Theo Kalomirakis: Ο άνθρωπος που έχει φτιάξει κινηματογραφικές αίθουσες για τον Dwayne Johnson, τον Martin Sorcese και τη Μαριάννα Λάτση

Ο Theo kalomirakis έχει φτιάξει κινηματογραφικές αίθουσες για τον Dwayne Johnson, τον Eddie Murphy, τον Martin Sorcese, τη Μαριάννα Λάτση. Αυτή είναι η ζωή του.

 

Υπάρχουν κάποιοι που είναι καλοί σε αυτό που κάνουν, κάποιοι που είναι πολύ καλοί και κάποιοι που είναι μοναδικοί. Στην τελευταία κατηγορία ανήκει ο Theo Kalomirakis. Ο Theo, ή Θόδωρος, έκανε το home theater τέχνη. Έφτιαξε μικρά αρχιτεκτονικά διαμάντια, μικρογραφίες αιθουσών αλλά με όλες τις πολυτέλειες –με φουαγιέ, διακοσμημένες με διαφορετικά στυλ– δημιουργώντας στο σπίτι την απόλυτη απόδραση που προσφέρει το σινεμά. Πάνω από 500 home theaters σε όλο τον κόσμο φέρουν την υπογραφή του. Καθόμαστε στο σπίτι του στο Ελληνικό. Είναι ενθουσιώδης και ταυτόχρονα πολύ στοχευμένος σε αυτό που θέλει να κάνει. Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή: Ο Θόδωρος Καλομοιράκης γεννήθηκε στο κέντρο της Αθήνας. Από τα 14 του πήγαινε συνεχώς σινεμά. «Έκλεβα αφίσες από τις αίθουσες», λέει. Τον γοήτευε η σκοτεινή αίθουσα. Στα 18 του αποφάσισε να γραφτεί στη Σχολή Σταυράκου. Έγραφε κριτικές σ’ ένα περιοδικό που είχε δημιουργήσει ο ίδιος με μια ομάδα που συμπεριλάμβανε τότε τον Παντελή Βούλγαρη, τον Θόδωρο Αγγελόπουλο κι άλλους σπουδαίους της εποχής. Έκανε την ταινία μικρού μήκους «Για λίγες μόνο παραστάσεις», κέρδισε το βραβείο και κατέληξε –τυχαία, χωρίς να γνωρίζει και ο ίδιος το πώς– να παιχτεί και να βραβευτεί σε φεστιβάλ της Αμερικής. Δεν μπορούσε να πάει γιατί δεν είχε τα χρήματα. Όμως αυτή η ταινία του έδωσε υποτροφία για την Αμερική. Γυρίζει και δεύτερη ταινία. Τη βλέπει ο Μάνος Χατζιδάκις και του λέει: «Αν σκέφτεσαι να γυρίσεις κι άλλη ταινία θα σου κάνω εγώ τη μουσική, αλλά με τον όρο να βάλεις για πρωταγωνίστρια μια τραγουδίστρια την οποία εγώ λατρεύω. Τη Φλέρυ Νταντωνάκη.» Ο ίδιος σημειώνει: «Στην ταινία έπαιξε πολύς κόσμος: ο Σταμάτης Φασουλής, ο Δάνης Κατρανίδης… Λεγόταν “Ακρόπολις Εξπρές”. Ήταν η μόνη ταινία της Φλέρυ. Όταν κάναμε τα γυρίσματα της ταινίας τη χάναμε τη Φλέρυ. Πάντα κάτω από τις γραμμές του τρένου έτρωγε παπαρουνόπιτες που έφτιαχνε μόνη της… Δεν μου άρεσε καθόλου αυτή η ταινία. Γύρισα και μια τρίτη ταινία, η οποία επίσης δεν μου άρεσε καθόλου. Και πήγα στον πόταμο Χάντσον και την πέταξα. Αυτή ήταν και το τέλος της μικρής μου καριέρας ως σκηνοθέτης. Τώρα που το σκέφτομαι ήμουν πολύ αυστηρός με τον εαυτό μου.»

ΑΛΛΑΓΉ ΖΩΉΣ
Αποφασίζει να ζήσει στη Νέα Υόρκη και κάνει ταυτόχρονα πολλές άλλες δουλειές για να πληρώνει το νοίκι του. «Άλλωστε είχε πεθάνει και η μητέρα μου, δεν με έδενε κάτι με την Ελλάδα. Έκανα όλες τις δουλειές στην Αμερική. Από delivery μέχρι μεταφράσεις. Δεν ήθελα να φύγω.» Και μετά άρχισε να κάνει συνεντεύξεις σε εφημερίδες για τους Έλληνες της Αμερικής: Καζαντζίδη, Μαρινέλλα, Αλίκη… Έκανε τεράστια επιτυχία κι έτσι πήρε μετεγγραφή κι άρχισε να δουλεύει στη μεγαλύτερη ελληνική πρωινή εφημερίδα της Αμερικής. Μέχρι που ένας φίλος του αγοράζει την εφημερίδα και του προτείνει να δουλέψει ως art director. Έφτιαξε ένα περιοδικό για την ελληνική κουλτούρα, που είχε μοναδική επιτυχία στους Έλληνες εκεί: «Μου έδωσε την ευκαιρία να ασκήσω τη γραφιστική τέχνη που είχα σπουδάσει στην πραγματικότητα. Γιατί η μητέρα μου έλεγε “παιδί μου, από το σινεμά δεν θα βγάλεις ποτέ λεφτά, σπούδασε και κάτι άλλο”, κι έτσι, παράλληλα με τη Σταύρακου, είχα πάει και στη Σχολή Δοξιάδη. Μετά τα βραβεία που πήρε το ελληνικό περιοδικό με φώναξαν στο Time Warner κι έγινα βοηθός γραφίστα, ενός παιδιού με το οποίο γίναμε φίλοι και κάναμε μαζί μια επιχείρηση: αγοράζαμε σπίτια, τα φτιάχναμε και τα μεταπουλούσαμε.» Δούλεψε στο People και στο Forbes. Εκείνη την εποχή αρχίζει να ανθίζει το video, αρχές της δεκαετίας του ʼ80: «Άρχισα να συλλέγω κασέ[1]τες και επειδή δεν μου άρεσε να τις βλέπω σε μικρή οθόνη αγόρασα μια τεράστια τηλεόραση –Mitsubishi 80 ιντσών–, αλλά και πάλι δεν με ικανοποιούσε. Τότε αγοράσαμε ένα σπίτι στο Μπρούκλιν και στο υπόγειο αποφάσισα να φτιάξω ένα home theater με καρέκλες που βρήκα από ένα πορνό σινεμά και έκανα έξι μήνες να τις καθαρίσω. Πήρα προβολείς και καλού[1]σα φίλους μου να δούμε σινεμά. Τύπωνα εισιτήρια για να φαίνεται πιο κινηματογραφική η εμπειρία. Σε μία από αυτές τις προβολές ένας δημοσιογράφος από το USA Today με κάνει θέμα πρωτοσέλιδο και γράφει “ένα τρελό παιδί από το Μπρούκλιν έκανε κινηματογράφο μέσα στο σπίτι του”. Και τότε άρχισε το ενδιαφέρον του Τύπου γιʼ αυτό που έκανα. Και χτυπούσε το τηλέφωνο. Και μετά έκανα το δεύτερο home theater, art-deco με πολυτελείς καρέκλες και υπέροχο υποσύστημα. Το ονόμασα Roxy και έκαναν άρθρο για μένα οι New York Times.» Και κάπως έτσι άρχισαν όλα…

 

 

FORBES, EDDIE MURPHY, HOLLYWOOD

«Μια μέρα με καλεί ο Malcolm Forbes στο γραφείο του και μου λέει: “Θόδωρε, τις αίθουσες πρέπει να τις κάνεις επάγγελμα.” – “Μα”, του λέω, “έχω κάνει μόνο δύο αίθουσες.” Μου λέει: “Η ευκαιρία σού χτυπάει την πόρτα κι εσύ είσαι κουφός.” Κι αυτή είναι η διαφορά της Ελλάδας με την Αμερική. Στην Ελλάδα, αν κάνεις επιτυχία θα πέσουν να σε φάνε. Στην Αμερική, αν δουν ότι έχεις κάτι διαφορετικό προσπαθούν να σε προωθήσουν. Βρήκα τον εαυτό μου στην Αμερική. Έτσι με την παρότρυνση του Forbes ξεκίνησα.» Τον ρωτάω ποιος ήταν ο πρώτος του πελάτης: «O γιος της Εstée Lauder, Ron Lauder, που τότε πήγαινε για δήμαρχος της Νέας Υόρκης. Ήρθε με πέντε λιμουζίνες κάτω από το σπίτι σαν να είχε έρθει η προεδρική φρουρά. Κατέβηκε στο υπόγειο και μου είπε: “Αυτό ακριβώς θέλω να κάνεις.” Ονομάσαμε την αίθουσα Sweet Potato. Μετά έκανα το δεύτερο, το τρίτο και, κάπου εκεί, κατάλαβα ότι έπρεπε πλέον να ασχοληθώ επαγγελματικά με το όλο ζήτημα. Το μόνο παράπονο που έχω είναι που δεν έκανα copyright τον όρο home theater. Θα είχα βγάλει περισσότερα λεφτά από αυτό παρά από τα θέατρα. Βέβαια, για πέντε χρόνια ο Lauder δεν με άφησε να κάνω άλλο θέατρο σε απόσταση 50 μιλίων από το σπίτι του για να μην έχει ανταγωνισμό. Το ʼ90 έκανα εταιρεία και το ʼ96, που βγήκε το πρώτο μου βιβλίο, είχα κάνει ήδη 80 αίθουσες. Έχω κάνει για πολλούς επιχειρηματίες, αλλά για ελάχιστους ηθοποιούς, γιατί νιώθουν σαν να σου κάνουν χάρη! Για παράδειγμα, η πιο πετυχημένη τραγουδίστρια όλων των εποχών και ηθοποιός μού ζήτησε να της κάνω ένα home theater δωρεάν, με αντάλλαγμα να με γνωρίσει στους φίλους της. Μου λέει “θα σε κάνω διάσημο” και της απαντάω “δεν θέλω να με κάνεις διάσημο, είμαι διάσημος στο χώρο μου”. Ο πιο καλός μου πελάτης, ηθοποιός, ήταν ο Eddie Murphy, που συνεργαστήκαμε δύο φορές, και ο Dwayne Johnson, που κάνα[1]με ένα ʼ60s σινεμά και το ονομάσαμε On the Rocks. Έκανα αίθου[1]σα για τον Steve Jobs, ένα screen room στον Martin Scorsese, που με συνέστησε στον Robert De Niro, πολλούς πλούσιους. Στην Ελλάδα έχω κάνει home theater για τη Γιάννα Αγγελοπούλου-Δασκαλάκη στο Ψυχικό, για τον εφοπλιστή Πέτρο Λιβανό, για τον Νίκο Κούρκουλο έφτιαξα την εγκατάσταση στο θέατρο Κάπα, που ήταν δώρο από τη γυναίκα του – αυτό ήταν μια κανονική αίθουσα. Ο πρώτος κινηματογράφος που έκανα ήταν για τον Νίκο Βερνίκο, το 2005, ο οποίος με κάλεσε όταν διάβασε ένα άρθρο για μένα στο Architectural Digest.»

Η ΠΑΡΑΚΜΉ

«Το 2005 κουράστηκα. Έγινε πιο εργοστασιακή, πιο εμπορική η δημιουργία των home theaters. Βέβαια έβαζα εγώ τους όρους μου. Ήθελα αυτό που ήθελε ο πελάτης να ταιριάζει με αυτό που ήθελα εγώ. Μετά ξεκίνησα τα προκατασκευασμένα με τη δική μου υπογραφή. Η κρίση άρχισε το 2009, όταν οι αγορές παγκοσμίως κατέρρεαν. Οι εφοπλιστές στην Ελλάδα σταμάτησαν, ίσως επειδή δεν ήθελαν να κάνουν επίδειξη, και στην Αμερική από τα ογδόντα που δημιουργούσα ετησίως έπεσαν στα τριάντα κατά μέσο όρο. Έτσι, άρχισα να δουλεύω με εταιρείες. Πιο πριν, το 2000, είχα συνεργαστεί με την Disney για μια σειρά επίπλων που είχαν εντοιχιζόμενες ηλεκτρονικές συσκευές και ήταν Theo Kalomirakis for Walt Disney. Δεν πήγε καλά, γιατί όποιος αγοράζει έπιπλα με ηλεκτρονικές συσκευές φοβάται πως αν χαλάσουν αχρηστεύεται όλο το έπιπλο. Όμως άρχισε μια υπέροχη συνεργασία. Υπήρχε μια τεράστια αίθουσα στην Disneyland στη Φλόριντα που μου ανέθεσαν να την κατασκευά[1]σω από την αρχή. Ο Michael Eisner, το τότε αφεντικό της Disney, μου έδωσε απόλυτη ελευθερία, και μάλιστα ο εκδοτικός οίκος της εταιρείας έβγαλε ένα βιβλίο για μένα. Σκοπεύαμε να την εγκαινιάσουμε τον Μάιο του 2002, με την ταινία “Αρμαγεδδών”. Δυστυχώς δεν ολοκληρώθηκε ποτέ γιατί προέκυψαν οι επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου το 2001 και όλα πάγωσαν.»

ΧΡΉΜΑΤΑ

«Δεν έβγαλα πολλά χρήματα. Είχα πολλά κέρδη, αλλά η εταιρεία είχε γύρω στα 150.000 δολάρια έξοδα το μήνα. Τη μια μέρα ήμουν στην Αυστραλία, την άλλη στη Συρία, την άλλη στο Ντουμπάι – κι αυτά κοστίζουν. Έτσι έκανα μάρκετινγκ του ονόματός μου, γιατί το να σκοτώνομαι στη δουλειά και να μη βγάζω χρήματα ήταν πολύ κουραστικό και ψυχοφθόρο. Έτσι, η τρίτη μεγάλη μου συνεργασία έγινε με το IMAX στην Κίνα. Δούλεψα εκεί τρία χρόνια. Και μετά άρχισαν τα προκατασκευασμένα, γιατί δεν ήθελα να γίνω δούλος του πλούσιου ανθρώπου που με έπαιρνε 3 τα ξημερώματα τηλέφωνο και μου ζητούσε λεπτομέρειες. Πολλές ιστορίες, πολλή δυσκολία αλλά και πολύ μεγάλη ανταμοιβή.»

 

 

Η ΕΠΙΣΤΡΟΦΉ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

«Το 2019 άρχισα να επιθυμώ έντονα την Ελλάδα. Ήρθα, έψαξα για σπίτι και βρήκα στο Ελληνικό ένα που έχει μεγάλο κήπο.» (Σ.σ.: Έχει δημιουργήσει εκεί ένα θερινό home theater και στο υπόγειο ένα κλειστό, το οποίο έχει ονομάσει Roxy, όπως το πρώτο που δημιούργησε πριν από δεκαετίες.) «Ήθελα να θυμηθώ από πού ξεκίνησα. Δεν ήθελα να μείνω στο κέντρο όπου μεγάλωσα. Προτιμούσα να βλέπω θάλασσα. Ο νονός μου ήταν ο Δημήτρης Κουρτάκης, που έκανε τη ρετσίνα Κουρτάκη, και ο μπαμπάς μου ήταν ο χημικός της εταιρείας που τη δημιούργησε. Δυστυχώς, το διαμέρισμα στο οποίο γεννήθηκα, στην Κολοκοτρώνη, στον πέμπτο όροφο, είχε πουληθεί. Εκεί πάω και κάνω προσκύνημα. Γιατί εκεί ουσιαστικά, στην ταράτσα, έφτιαξα το πρώτο μου σινεμά. Το 2020, που έφτιαξα το σπίτι, έπεσε η πανδημία και τον Ιούλιο του 2020, όταν ουσιαστικά γύρισα από την Αμερική, πήρα την απόφαση να μην επιστρέψω πίσω. Ένιωσα ότι βρήκα τις ρίζες μου. Βρήκα τον εαυτό μου, τους παλιούς μου φίλους, το κλίμα. Πούλησα το σπίτι στην Αμερική, έφερα τα πράγματα με το βαπόρι κι έκλεισε αυτό το κεφάλαιο που κράτησε σχεδόν πενήντα χρόνια. Πηγαίνω βέβαια συχνά, αλλά η βάση μου πια είναι εδώ. Τώρα θέλω να δημιουργήσω μια πλατφόρμα με ελληνικές ταινίες που θα έχει τα πάντα και ένα site που θα προωθεί τον ελληνικό πολιτισμό και τον ελληνικό κινηματογράφο.»

COVID & HOME THEATER

Τον ρωτάω αν η καραντίνα αύξησε την αγορά των home theaters: «Όχι. Η αύξηση είχε αρχίσει από πριν. Όλο και περισσότεροι ήθελαν να έχουν το προσωπικό τους σινεμά σπίτι τους, απλώς η καραντίνα αύξησε λίγο τα ποσοστά. Το ίδιο είχε συμβεί και μετά την 11η Σεπτεμβρίου, που πολλοί Αμερικανοί απέφευγαν τις μεγάλες αίθουσες από φόβο και δημιουργούσαν σπίτι τους τη δική τους αίθουσα.» Τον ρωτάω με τόσες ταινίες που έχει δει (σ.σ.: αξίζει να αναφερθεί ότι έχει τη μεγαλύτερη συλλογή ταινιών στον κόσμο –30.000 τίτλους–, με δεύτερο τον Scorsese) πώς δεν έχει χαθεί το πάθος: «Το πάθος δεν χάνεται. Το τροφοδοτείς. Αν αγαπάς κάτι δεν τελειώνει. Όταν έχεις πάθος για κάτι είναι σαν να το παράγει ο οργανισμός σου.» Όσο για το μυστικό της επιτυχίας: «Να κάνεις πράγματα που σου επιβάλλει η καρδιά σου. Επίσης, να μην ξεκινάς με γνώμονα τα λεφτά. Αν αρχίσεις να καταπιάνεσαι με κάτι επιζητώντας να γίνεις εκατομμυριούχος, σπάνια αυτό πετυχαίνει. Και επίσης είναι πολύ σημαντικό να τολμάς να κάνεις πράγματα που δεν τα δοκίμασαν άλλοι στο παρελθόν. Να είσαι πρωτοπόρος.» Και τα κατάφερε. Έκανε κάτι μοναδικό! Όσο για τις μεγάλες αίθουσες, είναι αισιόδοξος: «Περνούν τεράστια κρίση, αλλά έχω την εντύπωση πως θα επανέλθουμε σε μια κανονικότητα. Αυτό που προσφέρει η μεγάλη αίθουσα δύσκολα το βρίσκεις στην τηλεόραση. Άλλωστε, πολλές φορές έχουν “πεθάνει” τα media το σινεμά. Παλαιότερα με την τηλεόραση, μετά με το video, μετά με το DVD, τώρα με τις πλατφόρμες, αλλά στο τέλος πάντα αυτό κερδίζει.»

Από τον Πάνο Ζόγκα

Φωτογραφίες: PHILLIP ENNIS