μου, αλλά δεν έχω εστιάσει κάπου. Δεν μου αρέσει όμως το βράδυ να κοιμάμαι μόνος μου παρέα με τα σκυλιά μου. Από την άλλη, αυτά τα πράγματα δεν έρχονται κατά παραγγελία.
Πόσες ώρες δουλεύεις για το J2US;
Συνέχεια. Το show είναι ένας ζωντανός οργανισμός, εμπλέκονται πάρα πολλοί άνθρωποι, μπροστά και πίσω από τις κάμερες, έχουμε όλοι απαιτήσεις – και πρώτα απ’ όλα ο καθένας από τον εαυτό του. Δευτέρα έχουμε πρόβα, Τρίτη έχουμε γύρισμα όλη μέρα, Τετάρτη meeting για το τι θα κάνουμε στο επόμενο γύρισμα, Πέμπτη meeting στο κανάλι, Παρασκευή βλέπω το επεισόδιο, Σάββατο παραδίδουμε την εκπομπή, Σάββατο βράδυ τσεκάρω και εγκρίνω τα tweets που βγαίνουν στον αέρα. Συνήθως, μένω ξάγρυπνος μέχρι τις 8 το πρωί της Κυριακής περιμένοντας τα νούμερα. Ευτυχώς, η εκπομπή πάει εξαιρετικά σε τηλεθέαση, κάνουμε κάθε Σάββατο πρωτιές, και αυτό μου δίνει ενέργεια και συνήθως το πάω σερί άυπνος τις Κυριακές!
Πώς κατάφερες να συγκεντρώσεις μια τόσο «δυνατή» και ξεχωριστή κριτική επιτροπή;
Όταν το Just the 2 Of Us παιζόταν με παρουσιάστρια τη Ζέτα Μακρυπούλια, παρόλο που ήμουν ο μεγάλος χορηγός με την AirFastTickets, δεν το παρακολουθούσα. Tον Σεπτέμβριο, όταν μου προτάθηκε από το OPEN να κάνω το J2US αντί για το It’s Show Time, η απάντησή μου ήταν «αποκλείεται». Σκέφτηκα να πάρω τα δικαιώματα του Dancing with the Stars, στην αρχή δεν το ήθελα καθόλου το J2US. Αλλά στο κανάλι το πίστευαν πολύ, μάλιστα δεν το διαπραγματεύονταν, έτσι άρχισα να το ψάχνω. Κάθισα και είδα όλα τα J2US και αποφάσισα πως θα έπρεπε να φτιάξω μια ομάδα από ανθρώπους που θα με έκαναν να νιώθω ασφαλής, να έχουν εμπειρία, να είναι οι καλύτεροι σε αυτό που κάνουν.
Πες μου για τον καθέναν ξεχωριστά. Η Βίκυ Σταυροπούλου θεωρείται από τις πιο δύσκολες στο να πει «Ναι» σε συνεργασίες.
Με τη Βίκυ βρεθήκαμε πολλές φορές για να την πείσω, πήγαμε για φαγητό σε ένα αγαπημένο της μαγαζί στο Μπουρνάζι, γελάσαμε. Μιλήσαμε ατέλειωτες ώρες. Η Βίκυ μου αρέσει πολύ ως ηθοποιός και τη λάτρεψα ως άνθρωπο. Νομίζω με λάτρεψε και αυτή και μπορώ να πω πως πέρα από συνεργάτης μου στο show, είναι και φίλη μου πλέον. Αν μια μέρα η Βίκυ είναι «κουμπωμένη», δεν μπορώ να λειτουργήσω ούτε και εγώ. Έχουμε μια «ενδοεπικοινωνία»!
Ο Σταμάτης Φασουλής;
Τι να πρωτοπώ για τον Σταμάτη… Σπουδαίος σκηνοθέτης, με τεράστια εμπειρία. Από την πρώτη εντύπωση που σου δίνει μοιάζει κάπως απόμακρος αλλά, αν τον γνωρίσεις, έχει μια καρδιά μάλαμα. Είναι ένας άνθρωπος που εμπνέει σεβασμό και ο τρόπος που ανοίγεται, σιγά-σιγά, σε κάνει να τον αγαπήσεις. Στην αρχή τον ντρεπόμουν, έλεγα: «Πώς θα βγω και θα τα πω μπροστά στον κύριο Φασουλή», αλλά στο τρίτο επεισόδιο είχα λυθεί. Μου αρέσει να ακούω τη γνώμη όσων εκτιμώ – και τις πολύτιμες συμβουλές που μου έδωσε ο Σταμάτης τις ακολούθησα.
Η Δέσποινα Βανδή;
Με τη Δέσποινα είχαμε μια πολύ καλή σχέση πριν συνεργαστούμε. Ο Κώστας Καπετανίδης, που είναι σκηνοθέτης και φίλος μου, είναι κουμπάρος της. Είχα ενθουσιαστεί με την παρουσίαση που έκανε στο X Factor και ήταν πολύ σημαντικό για μένα να είναι μέρος του project J2US. Την πλησίασα, της είπα για το show, για την ομάδα που ήθελα να φτιάξω. Τελικά, αυτή η ομάδα έγινε καλύτερη απ’ ό,τι θα μπορούσα να φανταστώ. Αν με ρωτήσεις τι έχει αλλάξει από το πρώτο live μέχρι σήμερα, θα σου πω ότι ξεκινήσαμε ως επαγγελματικοί συνεργάτες και σήμερα είμαστε μια οικογένεια.
Η Μαρία Μπακοδήμου;
Με τη Μαρία θα συνεργαζόμασταν σε ένα άλλο project, το Δικαστήριο της Μόδας, που ήταν να γίνει πέρσι αλλά τελικά ακυρώθηκε. Κάναμε μια συνάντηση και της είπα: «Μαρία, στην επιτροπή χρειαζόμαστε έναν άνθρωπο με το δικό σου ταμπεραμέντο, με διεισδυτική ματιά, που να μπορεί να σχολιάσει μια performance σφαιρικά και εύστοχα». Ό,τι και να πω είναι λίγο για την υπέροχη τετράδα της επιτροπής, είναι όλοι ένας και ένας.
Στήνεις ένα απαιτητικό show, με πολύ υψηλό κόστoς και μετά την πρεμιέρα μπαίνουμε σε καραντίνα. Δεν σκέφτηκες τότε: «Τώρα καταστράφηκα»;
Ήταν μεγάλο σοκ. Θα σου τα πω όπως έγιναν: με το που μεταδίδεται το show, το πρώτο Σάββατο, ερχόμαστε πρώτοι στη ζώνη. Η Κυριακή το πρωί μας βρίσκει να συζητάμε την επιτυχία της πρεμιέρας και να οργανώνουμε το επόμενο γύρισμα. Μια μέρα μετά, ανακοινώνεται η καραντίνα. Παγώνουν τα πάντα. Τι να σου πω; Ναι, μου κόπηκαν τα πόδια, τα έχασα, αλλά μέσα από αυτή την εξέλιξη που έφερε τα πάνω κάτω δέθηκα περισσότερο και με τους κριτές και με τους παίκτες. Εκτίμησα τη στάση τους, γιατί όλοι, μα όλοι, επικοινώνησαν μαζί μου και πρότειναν να μειώσουν στο μισό την οικονομική μας συμφωνία για να με στηρίξουν. Ήταν πολύ συγκινητικό αυτό, μου έδωσε δύναμη. Ένιωσα ότι είχα να κάνω με συνεργάτες με όλη τη σημασία της λέξης, που καταλάβαιναν την αγωνία και το ρίσκο μου. Ευτυχώς, έπειτα από ένα δίμηνο σχεδόν, επανήλθαμε και να που ολοκληρώνεται το show με τόσο μεγάλη επιτυχία. Από την άλλη, το ταρακούνημα δεν το φοβήθηκα. Στα δύσκολα λειτουργώ καλύτερα. Έχω μάθει να χειρίζομαι καλύτερα ένα πλοίο στις φουρτούνες.
Είσαι αυτοδημιούργητος, με πολλές ανατροπές στη ζωή σου. Κάνε μου ένα σύντομο life story.
Είμαι από τον Πειραιά, από μια μέση οικογένεια, και είμαι περήφανος που ποτέ δεν στηρίχτηκα στα λεφτά του πατέρα μου. Έχω άλλα τρία αδέρφια, έναν αδερφό και δύο αδερφές, ξεκίνησα από το μηδέν στον επιχειρηματικό χώρο και χωρίς καμία βοήθεια από κανέναν. Μετά το σχολείο, μπήκα στη Σχολή Εμποροπλοιάρχων, μπάρκαρα μάλιστα για έξι μήνες. Με θυμάμαι να ήμαστε στη Βραζιλία και να υποφέρω. Πήρα τον πατέρα μου τηλέφωνο κλαίγοντας και του είπα: «Σε παρακαλώ, βοήθησέ με να γυρίσω πίσω. Θα κάτσω να διαβάσω, να μπω σε μια σχολή». Γύρισα, τελείωσα την ΑΣΟΕΕ, μετά δούλεψα σε τράπεζα, αλλά και εκεί δεν με χώραγε ο τόπος. Και επειδή το ένστικτο και το συναίσθημα είναι αυτά που υποκινούν τις αποφάσεις μου, τα παράτησα όλα και πηγαινοερχόμουν στο Βερολίνο για να είμαι μαζί με τον τότε έρωτά μου. Μέσα σε ένα αεροπλάνο γεννήθηκε η ιδέα να κάνω κάτι δικό μου που να έχει σχέση με τα ταξίδια που τόσο αγαπούσα.
Και έτσι φαντάζομαι έγινε η AirFastTickets.
Ακριβώς. Για να φτιάξω την AirFastTickets πήρα δάνειο -μάλιστα από έναν τοκογλύφο- και στην αρχή τίποτα δεν ήταν ρόδινο. Αλλά εμένα, όταν με πιάσει το γινάτι, θα κάνω τα πάντα για να πετύχω αυτό που μου έχει μπει στο μυαλό. Ήθελα η AirFast να ξεχωρίσει. Έτσι, έπειτα από πολλή δουλειά, πολλές απογοητεύσεις, πολύ κόπο, η εταιρεία άρχισε να αναπτύσσεται ραγδαία και διεθνώς. Βέβαια, δεν υπολόγιζα -και ήταν λάθος μου- ότι στη δουλειά για να πετύχεις πρέπει να κάνεις συμμαχίες. Ήμουν εντελώς αντίθετος με αυτό. Τα κεντρικά γραφεία της εταιρείας ήταν στις ΗΠΑ, όπου είχα εγκατασταθεί και εγώ, στη Νέα Υόρκη. Όταν αρνήθηκα να συμμετέχω σε επαγγελματικές ομάδες του ταξιδιωτικού χώρου, ανταγωνιστές κατάφεραν και μου έκλεισαν την άδεια έκδοσης εισιτηρίων για κάποιες χώρες. Από εκεί ξεκίνησε η κρίση που οδήγησε στην καταστροφή. Άρχισαν τα αρνητικά δημοσιεύματα και, για να μη στα πολυλογώ, από εκεί που είχα μια ραγδαία αναπτυσσόμενη επιχείρηση, με τεράστιους τζίρους, βρέθηκα στο μηδέν.
Μπορείς να μου πεις νούμερα;
Η εταιρεία έκανε τζίρο 5 εκατ. τη μέρα. Είχα γραφεία σε 12 χώρες και 1.700 άτομα προσωπικό. Όταν ξεκίνησαν τα προβλήματα, άρχισα να πουλάω όλα τα προσωπικά περιουσιακά μου στοιχεία -σπίτια, αυτοκίνητα, σκάφος-, για να κρατήσω την εταιρεία. Δεν άντεξα οικονομικά και τελικά αποφάσισα να την πουλήσω σε Κινέζους επενδυτές, με τον όρο πως θα παρέμενα στη διοίκηση. Βρήκαν ένα παράθυρο στη συμφωνία, με απέλυσαν, έκλεισαν τα γραφεία της Ευρώπης και βρέθηκα στο μηδέν, ταπί.
Πώς εννοείς τη λέξη «ταπί»;
Θα σου πω το εξής: μετά την εξαγορά και μέχρι να τακτοποιήσω τις οικονομικές υποχρεώσεις που είχε η εταιρεία στην Ελλάδα, για να αξιοποιήσω το κέρδος μου από την εξαγορά, δεν είχα ούτε ένα ευρώ στην τσέπη για να πάρω το λεωφορείο, να πάω να κάνω ραντεβού. Δεν ήθελα να το αντιληφθούν οι γονείς μου, έτσι ούτε που μου πέρασε από το μυαλό να δανειστώ χρήματα από εκείνους. Είχα φτάσει σε έναν πάτο συναισθηματικό, ψυχολογικό, επαγγελματικό. Και εκεί ταρακουνήθηκα και είπα: «Μόνος μου έκανα ό,τι έκανα, τώρα μπορώ να το ξαναχτίσω από την αρχή». Είχα αποκτήσει τεράστια επαγγελματική εμπειρία και δεν είχα δικαίωμα να την πετάξω στα σκουπίδια. Είχα κάνει ραντεβού με τους μεγαλύτερους επιχειρηματίες -όπως ο Donald Trump προτού γίνει πλανητάρχης-, ανθρώπους που όχι απλώς τους γνώριζα αλλά κάποιους τους είχα και ως επενδυτές. Ήμουν και πολύ μικρός τότε, 30 χρονών. Ωραίο το δράμα, αλλά έπρεπε να ξαναπάρω τη ζωή μου στα χέρια μου.
Εκείνη τη μαύρη περίοδο πού έμενες;
Για ένα διάστημα, έμεινα με την τότε σχέση μου σε ένα μικρό διαμέρισμα 60τ.μ. στο Κερατσίνι. «Αγάπη μου, δεν με νοιάζει που τα χάσαμε όλα. Με νοιάζει να είμαστε οι δυο μας καλά και ας τηγανίζουμε γαύρο», έλεγα και ήμουν και πολύ χαρούμενος. Εκείνος ο γαύρος άξιζε πολύ περισσότερο από το πιο γκουρμέ δείπνο στο πιο ακριβό εστιατόριο του κόσμου.
Ένα από τα μαθήματα που πήρες εκείνη την περίοδο;
Τα λεφτά είναι ένα εργαλείο, το μέσο για να πετύχουμε τον στόχο. Δεν είναι ο στόχος. Και αυτό το κοινότοπο που λένε όλοι πως «Τα λεφτά δεν φέρνουν την ευτυχία», ισχύει. Για εμένα εκείνο το διαμέρισμα των 60τ.μ. στο Κερατσίνι ήταν η καλύτερη βίλα του κόσμου. Γιατί συναισθηματικά ήμουν μια χαρά. Το πρόβλημά μου ήταν πως ένιωθα ότι είχα υποστεί τεράστια αδικία.
Τι ήταν αυτό που σε ενόχλησε περισσότερο;
Ο τρόπος που με αντιμετώπισαν συνεργάτες, αλλά και κάποιοι φίλοι όταν έχασα τη δύναμή μου. Στο προσωπικό μου είχα φερθεί καλύτερα απ’ ό,τι στα αδέρφια μου. Στα γραφεία της AirFast είχαμε εστιατόρια, σινεμά, έκανα δώρο στους υπαλλήλους τα έξοδα για τα φροντιστήρια των παιδιών τους, όπως και πολλές ακόμη παροχές. Όταν χρειάστηκα τη στήριξή τους, την ηθική κυρίως, ελάχιστοι στάθηκαν δίπλα μου. Είμαι δοτικός άνθρωπος, και το βρακί μου μπορώ να σου δώσω αν μου το ζητήσεις. Απογοητεύτηκα όταν οι φίλοι μου, ειδικά από τον επιχειρηματικό χώρο, εξαφανίστηκαν. Εκεί που κάθε μέρα επιδίωκαν να συναντηθούμε, ξαφνικά ούτε τηλέφωνο. Το ίδιο και celebrities που μέχρι να χάσω την AirFast παρακαλούσαν κοινούς γνωστούς για να τους καλέσω στα parties μου.
Και σήμερα;
Όταν ανέκαμψα οικονομικά, επανήλθαν όλοι, όμως εγώ δεν είμαι ο ίδιος Νίκος. Θυμάμαι ποιος μου στάθηκε στα δύσκολα – όπως ο Τρύφωνας Σαμαράς και δυο-τρεις ακόμη φίλοι.
Και πώς έγινε το restart;
Δεν ήταν εύκολο. Πολλοί χάρηκαν με την κατάρρευση της εταιρείας και άδραξαν την ευκαιρία να με χτυπήσουν. Διέδιδαν αισχρά ψέματα, κανονική δυσφήμηση. Έλεγαν ότι χρωστάω στην Εφορία, κάτι που δεν συνέβη ποτέ. Ότι χρωστάω σε δάνεια, που δεν έγινε ποτέ. Ότι άφησα το προσωπικό απλήρωτο, κάτι εντελώς ανυπόστατο. Έτσι, ξαφνικά είχα να αντιμετωπίσω και την καχυποψία της αγοράς.
Και επιστρέφω στην ερώτηση, πώς έκανες το restart.
Μου προτάθηκε να αναλάβω ως σύμβουλος μια εταιρεία online προσφορών, από την οποία πήρα έναν καλό μισθό, ενώ στη συνέχεια ήρθε στα χέρια μου και το οικονομικό μερίδιό μου από την πώληση της AirFast. Ήμουν οκτώ μήνες στην εταιρεία προσφορών όταν έκανα ραντεβού με την Άλκηστη Μαραγκουδάκη, που ήταν τότε διευθύντρια προγράμματος στον ΣΚΑΪ, για μια διαφημιστική συνεργασία. Ούτε που είχε περάσει από το μυαλό μου να κάνω κάτι μπροστά από την κάμερα. Εκεί λοιπόν που κάναμε πλάκα μιλώντας, μου λέει: «Εσύ είσαι για να κάνεις μεσημεριανή εκπομπή, τα λες ωραία». Μέχρι τότε βέβαια όλες οι δημόσιες συζητήσεις μου ήταν σε επιχειρηματικά meetings οπότε, ναι μεν κολακεύτηκα, αλλά δεν «ψήθηκα». Φεύγοντας από εκείνη τη συνάντηση όμως, μου μπήκε μια ιδέα: να κάνω εκπομπή γι’ αυτό που ήξερα πολύ καλά, τα ταξίδια. Κάπως έτσι γεννήθηκε το Celebrity Travel και ξεκίνησε η τηλεοπτική μου διαδρομή. Θυμάμαι, το είχαν προγραμματίσει να μεταδίδεται αμέσως μετά το Survivor, την πρώτη του σεζόν, και το Celebrity Travel χτυπούσε 45άρια! Εγώ πάλι στην αρχή γκρίνιαζα. Έλεγα: «Γιατί με βάζετε τόσο αργά το βράδυ;». Θεωρούσα ότι θα κάνω πάντα αυτά τα νούμερα. Την επόμενη χρονιά με φώναξε ο Γιάννης Λάτσιος να πάω με την εκπομπή στον ΑΝΤ1. Πέρσι πήρα μεταγραφή στο OPEN, το οποίο από την αρχή το πίστεψα πολύ ως μια φρέσκια πνοή στο «κουρασμένο» τηλεοπτικό τοπίο. Ένα πρωτοχρονιάτικο show που κάναμε με τον Γιάννη Πλούταρχο έφερε τα πιο υψηλά νούμερα στο prime time του σταθμού, έτσι πέρσι ήρθε το It’s Show Time και φέτος το Just The 2 Of Us, που τα περισσότερα Σάββατα είναι πρώτη εκπομπή σε τηλεθέαση στη ζώνη της – με πολύ σοβαρό ανταγωνισμό απέναντι, όπως γνωρίζεις.
Εσύ πώς θα αξιολογούσες τον εαυτό σου ως παρουσιαστή;
Η παρουσίαση για μένα ήταν δελεαστική γιατί είναι μια μορφή επικοινωνίας με τον κόσμο και η επικοινωνία με γοητεύει. Παράλληλα, ήταν πρόκληση. Το αντιμετωπίζω με σεβασμό. Δεν ήμουν ηθοποιός ώστε από την πρώτη φορά να το κάνω με φυσική άνεση, αλλά δουλεύω πολύ πάνω σε αυτό. Διαβάζω τα κείμενά μου, ακούω και σέβομαι τους πιο έμπειρους, δεν λέω ότι τα ξέρω όλα -γιατί δεν τα ξέρω- και προσπαθώ να εξελίσσομαι. Έχω όρεξη. Στο J2US έχω νιώσει πολύ άνετα με την ομάδα και αυτό με έχει ξεκλειδώσει.
Πότε ανέλαβες και την παραγωγή;
Όταν ξεκίνησε το Celebrity Travel, συνεργαζόμουν με μια άλλη εταιρεία παραγωγής. Είδα ελλείψεις, προβλήματα, δεν υπήρχε ομαδικό πνεύμα. Σκέφτηκα: «Εγώ μπορώ να το κάνω καλύτερα». Έτσι έγινε. Όταν ξεκίνησε το It’s Show Time, η ομάδα ενισχύθηκε με επαγγελματίες με πολυετή εμπειρία στον χώρο. Αν παρατηρήσεις τις κινήσεις μου, όταν δεν ξέρω κάτι, προσπαθώ να βρω αυτούς που ξέρουν. Βασική μου συνεργάτιδα είναι η Έλενα Κατραβά, που ήταν χρόνια επικεφαλής στις παραγωγές του Mega. Έχω 300 άτομα προσωπικό, top στο είδος τους, που εργάζονται για μένα. Ετοιμάζουμε πολλά για του χρόνου. Στο μόνο που έχω βαλτώσει τελευταία είναι η προσωπική μου ζωή. Και φταίω εγώ.
Τι εννοείς ότι φταις;
Όπως στη δουλειά μού αρέσει να βρίσκω έναν νέο στόχο να με πωρώσει, έτσι και στην προσωπική μου ζωή θέλω ή να ερωτευτώ πολύ ή καλύτερα τίποτα. Αν ερωτευτώ πολύ, τα δίνω όλα και το ίδιο περιμένω και από τον άνθρωπο που είναι δίπλα μου. Ανεβάζω ψηλά τον πήχη των απαιτήσεων γιατί κρίνω από το τι κάνω εγώ – έτσι, συχνά απογοητεύομαι και εύκολα. Δεν μπορώ τα χλιαρά και τα ημίμετρα, βαριέμαι. Για να μην είμαι και άδικος, έχω γνωρίσει και μεγάλους έρωτες που ήταν εκεί για τον Νίκο. Όπως τον έρωτα που έζησα στο Κερατσίνι. Νιώθω όμως πως το real thing ακόμα δεν έχει έρθει.
Τι άλλο έχεις καταλάβει από τη ζωή;
Πέρσι τέτοια εποχή πέρασα μια σοβαρή περιπέτεια με την υγεία μου. Από την κούραση και την υπερβολική γυμναστική, εξάντλησα τον οργανισμό μου. Έκανα τρεις ώρες γυμναστική την ημέρα και έπαιρνα κάτι πολύ δραστικά συμπληρώματα για γράμμωση, σε διπλή δοσολογία από αυτή που πρότεινε η οδηγία, τα οποία επιβάρυναν την καρδιά μου. Στο τελευταίο γύρισμα του It’s Show Time ζαλιζόμουν και αισθανόμουν φοβερή δυσφορία. Το ίδιο πρωί είχα λιποθυμήσει μέσα στο σπίτι και είχα σπάσει τη μύτη μου, αλλά θεώρησα πως απλώς ζαλίστηκα από τη ζέστη και την αυστηρή διατροφή που έκανα και πήγα κανονικά στο γύρισμα. Ύστερα από εννέα ώρες γύρισμα λοιπόν, αισθανόμουν κουρέλι -κάτι που ποτέ δεν μου συμβαίνει- έτσι με πήγαν σχεδόν με το ζόρι στο νοσοκομείο για εξετάσεις. Εκεί οι γιατροί μου είπαν πως βρισκόμουν στα πρόθυρα εμφράγματος. Αν δεν είχα πάει στο νοσοκομείο, θα μπορούσα να έχω «μείνει» στον τόπο. Με έβαλαν επιτόπου στο χειρουργείο. «Είχες άγιο που έζησες», μου είπαν όταν πια βγήκα. Οπότε, έχω μάθει να εκτιμώ κάθε στιγμή, γιατί ποτέ δεν ξέρεις αν θα ξυπνήσεις το επόμενο πρωί. Τίποτα δεν είναι δεδομένο στη ζωή.